Ως «Φλεγόμενη κόλαση» χαρακτήρισε σοκαρισμένος ο Τζον Χελμ, σπορτκάστερ της «γιορτινής» εκείνης αναμέτρησης ανάμεσα στη Μπράντφορντ Σίτι και τη Λίνκολν, την κατάσταση που επικρατούσε στο Βάλει Παρέιντ το μεσημέρι του Σαββάτου, της 11ης Μαΐου του 1985. Μια κόλαση, η οποία μεταδόθηκε ζωντανά και πήρε μαζί της 56 ψυχές (54 φίλους της Μπράντφορντ και δυο της Λίνκολν).
Είχαν περάσει 49 ολόκληρα χρόνια από την τελευταία συμμετοχή των «Μπάνταμς» στη δεύτερη κατηγορία του αγγλικού ποδοσφαίρου (Canon Championship λεγόταν επισήμως τότε) και η πόλη του Μπράντφορντ «έπλεε σε πελάγη ευτυχίας» για τη μεγάλη επιτυχία της τοπικής ομάδας. To καμάρι της πόλης είχε τερματίσει στην κορυφή της League One και μεγάλο πλήθος δημοτών της Κομητείας του Δυτικού Γιόρκσαϊρ, ζούσε και ανέπνεε για τη φιέστα τίτλου, εντός έδρας, απέναντι στην αδιάφορη Λίνκολν.
Not enough is made of the Bradford disaster; an avoidable tragedy that highlighted how little fans meant both to those running the game and authorities. It could at least have served as a warning to change the situation. Instead nothing was done. pic.twitter.com/25eM9NNBS8
— Paul Grech (@paul_grech) May 11, 2019
Ο διάχυτος ενθουσιασμός
Το κλίμα στην πόλη του Μπράντφορντ ήταν πανηγυρικό και όλα συνηγορούσαν σε ένα τεράστιο γλέντι. Ο καιρός ήταν ηλιόλουστος, με κάποιους ισχυρούς ανέμους να πνέουν και άπαντες ζούσαν στον παλμό της τελευταίας αγωνιστικής και της μεγάλης γιορτής.
Η Μπράντφορντ Σίτι είχε καπαρώσει την πρωτιά της κατηγορίας, έχοντας εξασφαλίσει απόσταση ασφαλείας από τη δεύτερη Μίλγουολ και έτσι το αγωνιστικό σκέλος της 46ης αγωνιστικής, είχε περάσει σε δεύτερη μοίρα.
Οι φίλοι της ομάδας είχαν γεμίσει ασφυκτικά το Βάλει Παρέιντ, με την προσμονή για ένα «μαγικό χαρτάκι» να είναι τεράστια. Τα ταμεία του συλλόγου είχαν μετρήσει 11.076 εισιτήρια, εκ των οποίων τα 3.000 είχαν κοπεί για τη κεντρική ξύλινη και μοιραία όπως αποδείχθηκε εξέδρα. Ο συνολικός αριθμός των θεατών ήταν διπλάσιος συγκριτικά με τα σημαντικά εντός έδρας ματς της σεζόν.
Μάλιστα η τοπική εφημερίδα, The Telegraph & Argus, είχε τυπώσει μια αναμνηστική έκδοση λόγω της περίστασης, όπου αναφερόταν με ειρωνικό τρόπο στις αναβαθμίσεις που αναμένονταν στο γήπεδο μετά την ολοκλήρωση των επίσημων υποχρεώσεων. Ανάμεσα σε αυτές και η αντικατάσταση της ξύλινης κεντρικής κερκίδας με νέα, χτιστή με τσιμέντο. Η τραγική ειρωνεία που κάποιες στιγμές είναι εκτός κάθε λογικής.
Πριν το εναρκτήριο σφύριγμα, οι ποδοσφαιριστές του Τέρι Γιόραθ βγήκαν στον αγωνιστικό χώρο για να αποθεωθούν από τους ενθουσιώδεις φίλους της ομάδας, με τον αρχηγό Πίτερ Τζάκσον να κρατά την κούπα της League One στα χέρια. Ένας πρώιμος γύρος θριάμβου, o μοναδικός που έγινε. Οπαδοί κάθε ηλικίας, οικογένειες, παιδιά βρέθηκαν εκείνο το μεσημέρι στο Βάλει Παρέιντ για να αποθεώσουν τους πρωταγωνιστές και να γιορτάσουν τον προβιβασμό της Μπράντφορντ Σίτι στη δεύτερη κατηγορία.
Ο κώδωνας κινδύνου που είχε ήδη κρουστεί
Το Βάλει Παρέιντ ήταν ένα κλασσικό βρετανικό γήπεδο μικρότερων κατηγοριών της εποχής εκείνης, άκρως ποδοσφαιρικό, με τις κερκίδες να «ακουμπούν» στο χορτάρι. Ήταν όμως και παλιό, πολύ παλιό και μη προσεγμένο.
Το «σπίτι» της ομάδας της Μπράντφορντ είχε χτιστεί το 1911 και ελάχιστα πράγματα είχαν αλλάξει από τότε, εκτός του αγωνιστικού χώρου φυσικά. Οι ιθύνοντες του συλλόγου, Στάφορντ Χέγκινμπόθαμ και Τζακ Τόρντοφ είχαν αποφασίσει να κάνουν την απαραίτητη ανακαίνιση και τα μηχανήματα είχαν πάρει θέση στο πάρκινγκ του γηπέδου. Όμως το κακό ήρθε πρώτο και έπληξε ανεπανόρθωτα.
Το μητροπολιτικό συμβούλιο της κομητείας του Δυτικού Γιορκσάιρ, το οποίο ήταν υπεύθυνο για το γήπεδο ποδοσφαίρου και την πυρασφάλεια του, είχε προειδοποιήσει το σύλλογο το καλοκαίρι 1984 για το κεντρικό κομμάτι της εξέδρας. «Η ξύλινη κατασκευή αποτελεί κίνδυνο πυρκαγιάς. Είναι μια συσσώρευση εύφλεκτων υλικών στα κενά κάτω από τα καθίσματα. Ακόμα και ένα απρόσεκτα πεταμένο τσιγάρο μπορεί να προκαλέσει κίνδυνο πυρκαγιάς» ανέφερε μεταξύ άλλων το πόρισμα, στο οποίο δε δόθηκε η δέουσα σημασία.
Το χρονικό της «Κόλασης του Δάντη»
Τα πρώτα 40 λεπτά της αναμέτρησης κυλούσαν ήρεμα, σχεδόν ανιαρά στο χορτάρι. Στις κερκίδες όμως οι φίλοι της γηπεδούχου ομάδας είχαν στήσει το δικό τους πάρτι, το οποίο διακόπηκε απότομα.
Στην αριστερή πλευρά της κεντρικής ξύλινης κερκίδας ξέσπασε μια μικρή εστία πυρκαγιάς, η οποία όπως ανέφερε ο Τύπος της επόμενης ημέρας, προήλθε από το τσιγάρο ενός Αυστραλού θεατή, το οποίο έπεσε κάτω από τα καθίσματα, στα συσσωρευμένα σκουπίδια. Η φωτιά έγινε άμεσα αντιληπτή από τους γύρω φιλάθλους όμως πυροσβεστήρας δεν υπήρχε.
Το ρολόι του γηπέδου έδειχνε 15:41 τοπική ώρα όταν ο διαιτητής αντελήφθη τι συνέβη και σφύριξε τη διακοπή. Η μικρή εστία μεγάλωνε, η φωτιά εξαπλωνόταν ταχύτατα ελέω και του αέρα και μέσα σε τρία λεπτά εξελίχθηκε σε πύρινη λαίλαπα η οποία έκαιγε τα πάντα στο διάβα της.
Το «έδαφος» ήταν κάτι παραπάνω από πρόσφορο. Ξηρό ξύλο και μια μάζα σκουπιδιών είχαν προσφέρει τις τέλειες συνθήκες καύσης. Οι παρευρισκόμενοι έτρεχαν πανικόβλητοι να απομακρυνθούν είτε πηδώντας στον αγωνιστικό χώρο είτε ψάχνοντας διαφυγή από τις πίσω πόρτες. Η κατάσταση ήταν δραματική, οι εικόνες αποκαρδιωτικές και τα πάντα ήταν εκτός ελέγχου.
Μαύρα σύννεφα καπνού κάλυψαν την ατμόσφαιρα πάνω από το Βάλει Παρέιντ, με την ξύλινη κερκίδα να παραδίνεται ολοκληρωτικά στις φλόγες. Το στέγαστρο είχε γίνει και αυτό παρανάλωμα του πυρός με τις αλλεπάλληλες εκρήξεις να δυσχεραίνουν την αναπνοή. Οι φίλαθλοι σπρώχνονταν στα ήδη γεμάτα σκαλοπάτια με σκοπό να κατέβουν στο γρασίδι. Επικρατούσε πανζουρλισμός και χάος.
Το πυροσβεστικό τμήμα έλαβε στις 15:43 μια κλήση έκτακτης ανάγκης όμως το «φλεγόμενο τέρας» ήταν αδύνατο να περιοριστεί. Ο μαύρος καπνός προκάλεσε θανατηφόρα ομίχλη η οποία κάλυπτε ολάκερη την περιοχή.
Πάνω στον πανικό, αρκετοί έχασαν τους δικούς τους ανθρώπους τους οποίους έψαχναν μετά να βρουν. Κάποιοι τα κατάφεραν, κάποιοι άλλοι μάταια κοιτούσαν. Ανάμεσα τους και ο νεαρός Μάρτιν Φλέτσερ.
Μαλλιά και μπουφάν είχαν αρπάξει φωτιά. Μάλιστα υπήρχαν κάποιες περιπτώσεις που άνθρωποι ολόκληροι είχαν τυλιχτεί στις φλόγες, με τους υπόλοιπους να προσπαθούν με τα παλτά τους να σβήσουν τη φωτιά. Εικόνες ανεξέλεγκτες, θλιβερές, σοκαριστικές.
Αρκετοί θαρραλέοι, αφού κατάφεραν αρχικά να ξεφύγουν οι ίδιοι από τον κίνδυνο, έτρεξαν να βοηθήσουν και να σώσουν τους συνανθρώπους τους, παιδιά ή πιο ηλικιωμένους κυρίως (παραπάνω από τα μισά θύματα ήταν κάτω των 20 και άνω των 70 ετών). Χάρη στη συνεισφορά κάποιων νεαρών, ένθερμων οπαδών της ομάδας, ακόμα και κάποιων ποδοσφαιριστών, η τραγωδία περιορίστηκε, αν μπορεί να χρησιμοποιηθεί αυτή η λέξη, στο καλύτερο δυνατό.
I saw the Bradford tragedy horrifically unfold on live TV. Seared in my memory. We must mourn our fellow fans and NEVER forget. Our football grounds were death traps. It could have been any of us. As Lord Justice Taylor said, 'Complacency is the enemy of safety'. RIP to the 56. pic.twitter.com/l08ckrwGVo
— Dr Kevin Moore (@doctorkevinmoo1) May 11, 2020
Όλη η χώρα έβλεπε ζωντανά τις φρικιαστικές εικόνες. Δε χωράει ο ανθρώπινος νους όλα όσα συνέβησαν εκείνα τα λεπτά της 11ης Μαΐου. Οι πυροσβεστήρες δε λειτούργησαν ποτέ γιατί δεν υπήρχαν. Είχαν αφαιρεθεί υπό το φόβο βανδαλισμών.
Αρκετοί από τους νεκρούς θα μπορούσαν να είχαν σωθεί αν έβρισκαν ανοιχτές διεξόδους φυγής. Οι αποκλεισμένοι όμως έξοδοι ήταν καθοριστικοί για κάποιους, στη μάχη που έδιναν με το χρόνο. Τα περισσότερα από τα θύματα που επιχείρησαν να εξέλθουν από το πίσω μέρος, έπεσαν σε κλειστές πόρτες, παγιδεύτηκαν σε θανατηφόρες παγίδες, οι οποίες και τους περικύκλωσαν.
We remember the 56 fatalities of the Bradford Fire Disaster but must not forget those survivors and members of the emergency services who were injured, as well as family members who suffered personal tragedy as a consequence of what happened. https://t.co/kMMJqlrNrP pic.twitter.com/oaSQgYzsNy
— johndewhirst (@jpdewhirst) May 11, 2020
Ο απολογισμός της αποφράδας εκείνης τραγωδίας ήταν 56 νεκροί. Ανάμεσα τους και ο πρώην πρόεδρος του συλλόγου, Σαμ Φερθ. Οι περισσότεροι από αυτούς πέθαναν ακαριαία. Απανθρακώθηκαν, έγιναν ένα με τα καθίσματα, πνίγηκαν από τον καπνό. Υπήρχαν όμως και κάποιοι άλλοι οι οποίοι υπέκυψαν κάποιες ώρες αργότερα στα τραύματα τους.
Η απόφαση του Δικαστηρίου και οι υπόνοιες
Το Ανώτατο Δικαστήριο, υπό τον προεδρεύωντα κ. Άντριου Πόπλγουελ, και οι ένορκοι αποφάνθηκαν την ετυμηγορία του τυχαίου θανάτου λόγω των μπαζών που υπήρχαν εκεί. Το αναμμένο τσιγάρο θεωρήθηκε υπεύθυνο για την τραγωδία που ακολούθησε.
Η άποψη και η απόφαση του ιατροδικαστή, κ. Τζέιμς Τερνμπουλ ακροβατούσε ανάμεσα σε ατυχές και τυχαίο γεγονός. Και αυτό διότι η διαφορά ήταν πολύ βασική. Αν η απόφαση της πυρκαγιάς που οδήγησε στο θάνατο 56 ανθρώπους, ήταν αυτή της άτυχης στιγμής, αυτό σήμαινε ότι θα μπορούσε να είχε αποφευχθεί και ότι η ευθύνη βάραινε αποκλειστικά τους αρμόδιους. Δηλαδή, θα μπορούσε η διοίκηση και οι υπεύθυνοι του γηπέδου να είχαν κατηγορηθεί για ανθρωποκτονία.
Ανάμεσα στους επιζώντες εκείνου του εφιάλτη ήταν και ο Μάρτιν Φλέτσερ του οποίου η οικογένεια ξεκληρίστηκε στις κερκίδες του Βάλει Παρέιντ. Ο νεαρός ο οποίος έγινε «το γενναίο αγόρι της Βρετανίας» σύμφωνα με τον αγγλικό Τύπο, λόγω της δραματικής του ιστορίας, έχασε τους δικούς του ανθρώπους από τη φονική πυρκαγιά. Ο ίδιος σπαραχτικά είχε πει χαρακτηριστικά σε μια δήλωσή του τότε πως «Μία μέρα πήγα στο γήπεδο και γύρισα χωρίς αδερφό και χωρίς πατέρα».
Ο Μάρτιν Φλέτσερ, δεν πίστεψε ποτέ στην ετυμηγορία του «ατυχούς» εκείνου τραγικού συμβάντος και μεγαλώνοντας έψαχνε να βρει μια βαθύτερη αιτία. Το 2015, ο 42χρονος τότε διασωθείς έκδωσε το δικό του βιβλίο με τον τίτλο «Fifty-Six – The Story of the Bradford Fire».
Ο Μάρτιν αφοσιώθηκε στην εκτεταμένη έρευνα για το πώς προκλήθηκε η καταστροφή, την κουλτούρα της θεσμικής παραμέλησης και τη γενική αδιαφορία της κυβέρνησης για την ασφάλεια των οπαδών ενός ποδοσφαιρικού γεγονότος εκείνη την εποχή. Στο βιβλίο του αμφισβητεί ανοιχτά το δυστύχημα, αναφέροντας πως ήταν πράξη προμελετημένη. Πιο συγκεκριμένα θεωρεί ως κύριο υπαίτιο τον έναν από τους δυο ιδιοκτήτες του συλλόγου, τον εκλιπώντα Στάφορντ Χέγκινμπόθαμ.
Μετά από έρευνα που διεξήγαγε έφτασε στο συμπέρασμα ότι η πυρκαγιά στο Βάλει Παρέιντ ήταν εθελούσια, αποσκοπώντας σε αποζημίωση τεράστιου χρηματικού ποσού. Πρόσθεσε δε πως στηρίζει την άποψη του αυτή στο γεγονός ότι άλλες οκτώ εκ των επιχειρήσεων του έπιασαν φωτιά τo διάστημα 1967-1981, αρχής γεννομένης ενός δικού του τριώροφου εργοστασίου στο Μπράντφορντ.
Η τραγωδία που έφερε θεμιτές αλλαγές και μια σπουδαία κλινική
Όπως συνήθως συμβαίνει στα προηγμένα κράτη, ένας τέτοιου μεγέθους σπαραγμός φέρνει διαφοροποιήσεις και θυελλώδεις αλλαγές προς το καλύτερο. Και όσο και αν η αλήθεια πονάει, το δράμα «Valley Parade Fire Disaster» ήταν η αιτία για κάποιες σημαντικές αποφάσεις.
Από εκείνο το σημείο και μετά, θεσπίστηκε η αλλαγή της νομοθεσίας με την κυβέρνηση να αποφασίζει τον υποχρεωτικό κατεδαφισμό όσων κερκίδων παρέμεναν ξύλινες και την αντικατάσταση τους με τσιμεντένιες, χτιστές, προς αποφυγή αντίστοιχων τραγωδιών. Επίσης μέχρι την κατασκευή νέων κερκίδων και την ανακαίνιση τόσων και τόσων γηπέδων, απαγορεύθηκε το κάπνισμα σε όσες παρέμεναν ξύλινες.
Εκτός των θυμάτων όμως υπήρχε και μεγάλος αριθμός τραυματιών οι οποίοι είχαν αποκομίσει εγκαύματα σε διάφορα σημεία του σώματός τους και χρειάζονταν άμεση ιατρική βοήθεια. Τα αμέτρητα αυτά θύματα εγκαυμάτων οδήγησαν το Πανεπιστήμιο του Μπράντφορντ στη δημιουργία μιας «Ερευνητικής μονάδας πλαστικής χειρουργικής και εγκαυμάτων».
Η μονάδα αυτή συστάθηκε από τον καθηγητή Ντέιβιντ Σαρπ ο οποίος μερίμνησε για τη θεραπεία τουλάχιστον 258 ατόμων που είχαν υποστεί εγκαύματα. Πλέον, η κλινική εξειδικεύεται σε μοσχεύματα δέρματος και θεωρείται μια από τις καλύτερες στον κόσμο, στο είδος της.
www.bnsports.gr