Το έτος 1968 για την ΑΕΚ έχει δεδομένα -και δικαιολογημένα- συνδυαστεί με την ιστορική κατάκτηση του Κυπέλλου Κυπελλούχων στο μπάσκετ. Ωστόσο, το καλοκαίρι εκείνου του έτους, τέθηκαν οι βάσεις για μία σπουδαία πορεία και στο ποδόσφαιρο, που συχνά περνά σε δεύτερη μοίρα, αφήνοντας σε πρώτο πλάνο αυτήν έως τα ημιτελικά του Κυπέλλου UEFA το 1976-77 ή τα σύγχρονα «έπη» που γράφτηκαν απέναντι στη Ρεάλ Μαδρίτης.
Η «Ένωση», ως πρωταθλήτρια Ελλάδας, συμμετείχε στο Κύπελλο Πρωταθλητριών -που μετρούσε 14 χρόνια ζωής- για δεύτερη φορά στην ιστορία της. Η «απειρία» της δεν αποτέλεσε ανασταλτικό παράγοντα.
Ξεπέρασε τόσο το εμπόδιο της Ζενές Ες από το Λουξεμβούργο στον πρώτο γύρο, όσο αυτό και της πρωταθλήτριας Δανίας, Ακαντέμισκ Μπόλντκλουμπ, στον δεύτερο και έφθασε έως τα προημιτελικά του θεσμού, εξασφαλίζοντας πως θα είναι η πρώτη ελληνική ομάδα που θα παίξει την άνοιξη στην Ευρώπη.
Αντίπαλος της η άσημη στο σήμερα, αλλά τότε ποδοσφαιρική υπερδύναμη, Σπάρτακ Τρνάβα!
«Φάνταζε δύσκολο για την εποχή, αλλά είχαμε πολύ καλή ομάδα. Παπαϊωάννου, Σταματιάδης, Καραφέσκος, Σεραφείδης, Βεντούρης και άλλοι πόσοι παικταράδες σε εκείνη την ΑΕΚ. Πάνω από όλους αυτούς, ο προπονητής, ο αναμορφωτής της ομάδας, ο μεγάλος Μπράνκο Στάνκοβιτς!
Πίστευε πως οι ελληνικές ομάδες είχαν τεχνίτες, που αν αποκτούσαν καλύτερη φυσική κατάσταση και σκληράδα θα μπορούσαν να διεκδικήσουν ευρωπαϊκό τρόπαιο. Εμείς παίζαμε μπάλα. Ήμασταν ερασιτέχνες ακόμη, ενώ οι άλλοι ήταν επαγγελματίες. Κάναμε τρομερή προετοιμασία και παρότι επί Τσάκναντι κάναμε σκληρές προπονήσεις, με τον Στάνκοβιτς υπερβάλαμε.
Ο Παπαϊωάννου, για να καταλάβετε, που ήταν ο καλύτερος παίκτης στο ρόστερ, ήταν στην πρώτη γραμμή! Μαζί του οι μεγαλύτεροι σε ηλικία και καταξιωμένοι, Σταματιάδης και Σεραφείδης. Ήταν τέτοιο το κίνητρο για ευρωπαϊκή διάκριση, που αποδέχθηκαν όλοι τις αλλαγές. Άλλωστε, στο επέβαλε με τον τρόπο του. Ήταν 44 ετών, εμείς 22-23 και έτρεχε περισσότερο από εμάς. Εν τέλει, αποδείχθηκε πως άξιζε να κουραστούμε! Η υπερηφάνεια που φτάσαμε έως τα προημιτελικά του Κυπέλλου Πρωταθλητριών ήταν τεράστια!» αναφέρει ο Μιχάλης Συμιγδαλάς, όταν θυμάται όσα έζησε τέτοιες ημέρες πριν από 55 χρόνια!
Στην πρώτη αναμέτρηση με τη Σπαρτάκ Τρνάβα, η ΑΕΚ θα ηττηθεί με 2-1. Το εκτός έδρας γκολ του Νίκου Σεβαστόπουλου, όμως, κρατά ζωντανές τις ελπίδες για ανατροπή του σκορ στη Νέα Φιλαδέλφεια. Παρόλα αυτά, η ρεβάνς δεν θα εξελιχθεί ιδανικά.
Ο Σβετς θα γράψει το 1-0 στο 22ο λεπτό. Ο Μίμης Παπαϊωάννου θα ισοφαρίσει στο 77ο και θα δώσει εκ νέου θάρρος στην ομάδα του, αλλά το δεύτερο γκολ δεν θα έρθει. Ένα γκολ που, σύμφωνα με τη «μαρτυρία» του Μιχάλη Συμιγδαλά, το άξιζε!
«Σε εκείνη την εποχή, με ενωμένη την Τσεχοσλοβακία, η Σπάρτακ Τρνάβας ήταν η ραχοκοκαλιά της Εθνικής ομάδας που κατέκτησε το EURO οκτώ χρόνια αργότερα απέναντι στη Ρωσία. Φόβος δεν υπήρχε. Μόνο σεβασμός. Προφανώς το πιστέψαμε. Θα μπορούσαμε να είχαμε περάσει. Ακόμη θυμάμαι στον Παπαϊωάννου να γλιστρά στο ύψος του πέναλτι πριν σουτάρει. Τόσο κοντά φτάσαμε στο να σκοράρει και να προκριθούμε».
Η ΑΕΚ θα αποκλειστεί στα προημιτελικά και θα τερματίσει έκτη στο ελληνικό πρωτάθλημα, εξέλιξη φυσιολογική, αν αναλογιστεί κανείς πως από τα Χριστούγεννα κι έπειτα όλο το βάρος για την «Ένωση» είχε πέσει στην Ευρώπη.
«Ήμασταν οικογένεια. Υπήρχε στήριξη στον Έλληνα ποδοσφαιριστή, κάτι που δυστυχώς δεν συμβαίνει στη σημερινή εποχή. Κάναμε ομάδες από χώρες με 60 εκατ. ανθρώπους να υποκλίνονται σε μία χώρα 8 εκατομμυρίων τότε. Ήταν κομμάτι της επιτυχίας μας πως γνωριζόμασταν τόσο από τα κλιμάκια της Εθνικής Ελλάδας, όσο και από τους συλλόγους μας» θα εκμυστηρευθεί ο Μιχάλης Συμιγδαλάς και θα κλείσει το «κουτί των αναμνήσεων» από τα όσα σπουδαία συνέβησαν τη μακρινή, αλλά άκρως «κιτρινόμαυρη» σεζόν, του 1968-69!
Μια σεζόν που χωρίς να έχει το ιδανικότερο φινάλε, μισό αιώνα μετά, παραμένει χαραγμένη στην ιστορία της ΑΕΚ.
Φάνης Τσοκανάς
www.bnsports.gr