Ο Ντέγιαν Μποντιρόγκα «γενεθλιάζει» και έχει γίνει σύνθημα στα «χείλη» των φίλων του Παναθηναϊκού. Όλων. Όσων τον έζησαν και όσων τον βλέπουν από βίντεο. Σύνθημα θα είχε γίνει και ο «εκλιπών» Πέτροβιτς. Μία περίεργη ιστορία συνδέει τους δύο γιατί, η ζωή «σκαρώνει» φάρσες.
Σαν σήμερα (02/03) το 1973, ο Ντέγιαν Μποντιρόγκα, γεννήθηκε σε ένα χωριό που γεωγραφικά τοποθετείται στο μέσον της σημερινής Σερβίας. Ο μετέπειτα σταρ του ευρωπαϊκού μπάσκετ και εκ των αγαπημένων της «πράσινης» εξέδρας συνδέεται με μία ιστορία που δεν είναι τόσο γνωστή και που κινείται στο σύνορο της πραγματικότητας και της μυθολογίας. Ιδίως για τους φίλους του Παναθηναϊκού, η ιστορία αυτή συνοδεύεται με ένα μεγάλο «αχ» και ένα ακόμη μεγαλύτερο «τι θα γινόταν εάν…»
Η ανακάλυψη του Κρέζιμιρ Τσόσιτς από το «γκέτο» του Κλεκ
Το χωριό του Ντέγιαν, βρίσκεται κοντά στο Zρένιανιν. Ή μάλλον ορθότερα είναι το περίφημο Κλεκ. Στην πραγματικότητα, το μικροσκοπικό Κλεκ στα περίχωρα του Ζρένιανιν έμοιαζε με «γκέτο» καθώς απαριθμούσε περί τις 3.000 κατοίκους, εκ των οποίων, η απόλυτη πλειοψηφία ήταν Σέρβοι, με καταγωγή από τη Βοϊβοντίνα της Ερζεγοβίνης.
Η οικογένειά του αντιμετωπίστηκε με καχυποψία, όπως άλλωστε επέβαλλε το ψυχροπολεμικό πνεύμα της εποχής, καθώς το επώνυμο «Μποντιρόγκα» στερούταν σερβικής απόχρωσης και υποβάθρου, καθότι υποδήλωνε ταύτιση με ένα διαφορετικό φυλετικό στοιχείο σε μία ενωμένη Γιουγκοσλαβία που από τότε «έβραζε». Οι βοσνιακές ρίζες της οικογένειας Μποντιρόγκα δεν θα μπορούσαν να ξεχαστούν. Δεν είχε περάσει άλλωστε πολύς καιρός από τότε που ο Βάσο Μποντιρόγκα (πατέρας) εκδιώχθηκε από το Τρέμπινιε της Βοσνίας με στόχο να γλυτώσει από τις σφαγές που πραγματοποιούσαν τα γερμανικά στρατεύματα με την αφορμή την κάθοδό τους στη Βαλκανική (κατά τη διάρκεια του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου).
Ο Ντέγιαν έζησε μία ζωή που χαρακτηρίστηκε από μεγάλα παράδοξα. Αν και το χωριό του απείχε μόλις 70 χιλιόμετρα από τη σερβική πρωτεύουσα (Βελιγράδι) και ακόμη λιγότερα από το Νόβι Σαντ (αμφότερα με μεγάλες μπασκετικές ομάδες) εντούτοις, έκανε τα πρώτα του (μπασκετικά) βήματα στην ομάδα της Ζαντάρ, στη σημερινή Κροατία. Το ταλέντο του μικρού Ντέγιαν διέκρινε αμέσως ο τεράστιος Κρέζιμιρ Τσόσιτς, ο οποίος εκείνη την περίοδο είχε επιφορτιστεί με καθήκοντα αθλητικού διευθυντή στον κροατικό σύλλογο. Μάλιστα, θρυλείται πως ο Τσόσιτς ταξίδεψε ο ίδιος στο Κλεκ, προκειμένου να πείσει την οικογένεια Μποντιρόγκα να επιτρέψει στον μικρό να αγωνιστεί στη Ζαντάρ. Όπως κι έγινε.
Ο Μποντιρόγκα έκανε το ντεμπούτο του με τη φανέλα της Γιουγκοσλαβίας στο Ευρωμπάσκετ των μικρών το 1990 στην Ολλανδία, πλάι στον Ζέλικο Ρέμπρατσα, δίχως όμως να ξεχωρίσει. Την επόμενη χρονιά ωστόσο, στο Μουντομπάσκετ των μικρών στο Έντμοντον του Καναδά, το ταλέντο του Ντέγιαν «έλαμψε» και προκάλεσε… συζητήσεις.
«Τάνιεβιτς, μην γίνεσαι βλάκας, υπέγραψέ τον και δεν θα το μετανιώσεις ποτέ»
Σε μία από αυτές τις συζητήσεις, ενεπλάκη και ο εμβληματικός Μπόγκνταν Τάνιεβιτς. Όπως εξομολογείται ο ίδιος, τον Μποντιρόγκα συνόδευε το προσωνύμιο «λευκός» Τζόρνταν, καθώς η φυσική του θέση ήταν σούτινγκ γκαρντ, αλλά τα σωματικά του χαρακτηριστικά του επέτρεπαν να αγωνίζεται με την ίδια έφεση και στις πέντε θέσεις του παρκέ! Μαζί του στη Ζαντάρ αγωνιζόταν ο Άριαν Κόμαζετς, αλλά ο Μποντιρόγκα είχε προλάβει ήδη να απλώσει τη σκιά του και να σκεπάσει τον Κροάτη σταρ.
Παρά το γεγονός πως ο Ντέγιαν λατρεύτηκε ως επίγειος Θεός στο Ζαντάρ, το ξέσπασμα του εμφυλίου πολέμου το 1991, έφερε ορισμένες απρόβλεπτες συνέπειες και απομάκρυνε τον Μποντιρόγκα από την κροατική ομάδα. Επόμενος σταθμός, η ιταλική Τριέστε του μέντορά του Μπόγκνταν Τάνιεβιτς, ο οποίος στην αρχή ήταν σκεπτικός. «Τότε επιτρεπόταν να μεταγράψουμε μόνο δύο ξένους στις ομάδες και συνήθως φέρναμε Αμερικάνους παίκτες. Δεν ήμουν σίγουρος εάν θα έπρεπε να αποκτήσουμε τον Ντέγιαν» ομολόγησε ο έμπειρος κόουτς σε συνέντευξή του.
«Πως θα μπορούσα άλλωστε να υπογράψω ένα 18χρονο παιδί ως ξένο παίκτη;» δικαιολογείται στην ίδια συνέντευξη. «Τότε ο φίλος μου ο Τσόσιτς αποκρίθηκε, μην γίνεσαι βλάκας. Υπέγραψε τον μικρό και δεν πρόκειται να το μετανιώσεις».
Οι αμφιβολίες του Μαυροβούνιου προπονητή κάμφθηκαν, ωστόσο το συμβόλαιο του Μποντιρόγκα με τη Ζαντάρ βρισκόταν ακόμη σε ισχύ και αυτό αποτελούσε εμπόδιο. Και μάλιστα αξεπέραστο. Ο Μποντιρόγκα παρέμεινε για έναν ολόκληρο χρόνο ανενεργός. Παρόλα αυτά ο Τάνιεβιτς συνειδητοποίησε από τις πρώτες κιόλας προπονήσεις, τι ακατέργαστο διαμάντι διέθετε στα χέρια του. Ο «λευκός» Τζόρνταν πραγματοποίησε το ντεμπούτο του, με τα χρώματα της Stefanel Τριέστε την σεζόν 1992/1993. Ο Τάνιεβιτς λάτρεψε και υποκλίθηκε στον πιο πολύπλευρο παίκτη που έχει προπονήσει ποτέ.
«Ήταν τρομερά ανιδιοτελής και ομαδικός. Δεν έπαιρνε ποτέ σουτ και προσπάθειες στο ξεκίνημα των παιχνιδιών, καθώς ήθελε να δει σε τι κατάσταση βρισκόταν η υπόλοιπη ομάδα. Δεν ήταν καθόλου εγωιστής και πιστεύω πως η πρώτη του χρονιά στην Ιταλία, ήταν και η κορυφαία του».
Η τριπλή απογοήτευση που «σφυρηλάτησε» το μέταλλο πρωταθλητή!
Οι τρεις χαμένοι τελικοί Κόρατς (1994, 1995 και 1996) «πλήγωσαν» την περηφάνεια του Σέρβου, ο οποίος στη τελευταία του χρονιά με τα χρώματα της Stefanel (1997) πανηγύρισε το «ντάμπλ». Στο μεταξύ, η αναμονή για το επίσημο ντεμπούτο με την ανδρική ομάδα των «πλάβι» καλά κρατούσε, καθώς ένεκα των διεθνών κυρώσεων για την πρόκληση του εμφυλίου, η Σερβία συμμετείχε το 1995 σε Ευρωμπάσκετ. Σε εκείνο της Αθήνας. Και ο Μποντιρόγκα στο ντεμπούτο του με την ανδρική ομάδα και σε μετέπειτα γνώριμα για εκείνον λημέρια «έλαμψε». Με 12 πόντους μέσο όρο συνέδραμε τα μέγιστα στην κατάκτηση του χρυσού μεταλλίου. Το επόμενο καλοκαίρι, η συνεισφορά του στην κατάκτηση του αργυρού μεταλλίου στους Ολυμπιακούς της Ατλάντα του έδωσε το εισιτήριο να παίξει στη Ρεάλ Μαδρίτης του Ζέλικο.
Είναι μάλλον περιττό να αναφερθεί τι συνέβη τα επόμενα χρόνια στο πλάι του Ζέλικο Ομπράντοβιτς.
Η συγγένεια του Ντέγιαν με τον Ντράζεν!
Με τη φανέλα της Ρεάλ κατέκτησε ένα μόλις Κύπελλο Σαπόρτα. Ωστόσο, την περίοδο όπου θήτευε στη «Βασίλισσα» μία μάλλον απροσδόκητη ιστορία είδε το φως της δημοσιότητας. Και αυτό γιατί, η εφημερίδα El Mundo Deportivo δημοσίευσε ένα άρθρο το οποίο προκάλεσε σοκ.
Το άρθρο ανέτρεχε στο γενεαλογικό δέντρο της οικογένειας Μποντιρόγκα και της οικογένειας Πέτροβιτς. Και από την έρευνα αυτή προέκυψε το πολύ ενδιαφέρον εύρημα πως οι δύο μεγάλοι μπασκετμπολίστες συνδέονταν με συγγένεια! Ήταν ξαδέρφια δεύτερου βαθμού.
Τι θα γινόταν εάν…
Η γιαγιά του Μποντιρόγκα (Γκοσπάβα) λεγόταν Πέτροβιτς και ήταν αδερφή του παππού των Άτσα και Ντράζεν Πέτροβιτς, του οποίου το «νήμα» με τη ζωή κόπηκε κάπως άδοξα το 1993 και ενώ είχε συμφωνήσει να φορέσει την φανέλα του Παναθηναϊκού. Ο ξάδερφός του, ο Ντέγιαν φόρεσε τη φανέλα με το «τριφύλλι» στο στήθος το 1998 και έγραψε ιστορία. Από κάποια ειρωνεία της τύχης, οι δύο από τους εμβληματικότερους Ευρωπαίους παίκτες όλων των εποχών θα μπορούσαν να είναι ακόμη και συμπαίκτες στον Παναθηναϊκό. Παιχνίδια που παίζει όμως η μοίρα. Ταλεντάρες. Παικταράδες. Ξαδέρφια και παραλίγο συμπαίκτες στον Παναθηναϊκό του Παύλου και του Ζέλικο. Αλήθεια, τι θα γινόταν εάν…
Δημήτρης Τσάκνης