Ήταν 21 Ιανουαρίου 1963 όταν στο Λάγος της Νιγηρίας γεννήθηκε ο Χακίμ Ολάζουον. Το μπάσκετ τον κέρδισε, παρότι άρχισε να ασχολείται με αυτό σε ηλικία 15 ετών. Φόρεσε δις το δαχτυλίδι του πρωταθλητή και τα επιτεύγματά του εντός παρκέ είναι λίγο πολύ γνωστά. Ίσως, όμως, να είναι άγνωστη σε πολλούς μία ιστορία του 1995.
«Πώς μπορεί μια φτωχή εργαζόμενη μητέρα τριών αγοριών να αγοράσει παπούτσια της Nike ή της Reebok, που κοστίζουν 120 δολάρια το καθένα; Δεν μπορεί. Έτσι τα παιδιά θα κλέψουν αυτά τα παπούτσια από τα μαγαζιά ή από άλλα παιδιά. Ενίοτε σκοτώνουν για να τα αποκτήσουν», είχε πει κάποτε ο Χακίμ Ολάζουον καθιστώντας έτσι ξεκάθαρο ότι η ακρίβεια οδηγεί εύκολα στην παραβατικότητα και τη βία.
Η δήλωση αυτή δεν ήταν τυχαία. Ήδη από τη δεκαετία του ’80, με την Αμερική να κινείται σε ρυθμούς Μάικλ Τζόρνταν, τα «διαστημικά» Air Jordan έγιναν πάραυτα η νούμερο ένα επιλογή στην αγορά. Η τάση της εποχής ήταν ξεκάθαρη: όλο και περισσότερα νέα παιδιά και έφηβοι ήθελαν να γίνουν σαν τον Τζόρνταν. Και για να παίζουν όπως το είδωλό τους, θα έπρεπε φυσικά να είναι ντυμένα… αναλόγως.
Λόγω της υψηλής τιμής, η αγορά των «θρυλικών» παπουτσιών δεν ήταν μία εύκολη υπόθεση. Πράγμα που ώθησε όσους δεν μπορούσαν να ανταπεξέλθουν οικονομικά να στραφούν σε διαφορετικούς τρόπους για να τα αποκτήσουν. Τρόπους όχι θεμιτούς.
Παραβατικές συμπεριφορές άρχισαν να σημειώνονται, νέοι που φθονούσαν για να τα αγοράσουν, αλλά δεν μπορούσαν και αναγκάζονταν να στραφούν στο κλέψιμο ή, ακόμη χειρότερα, στη χρήση βίας. Δυστυχώς, αρκετές περιπτώσεις οδηγήθηκαν στα άκρα, οικογένειες θρήνησαν δικούς τους ανθρώπους. Από τη δεκαετία του 1980, του 1990, αλλά και μετέπειτα, όπως για παράδειγμα το -όχι και τόσο μακρινό- 2014, όταν ένας 16χρονος έπεσε νεκρός μετά από σφαίρα που δέχθηκε στην προσπάθειά του να κλέψει μία σπάνια έκδοση που είχε βγει στην κυκλοφορία.
Βλέποντας την κατάσταση να έχει ξεφύγει, ο Χακίμ Ολάζουον προσπάθησε με τον δικό του τρόπο όχι μόνο να καταπολεμήσει την έξαρση της βίας, αλλά και να φέρει σε πιο προσιτό πλαίσιο, για τους καταναλωτές και τις τσέπες την μέσων οικογενειών, τις τιμές των παπουτσιών που φορούσαν οι σταρ του ΝΒΑ.
Πώς επιχείρησε να το κάνει αυτό; Το 1995 υπέγραψε συμβόλαιο με την Spalding, με την εν λόγω εταιρεία να φέρνει στην κυκλοφορία το «The Dream», μια σειρά μπασκετικών σνίκερς που έφερε την υπογραφή του αστέρα των Χιούστον Ρόκετς.
Εκείνη τη χρονιά, οι Ρόκετς είχαν στεφθεί πρωταθλητές και μάλιστα για δεύτερη διαδοχική σεζόν, με τον Ολάζουον να αναδεικνύεται MVP στη σειρά των τελικών και των δύο πρωταθλημάτων. Με τον Μάικλ Τζόρνταν να ανακοινώνει την (προσωρινή) απόσυρσή του από το μπάσκετ το 1993, οι Ρόκετς βρήκαν την ευκαιρία να εκθρονίσουν τους Μπουλς από την κορυφή έχοντας για πρωταγωνιστή τον Νιγηριανό σέντερ.
Τα φώτα ήταν στραμμένα επάνω του, ο Ολάζουον προέβη στη συμφωνία με τη Spalding και οι δυο τους άρχισαν να κινούν τις διαδικασίες για να προωθήσουν στην αγορά την ιδέα του για τα νέα, φθηνά υποδήματα. Ωστόσο, τα πράγματα δεν εξελίχθηκαν όπως ίσως περίμενε.
Αν και η τιμή τους στα 34,99 δολάρια (32 ευρώ) ήταν πολύ πιο προσιτή από τα μοντέλα της Nike, η φήμη τους δε μπορούσε να συγκριθεί με εκείνη των Air Jordan. Κορυφαία καταστήματα πώλησης μπασκετικών ειδών της εποχής επέλεξαν να μην πουλάνε τα συγκεκριμένα παπούτσια, εκτιμώντας πως δεν θα είχαν μεγάλο όφελος.
Το πρόβλημα δεν είχε να κάνει με την ποιότητα, αλλά με την εμπορικότητά τους. Η επιλεκτικότητα και η αδηφαγία που χαρακτηρίζει τον καταναλωτισμό σε συγκεκριμένα brands δεν ακούγεται ως κάτι πρωτότυπο σήμερα. Το ίδιο ίσχυε και 30 χρόνια πριν.
Η Spalding ισχυρίστηκε ότι πούλησε 4 εκατομμύρια ζευγάρια της σειράς «The Dream», ωστόσο, εκτός του Ολάζουον, δεν χρησιμοποιήθηκαν από κάποιον άλλο διακεκριμένο μπασκετμπολίστα, είτε σε επαγγελματικό είτε σε κολλεγιακό επίπεδο.
Εν τέλει, αποδείχθηκε ως ένα μη κερδοφόρο εγχείρημα και μόλις πέντε έτη μετά, το 2000, ο Χακίμ Ολάζουον τερμάτισε το συμβόλαιό του με τη Spalding, δύο χρόνια πριν πέσει η «αυλαία» στη σπουδαία του καριέρα στο ΝΒΑ.
Προσπάθησε να κάνει κάτι πρωτόγνωρο. Να εξαλείψει τη βία που ταλάνιζε την αμερικανική κοινωνία των 90s με λάφυρο ένα ζευγάρι ακριβά «κουλ» παπούτσια. Αποδείχθηκε ότι ένα φθηνότερο μοντέλο δεν ήταν ικανό να αγγίξει, έστω, τη φήμη των Air Jordan.
Άρτεμις Κλεφτάκη
www.bnsports.gr