Το ποδόσφαιρο των προηγούμενων ετών και συγκεκριμένα του 20ου αιώνα, διέφερε σε παρά πολλούς τομείς με αυτό που υπάρχει στις μέρες μας, κάτι απολύτως λογικό, αφού η εξέλιξη σε όλα τα επίπεδα είναι ραγδαία και δεν θα μπορούσε να μείνει ανεπηρέαστο, το άθλημα με την μεγαλύτερη επιδραστικότητα στον πλανήτη. Ωστόσο, οι αλλαγές αυτές δεν επηρέασαν μόνο θετικά τον «Βασιλιά των Σπορ», αφού έχει χαθεί σε μεγάλο βαθμό, η «αγνή» μαγεία που προσέφεραν παίκτες όπως ο Στάνλεϊ Μάθιους.
Ο Άγγλος ποδοσφαιριστής ήταν μια ιδιαίτερη προσωπικότητα από τα πρώτα χρόνια της ζωής του και αυτό φαινόταν από τους τρόπους που σκαρφιζόταν, για να έχει άμεση επαφή με το ποδόσφαιρο. Σε ηλικία έξι ετών στο δωμάτιο του, είχε ένα κομμάτι κάρβουνο για μπάλα και στόχος του, μια εστία ζωγραφισμένη στον τοίχο, ενώ στη αυλή του σπιτιού του είχε τοποθετήσει τις καρέκλες της κουζίνας, για να κάνει εξάσκηση στις ντρίμπλες του. Παρ’ όλα αυτά, οι προτιμήσεις του πατέρα του ήταν τελείως διαφορετικές, αφού ως ερασιτέχνης πυγμάχος ήθελε να μυήσει τον γιο του στο άθλημα, χωρίς ωστόσο, να το καταφέρει στο τέλος. Η αγάπη για την «στρογγυλή θέα» όπως φαινόταν, ήταν μεγάλη.
Κάπως έτσι, ενσωματώθηκε στην ομάδα της Στόουκ Σίτι σε ηλικία 15 ετών και τρία χρόνια αργότερα υπέγραψε το πρώτο του επαγγελματικό συμβόλαιο. Η ικανότητα του στις προσποιήσεις σε μικρούς χώρους ήταν τεράστια και παρά το νεαρό της ηλικίας του κατάφερε να πάρει φανέλα βασικού στην ενδεκάδα της Στόουκ. Μάλιστα, τη σεζόν 1932-33 συμμετείχε σε 15 αγώνες του πρωταθλήματος και συνέβαλλε για την κατάκτηση του πρωταθλήματος της δεύτερης κατηγορίας, που συνδυαζόταν με την άνοδο στην πρώτη. Η απόδοση του ήταν τέτοια, που το 1934 σε ηλικία 19 ετών έκανε το ντεμπούτο του με την εθνικής Αγγλίας εναντίον της Ουαλίας και στα 21 του έτη είχε κερδίσει ήδη το μάξιμουμ επιτρεπόμενης αμοιβής για έναν ποδοσφαιριστή, αφού οδήγησε τη Στόουκ στην καλύτερη θέση της ιστορίας της στο αγγλικό πρωτάθλημα (4η).
Ενδεικτικό της αγάπης που λάμβανε από τον κόσμο, ήταν το γεγονός ότι στην αγωνιστική περίοδο 1937-38 διέρρεαν φήμες για δυσαρέσκεια στα αποδυτήρια εναντίον του, με την αποχώρηση του να είναι δεδομένη αλλά περίπου 4.000 κόσμος έκανε διαδήλωση για να παραμείνει στην Στόουκ, κάτι που εν τέλει έγινε. Διαφορετικές εποχές, με το συναίσθημα να παίζει κυρίαρχο ρόλο. Μετά τον δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο και συγκεκριμένα το 1947 ο Μάθιους έφυγε από την ομάδα που ανδρώθηκε και πήρε μεταγραφή στην Μπλάκμπουλ που ξόδεψε 11.500 λίρες, ένα ποσό-ρεκόρ για τα δεδομένα της εποχής.
Εκεί, έκανε άμεσα την διαφορά και ανακηρύχθηκε παίκτης της χρονιάς, ενώ οδήγησε την ομάδα του έως τον τελικό του Κυπέλλου Αγγλίας όπου ηττήθηκε με 4-2 από την Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ του Μπόμπι Τσάρλτον. Ο στόχος του FA Cup όμως, δεν βγήκε ποτέ από το μυαλό του Μάθιους και στις 2 Μαΐου του 1953 έδωσε μια «παράσταση» στο κατάμεστο Γούεμπλεϊ και υπό την παρουσία της Βασίλισσας Ελισάβετ. Αν και η Μπλάκμπουλ βρέθηκε πίσω στο σκορ με 3-1 από την Μπόλτον, κατάφερε να ανατρέψει το εις βάρος της αποτέλεσμα σε 4-3, με τον Μάθιους να «χορεύει» στο χορτάρι.
Το 1956 και σε ηλικία 41 ετών, ο Στάνλεϊ Μάθιους κατέκτησε το σημαντικότερο ατομικό βραβείο παγκοσμίως, αφού του δόθηκε η πρώτη Χρυσή Μπάλα που διοργάνωνε το «France Football», βγαίνοντας νικητής από την… μάχη με σπουδαία ονόματα, όπως Αλφρέδο ντι Στέφανο, Φέρεντς Πούσκας και Ραϊμόν Κοπά.
Τα εντυπωσιακά του επιτεύγματα είχαν και συνέχεια, αφού το 1961 στα 46 του έτη επέστρεψε στην αγαπημένη του, Στόουκ Σίτι και παρά την τραγική κατάσταση που βρισκόταν εκείνη την περίοδο, κατάφερε να κατακτήσει το πρωτάθλημα της δεύτερης κατηγορίας και να της δώσει το εισιτήριο για τα «σαλόνια» του αγγλικού ποδοσφαίρου. Δύο χρόνια αργότερα σε ηλικία 48 ετών, βραβεύτηκε ως ο κορυφαίος ποδοσφαιριστής της χρονιάς στην Αγγλίας, 15 χρόνια αφότου έγινε ο πρώτος νικητής του βραβείου. Ένας απίστευτα βιονικός αθλητής που ανταπεξήλθε στο κορυφαίο επίπεδο σε τόσο μεγάλη ηλικία, σε μια εποχή χωρίς τους εξοπλισμούς που παρέχουν σήμερα οι ομάδες στους ποδοσφαιριστές.
«Μεγάλωσα σε μια εποχή όπου ήταν θεός για όσους από εμάς φιλοδοξούσαν να παίξουν ποδόσφαιρο. Ήταν ένας αληθινός τζέντλεμαν και δεν θα ξαναδούμε όμοιο του ποτέ» είχε αναφέρει ο θρύλος της Μίντλεσμπρο, Μπράιαν Κλαφ για τον Άγγλο εξτρέμ.
Οι διακρίσεις δεν σταμάτησαν για τον Στάνλεϊ Μάθιους, αλλά εκείνη στις 1 Ιανουαρίου του 1965 δεν χωράει αμφιβολία, ότι ήταν η πιο ξεχωριστή αφού δεν αφορούσε μονάχα το ποδόσφαιρο. Συγκεκριμένα, η βασίλισσα της Αγγλίας, Ελισάβετ, τίμησε τον Μάθιους με τον τίτλο του ιππότη για τις υπηρεσίες του στο άθλημα κι έγινε ο πρώτος ποδοσφαιριστής που το κατάφερνε κάτι τόσο σπουδαίο. Εκείνη η χρονιά ήταν και η τελευταία του εντός των τεσσάρων αγωνιστικών γραμμών, με τον Μάθιους να ολοκληρώνει την καριέρα του σε ηλικία 50 ετών με 709 συμμετοχές με τις φανέλες των Στόουκ, Μπλάκμπουλ.
Ο «μυθικός» Πελέ είχε περιγράψει τον Μάθιους ως τον άνθρωπο που μπορούσε να δείξει πώς πρέπει να παίζεται το ποδόσφαιρο και εξακολουθεί να θεωρείται ως ένας από τους καλύτερους παίκτες που έχουν κοσμήσει το άθλημα, καθώς έγινε γνωστός για τις μαγευτικές του ικανότητες στην ντρίμπλα.
Στη συνέχεια ο Άγγλος δεν έφυγε από τα δρώμενα του ποδοσφαίρου, αφού έγινε πρεσβευτής του αθλήματος και για πολλά χρόνια ταξίδευε σε διάφορα μέρη του πλανήτη, προσπαθώντας να διδάξει στα μικρά παιδιά στα μυστικά του ποδοσφαίρου.
Ο Σερ Στάνλεϊ Μάθιους άφησε την τελευταία του πνοή στις 23 Φεβρουαρίου του 2000, σε ηλικία 85 ετών. Στη κηδεία του, στη γενέτειρά του συγκεντρώθηκαν 100.000 θαυμαστές του. Έξω από το νέο γήπεδο της Στόουκ Σίτι, το Britannia Stadium, έχει τοποθετηθεί το άγαλμα του, που αποτελεί σημείο αναφοράς στην περιοχή.
Ένας «θρύλος» του παγκόσμιου ποδοσφαίρου που κατάφερε να νικήσει τον χρόνο και να αποδείξει με τον καλύτερο τρόπο, ότι η αγάπη για ένα πράγμα είναι ικανή να οδηγήσει σε επιτυχίες και επιτεύγματα, που ίσως κανένας δεν φαντάζεται…