Retro Stories

Ζαν Μαρκ Μποσμάν: 28 χρόνια από τότε που ένας άγνωστος Βέλγος άλλαξε για πάντα το ποδόσφαιρο!

Ζαν Μαρκ Μποσμάν: 28 χρόνια από τότε που ένας άγνωστος Βέλγος άλλαξε για πάντα το ποδόσφαιρο!
Ήταν απομεσήμερο της 14ης Δεκεμβρίου 1995 όταν άρχισε να καθαρογράφεται μία δικαστική απόφαση που θα ανέτρεπε όλα όσα ίσχυαν ως τότε στο ποδόσφαιρο σε επίπεδο μεταγραφών!
Το BN Sports παρουσιάζει πώς ένας άγνωστος για τα αθλητικά του χαρίσματα ποδοσφαιριστής, ο Βέλγος, Ζαν Μαρκ Μποσμάν, κατόρθωσε να επηρεάσει το άθλημα όσο ελάχιστοι. 

«Τα πραγματικά θαύματα κάνουν λίγο θόρυβο», είχε πει κάποτε ο συγγραφέας του «Μικρού Πρίγκιπα» Αντουάν ντε Σαιντ-Εξυπερύ. Έτσι και ο Βέλγος- άσημος ποδοσφαιρικά- Ζαν Μαρκ Μποσμάν, έμελλε με την ακάματη προσπάθεια και το πάθος του για δικαιοσύνη να ρίξει γροθιά στο κατεστημένο και να αφήσει κληρονομιά πολύτιμη στους συναδέλφους του: Την εξασφάλιση ενός φαινομενικά αυτονόητου στη σημερινή εποχή κεκτημένου, μα στην πραγματικότητα «πολυαίματου» δικαιώματος της ελεύθερης επιλογής…

Το κουβάρι αρχίζει να ξετυλίγεται το 1990. Εκείνη την εποχή δηλαδή που ο νεαρός -τότε - μεσοεπιθετικός φορούσε τη φανέλα της RC Λιέγης. Το συμβόλαιο συνεργασίας, το οποίο είχε συνάψει με την ομάδα θα εξέπνεε σε μικρό χρονικό διάστημα. Η Λιέγη πρότεινε γερό «ψαλίδι» στις απολαβές του φιλόδοξου άσου. Ειδικότερα από τα 120.000 βελγικά φράγκα που καρπωνόταν μέχρι πρότινος, ο μισθός του προβλεπόταν να καταποντιστεί στα 90.000.

Όπως αναμενόταν, ο Μποσμάν απέστρεψε μετά βδελυγμίας το βλέμμα του από αυτήν την εξέλιξη, βολιδοσκοπώντας παράλληλα προτάσεις από άλλες ενδιαφερόμενες ομάδες. Θεμέλιος λίθος στις διαπραγματεύσεις με τον εκάστοτε «μνηστήρα» στη σκέψη του Μποσμάν, βέβαια, ενείχε το να κερδηθούν ευνοϊκότεροι  οικονομικοί όροι για αυτόν. Έπειτα από έναν κύκλο επαφών με συλλόγους, η Ντανκέρκ, ομάδα στη Β΄ κατηγορία της Γαλλίας, του κατέθεσε την πιο συμφέρουσα πρόταση.

Παρόλα αυτά, η Λιέγη βροντοφώναξε ένα μεγαλοπρεπέστατο «όχι» στο γαλλικό κλαμπ. Θεώρησε ότι η Ντανκέρκ δεν ήταν σε θέση να καλύψει το κόστος της μεταγραφής. Εκείνη την εποχή υπήρχε νόμος σύμφωνα με τον οποίο θα έπρεπε να καρπωθεί χρηματικό ποσό ακόμα και η ομάδα από την οποία θα έφευγε ο παίκτης. Όσο για το τι ήθελε ο πρωταγωνιστής; Φυσικά ούτε λόγος, αφού τα συμβόλαια που υπογράφονταν τόσα χρόνια πρινείχαν περισσότερο χαρακτήρα φυλάκισης, ώστε οι εργοδότες να κρατούν δέσμιους τους ποδοσφαιριστές. Μάλιστα, όχι μόνο αυτό, αλλά η Λιέγη ενήργησε ετσιθελικά και απεφάνθη ότι οι απολαβέςτου αποστάτη θα έπρεπε να συρρικνωθούν, προφανώς δίκην τιμωρίας, κατά 70%.  

Παράλληλα, ο Μποσμάν βρέθηκε να παίζει με τις «ρεζέρβες» της ομάδας, ένα ακόμη μέτρο το οποίο έβγαλε από τη φαρέτρα της η Λιέγη ως μοχλό πίεσης προς το πρόσωπό του. Παρ’ όλες τις απολυταρχικές πρακτικές δεν ενέδωσε, καθώς ήταν διατεθειμένος να ξεσκεπάσει την κατάφορη αδικία που βαπτιζόταν «κανονικότητα» με κάθε κόστος. 

Προσέλαβε μια ομάδα δικηγόρων και με προμετωπίδα της στρατηγικής του τη Συνθήκη της Ρώμης του 1957, η οποία προέβλεπε ρητά και κατηγορηματικά ότι κάθε εργαζόμενος είναι ελεύθερος να εργάζεται σε όποια χώρα – μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης επιθυμεί, επιχείρησε να ξηλώσει το αυταρχικό καθεστώς. Μόνο εύκολο δεν έμοιαζε το εγχείρημα, αφού οι ιθύνοντες σφύριζαν αδιάφορα και έκλειναν τα μάτια μπροστά σε ό,τισυνέβαινε, με συνέπεια η παραπάνω συνθήκη να μην εφαρμόζεται όσον αφορά στην ποδοσφαιρική σφαίρα. 

Ως εκ τούτου, η απόρριψη των ισχυρισμών του ποδοσφαιριστή από Βελγική Ομοσπονδία και UEFA αντίστοιχα, έμοιαζαν τόσο αναμενόμενα όσο η δύση του ηλίου. Με αυτόν τον τρόπο, η προσφυγή στο Ανώτατο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο φάνταζε προδιαγεγραμμένη, όπως άλλωστε και έγινε.

Πέντε χρόνια αργότερα, συγκεκριμένα στις 15 Δεκεμβρίου 1995, θα έμπαινε οριστικά τέλος στη δικαστική διαμάχη με μια απόφαση-σταθμό που συντάραξε συθέμελα το τοπίο και διαφοροποίησε εκ βάθρων το άθλημα. Το πόρισμα δεν άφηνε πλέον καμία σκιά αμφισβήτησης: κάθε ποδοσφαιριστής που είναι πολίτης χώρας της Ευρωπαϊκής Ένωσης θα μπορεί να αγωνίζεται χωρίς περιορισμούς σε οποιαδήποτε ομάδα της Ένωσης. Ο παίκτης θα είναι ελεύθερος να επιλέξει την ομάδα της αρεσκείας του, για να συνεχίσει την καριέρα του και θα έχει το δικαίωμα να διαπραγματευτεί με τη λήξη του συμβολαίου του, χωρίς η παλιά του ομάδα να έχει οικονομικές απαιτήσεις γιααυτόν. Δηλαδή, επετράπη στους κοινοτικούς επαγγελματίες ποδοσφαιριστές να μεταγράφονται ελεύθερα εντός της Ευρωπαϊκής Ένωσης,όταν λήγει το συμβόλαιό τους με κάποιο σύλλογο.

Οι πλανήτες είχαν στοιχηθεί στη σωστή σειρά και η FIFA  τον μετέτρεψε άμεσα σε διεθνή κανονισμό. Οι παίκτες είχαν πάψει να είναι προσκολλημένοι σαν βδέλλες στους συλλόγους τους.

«Ήταν πραγματικά μια κατάσταση η οποία δεν γινόταν να παραμείνει και αποτέλεσε τεράστιο βήμα για τους παίκτες και τις καριέρες τους», ανέφερε με νόημα ο καθηγητής Sports ManagementΣτέφαν Σιμάνσκι.

Ο περίφημος «Νόμος Μποσμάν» τον οποίο τόσοι και τόσοι αστέρες ομόλογοί του θα χρησιμοποιούσαν στο μέλλον για την προσωπική τους ευημερία και ανέλιξη είχε μόλις εγκαθιδρυθεί. 

«Είμαι περήφανος γιατί έκανα ό,τιμπορούσα για να βοηθήσω τους ποδοσφαιριστές και να κυνηγήσω το όνειρό μου. Πρέπει όλοι να καταλάβουν ότι έπραξα ό,τι μου υπαγόρευε η συνείδησή μου. Και ας μην γελιέται κανείς : Αν δεν ήμουν εγώ, κάποιος άλλος θα είχε βγει μπροστά για να αμφισβητήσει το σύστημα…», υπογράμμιζε με αίσθημα αλτρουισμού στο περιοδικό της UEFA.

Η συγκεκριμένη αποτελούσε μια από τις πολλές τομές στο άθλημα, όπως αποδείχθηκε, μιας και τη διαδέχθηκαν αρκετές. Η πλάστιγγα στη ζυγαριά γέρνει σαφώς προς το όφελος. Πάντως, από τη στιγμή που στη συνέχεια καταργήθηκε ο περιορισμός που υπαγόρευε ότι οι σύλλογοι είχαν δικαίωμα να αποκτήσουν μέχρι τρεις ξένους, μια μερίδα όχι άδικα σε κάποιες περιπτώσεις υποστηρίζει ότι  έχει χαθεί το μέτρο. Σήμερα, ορισμένες ομάδες ανά τον πλανήτη φαίνεται να έχουν απολέσει κάθε στοιχείο εθνικής ταυτότητας. Συχνά η βασική τους εντεκάδα αποτελείται σχεδόν εξ ολοκλήρου από μη γηγενείς ποδοσφαιριστές.   

Ο προσωπικός «Γολγοθάς»

Επειδή, όμως, τα πιο ευφάνταστα σενάρια τα γράφει η ζωή, την ίδια στιγμή ο Μποσμάν δίχως να το γνωρίζει, πατούσε το κουμπί της αυτοκαταστροφής του. Η τούρτα της μεγαλειώδους νίκης μπαγιάτεψε γρήγορα και όσα ακολούθησαν σε προσωπικό επίπεδο έμοιαζαν σαν κρύο ντους, σαν μαύρος καφές, σαν κακόγουστο αστείο…

Το νόμο τον χρησιμοποίησαν άπαντες οι κατοπινοί συνάδελφοι εκτός από τον ίδιο! Όχι μόνο δεν πήρε την πολυπόθητη μεταγραφή για τη Ντανκέρκ, αλλά τερμάτισε άδοξα την καριέρα του το 1996, ενώ σήμερα  παλεύει να επιβιώσει. 

Ο Βέλγος έλαβε ως αποζημίωση από τη πολύκροτη διαμάχη του περίπου 15.000.000 δολάρια , μα τα περισσότερα χρήματα καταβλήθηκαν για τα δικαστικά του έξοδα.

Σύντομα παγιδεύτηκε στον σκοτεινό κόσμο του αλκοολισμού, ενώ έπαιρνε αντικαταθλιπτικά χάπια και συντηρούνταν από κρατικό προνοιακό επίδομα. 

«Ποτέ δεν έλαβα το σεβασμό που μου άρμοζε» 

Σε μεταγενέστερες δηλώσεις του το 2011 δεν είχε κρύψει την πικρία του για το γεγονός πως ο ίδιος δεν έλαβε αυτό που του αναλογούσε, βάσει όσων προσέφερε: «Δεν έχω το δικαίωμα να λάβω ούτε επίδομα ανεργίας, όμως είμαι εκείνος που έδωσα δικαιώματα σε όλους τους ξένους ποδοσφαιριστές να μετακινούνται ελεύθερα δίχως περιορισμούς. Έκανα κάτι που ουδείς άλλος ποδοσφαιριστής τόλμησε. Συνέτριψα το σύστημα της σκλαβιάς και της εξάρτησης, όμως κατέστρεψα τη ζωή μου. 

Θα επιθυμούσα μία μικρή αναγνώριση των αγώνων μου. Υπέφερα πολύ, γιατί δεν έλαβα τον σεβασμό που μου άρμοζε από τους ποδοσφαιριστές.

Υπάρχουν παίκτες που βγάζουν 300.000 τον μήνα. Εγώ ποτέ δεν το είχα αυτό. Αν το είχα για έναν χρόνο, θα ζούσα άνετα για το υπόλοιπο της ζωής μου».

Τελικά, επιβεβαιώνεται πλήρως το ρητό: «Ουδείς αχαριστότερος του ευεργετηθέντος»…

www.bnsports.gr 

Ρoή Ειδήσεων

Δείτε επίσης



0