Ονομάζεται «Αυτοκράτορας» της ελληνικής υδατοσφαίρισης και όχι άδικα. Τα όσα εντυπωσιακά έπραξαν οι αθλητές του μέσα στο νερό τις πρότερες δεκαετίες, μνημονεύονται με δέος και θα ενθυμούνται νυν και αεί. Το χρήμα όμως και την ισχύς αυτού, ουδείς μπόρεσε να τα υπερβεί κατ’ εξακολούθηση. Ένας «πιστός στρατιώτης» του Εθνικού, ο Μάρκελος Σιταρένιος ανακαλεί στο BN Sports πάλαι ποτέ εποχές χωρίς να εθελοτυφλεί, κάνοντας ιδιαίτερη μνεία στα ανδραγαθήματα των Εθνικών ομάδων και τον ρόλο των προπονητών.
Συνέντευξη στον Μάνο Φυρογένη
Για να θυμούνται οι παλαιοί και να μαθαίνουν οι νεότεροι. Η γέννηση της υδατοσφαίρισης βρίσκεται πίσω στο χρόνο και για όσα περήφανα καπηλευόμαστε στις μέρες μας, κάποιοι άλλοι – παρόντες και μη σε τούτον τον κόσμο – μόχθησαν, ίδρωσαν, πάλεψαν, θυσιάστηκαν. Έφεραν τον τίτλο του «πατριάρχη» και του «παντοκράτορα», πέτυχαν αμύθητα ρεκόρ που όμοιά τους ούτε ο «λαμπερός» Ολυμπιακός της τελευταίας 15ετίας δεν έχει καταφέρει. Γίνεται άλλωστε να ονομαστεί κάποιος «Αυτοκράτορας» χωρίς δείγματα γραφής; Φυσικά και όχι. Τα όσα πέτυχε το πόλο ανδρών του Εθνικού τις ξεχασμένες στο χρόνο δεκαετίες, μένουν αναλλοίωτα σε όσους τα έζησαν ή ακόμα ακόμα, σε όσους άκουσαν για αυτά. Διότι όλοι πρέπει να ξέρουν.
Τίποτα όμως, όσο φανταχτερό και αν μοιάζει, δεν κατορθώνει να αποφύγει από το διάβα του τη φθορά. Είναι προκαθορισμένη, προμελετημένη. Ακόμα και για το σύλλογο με τα 18 συνεχόμενα πρωταθλήματα, εκ των οποίων τα 16 ήταν αήττητα ή αργότερα των 14 αναπάντητων τίτλων (τα 9 χωρίς να υποστεί ήττα), θα έρθει η στιγμή που θα βιώσει την παρακμή, την πτώση. Και πλέον ο Εθνικός μπορεί να έχει χάσει την αίγλη του παρελθόντος, παρά την προσπάθεια που γίνεται και στα δύο τμήματα ανδρών και γυναικών τα τελευταία χρόνια, παρόλα αυτά εξακολουθεί να κρατά τα… πρωτεία με 38 (!) πρωταθλήματα. Μία ολόκληρη «Αυτοκρατορία».
Ξεχνώντας τις ρίζες μας, παραγκωνίζουμε και ταυτόχρονα μειώνουμε το σήμερα. Η ενθύμηση – και όχι η προσκόλληση ή εμμονή – σε αυτές είναι μείζονος σημασίας ζήτημα και απαραίτητο εχέγγυο για την εξέλιξη. Κάτι τέτοιο όμως, δεν θα μπορούσε να επιτευχθεί χωρίς τη συνεισφορά των ίδιων των πρωταγωνιστών, ανακαλώντας μνήμες και στιγμές, τη ζωντανή ιστορία ενός συλλόγου, ενός τμήματος, μιας ιδέας.
Η ιδέα απλή. Να έρθει και πάλι στον… αφρό, έστω και μέσα από τις λέξεις, ο «πληγωμένος γίγαντας» της ελληνικής υδατοσφαίρισης. Τι καλύτερο λοιπόν από μία «καθαρή», χωρίς παρωπίδες, κουβέντα με έναν από τους αθλητές/μέλη που τίμησαν τον Εθνικό όσο λίγοι, όλα αυτά τα χρόνια. Έναν άνθρωπο που μαζί με τους υπόλοιπους ταλαντούχους πολίστες τις γενιάς του, πήραν τον κραταιό «Αυτοκράτορα» από το χέρι και μεγάλωσαν τη δυναστεία του στις δεκαετίες των 70ς’ και 80ς’.
Το BN Sports λοιπόν, επικοινώνησε με τον πάντα πρόθυμο, ρεαλιστή και «μέσα στα πράγματα» Μάρκελο Σιταρένιο, παρέα με τον οποίο θυμήθηκε το μέγεθος της αλησμόνητης εκείνης ομάδας. Επειδή όμως όπως εξελίσσεται η κοινωνία έτσι αλλάζει και ο αθλητισμός, ο 256 φορές διεθνής και Ολυμπιονίκης με το εθνόσημο το 1980 και 1984, παραθέτει την άποψή του και για τα πιο «φρέσκα κουλούρια». Ένας άνθρωπος που έχει διατελέσει στο παρελθόν υψηλόβαθμο μέλος σε διεθνείς φορείς και ο οποίος υμνεί την ελληνική υδατοσφαίριση, παρουσιάζοντας ταυτόχρονα τις παθογένειές της. Αυτές που στην ουσία δεν περνούν από το… χέρι της. Και αναρωτιέται φωναχτά, που θα βρισκόταν τώρα το εγχώριο «προϊόν» αν οι συνθήκες ήταν ευνοϊκότερες, αν υπήρχαν περισσότερα κολυμβητήρια και αν οι αρμόδιοι του έδιναν την προσοχή που του αρμόζει και του αξίζει. Ιδού η απορία.
Είναι γεγονός πως παρά την απουσία από τους τίτλους τα τελευταία χρόνια και την ανάδυση του Ολυμπιακού, το έτερον ήμισυ του Πειραιά, ο Εθνικός εξακολουθεί να διατηρεί τα πρωτεία σε πολλούς στατιστικούς τομείς. Δεκαοχτώ σερί πρωταθλήματα από το 1953 μέχρι το 1970 και άλλα δεκατέσσερα από το 1972 μέχρι και το 1985, στα οποία και υπήρξε ενεργό μέλος ο Μάρκελος Σιταρένιος. Το ερώτημα είναι εύλογο και προφανές. Πως δεν τον έχουν ξεπεράσει;
«Οι εποχές πλέον έχουν αλλάξει», ξεκινά ο συνομιλητής και θέτει εξ’ αρχής τον άξονα του «ναι μεν, αλλά». «Μιλάμε για την ιστορία ενός σωματείου που διήρκησε από το 1950 μέχρι και το 90΄περίπου. Ήταν Παντοκράτορας ο Εθνικός, είχε την άμεση επαφή με τους τίτλους. Έκτοτε άλλαξαν τα δεδομένα, μπήκαν περισσότερο τα χρήματα στη μέση καθώς και το πρεστίζ συλλόγων, όπως είναι αυτό του Ολυμπιακού που από ένα σημείο και μετά πήρε τα σκήπτρα. Ο Εθνικός έχασε το δρόμο του στις αρχές της δεκαετίας του 2000. Τότε που ήταν και πάλι κοντά στους τίτλους, όμως δυστυχώς έμεινε χωρίς χορηγίες και τον μεγάλο του αρωγό, τον Γιώργο Βασιλόπουλο ο οποίος εγκατέλειψε εντελώς το άθλημα και το σύλλογο».
«Συνάντησα ένα τρομερά δεμένο σύνολο εντός και εκτός κολυμβητηρίου»
Μια ομάδα όμως, δεν γίνεται «Αυτοκράτορας» από τη μία μέρα στην άλλη. Μεσολαβεί χρόνος προσπάθειας και «χτισίματος». Σταθερών βάσεων και ασφαλών πεπατημένων.
«Εγώ βρήκα μία κατάσταση εκεί που με εντυπωσίασε ευθύς αμέσως. Πήγα με μεταγραφή στον Εθνικό το 1972 και συνάντησα ένα τρομερά δεμένο σύνολο εντός και εκτός κολυμβητηρίου. Το ταλέντο περίσσευε φυσικά. Οι βάσεις όμως είχαν μπει αρκετά νωρίτερα. Ο Εθνικός, χάρις κυρίως την τριάδα των Γαρύφαλλου, Καλπαμανώλη, Θυμαρά και των άλλων παιδιών, είχε δημιουργήσει μία πετυχημένη… φόρμουλα. Στη συνέχεια, το 1968 πήραν τα ηνία οι νεότεροι όπως ο Θωμάς Καραλόγος, ο Κούλης Ιωσηφίδης, ο Αργύρης Κεχαγιάς, ο Δημήτρης Κώνστας και μετά ήρθαμε και εμείς που προσθέσαμε και το κάτι παραπάνω, κάτι πιο μοντέρνο θα έλεγα. Είμασταν πιο κολυμβητικοί, πιο γρήγοροι εμείς. Δώσαμε έναν άλλο ρυθμό στο άθλημα τον οποίο δεν μπορούσαν να ακολουθήσουν δυστυχώς οι άλλες ομάδες και κυρίως ο Ολυμπιακός που ήταν ο άμεσος αντίπαλος του Εθνικού στη διεκδίκηση των τίτλων».
«Πονάγαμε όλοι μαζί και χαιρόμασταν όλοι μαζί»
Το δέσιμο ωστόσο δεν έμεινε μόνο στο νερό και τις αγωνιστικές υποχρεώσεις και αυτό ήταν εν πολλοίς το κλειδί της… αυτοκρατορίας, σύμφωνα με τον Μάρκελο Σιταρένιο.
«Μια ομάδα, δεν είναι μόνο οι ώρες της προπόνησης και οι αγώνες. Δεν είναι μόνο τα συστήματα και οι αυτοματισμοί. Η αγάπη που δημιουργείται μεταξύ των αθλητών στα αποδυτήρια κυρίως αλλά και έξω από την πόρτα του κολυμβητηρίου, είναι εκείνη που θεμελιώνει το σύνολο, το κάνει συμπαγές. Οι από κοινού έξοδοι, η παρέα, οι ίδιοι στόχοι και το ταυτόσημο ενδιαφέρον αντικατοπτρίζεται και στο νερό. Πονάγαμε όλοι μαζί και χαιρόμασταν όλοι μαζί. Δεν υπήρχε κάποιος που βρισκόταν εκτός κλίματος και αυτό έπαιξε σημαντικό ρόλο στις επιτυχίες».
«Το πόλο τότε παιζόταν κατά κύριο λόγο στον Πειραιά»
Η άτυπη αντιπαλότητα ανάμεσα στον Εθνικό και τον Ολυμπιακό βοήθησε τις δύο ομάδες να μεγαλώσουν και να δυναμώσουν. Έκανε καλό στο άθλημα η τοπική τους συνύπαρξη, όπως συμβαίνει συνήθως σε όλα τα σπορ, παντού στον κόσμο.
«Είναι το Ολυμπιακός-Παναθηναϊκός ή ΑΕΚ και τούμπαλιν στο ποδόσφαιρο, το Ρεάλ Μαδρίτης-Μπαρτσελόνα στην Ισπανία, το Ίντερ-Μίλαν. Ο ανταγωνισμός/συναγωνισμός των ομάδων στην ίδια πόλη παίζει πάντα το ρόλο του. Και κακά τα ψέματα, το πόλο τότε παιζόταν κατά κύριο λόγο στον Πειραιά και αυτό βοήθησε στην εξέλιξη του αθλήματος. Και οι δύο ομάδες βοήθησαν. Οι Εθνικές ομάδες στελεχώνονταν με παίκτες από τα δύο αυτά κλαμπ και οι επιτυχίες με το εθνόσημο είχαν φυσικά ως… καθρέφτη τη δουλειά που γινόταν στους δύο αυτούς συλλόγους»
«Είχαμε απογοητευτεί τόσο πολύ που θεωρήσαμε ότι δεν μπορούσαμε να προσφέρουμε κάτι περισσότερο».
Το 2009, το τμήμα υδατοσφαίρισης του Εθνικού βίωσε την πιο μαύρη – αγωνιστικά τουλάχιστον διότι έχασε κάποια χρόνια πίσω και έναν εν ενεργεία αθλητή του, μεγάλο ταλέντο και πολύ καλό άνθρωπο, τον Νώντα Σαμαρτζίδη – σελίδα στην πολύχρονη ιστορία του (έτος ίδρυσης 1923). Υποβιβάστηκε για πρώτη φορά μετά από 81 ολόκληρα χρόνια στη δεύτερη εθνική κατηγορία (Α2) και η εξέλιξη αυτή ήρθε… φυσικά θα έλεγε κανείς μετά τη φυγή του βασικού χρηματοδότη, του κύριου Βασιλόπουλου.
«Στα ερασιτεχνικά αθλήματα, ο βασικός οικονομικός αρωγός είναι το Α και το Ω. Ειδικά σε συλλόγους που δεν στηρίζονται στα ‘’ισχυρά’’ αθλήματα όπως το ποδόσφαιρο και το μπάσκετ και δεν χαίρουν οικονομικής ευρωστίας σε αυτά. Ειδικά τη δεκαετία του 2000, όπου έμπαιναν όλο και περισσότεροι χορηγοί στο άθλημα. Στην εποχή τη δική μου δεν υπήρχαν αυτά. Εμείς δεν παίζαμε για τα λεφτά. Δεν υπήρχαν χρήματα για να παίξουμε για συμβόλαια. Όταν μπήκαν τα χρήματα άλλαξε το σκηνικό και τότε ο Εθνικός είχε την τύχη να τον στηρίξει ένα μεγάλο κεφάλαιο του κλαμπ, παλιός αθλητής του, ο Γιώργος Βασιλόπουλος. Εκείνος πήρε στους… ώμους του το τμήμα για μια τετραετία, κέρδισε ο Εθνικός επί των ημερών του και ένα πρωτάθλημα. Ήταν ανταγωνιστική τότε η ομάδα. Μία προστριβή όμως μεταξύ παραγόντων τότε, έστρεψαν τον κύριο Βασιλόπουλο προς την πόρτα της εξόδου και μαζί με εκείνον έφυγαν και άλλοι όπως και εγώ. Είχαμε απογοητευτεί τόσο πολύ που θεωρήσαμε ότι δεν μπορούσαμε να προσφέρουμε κάτι περισσότερο».
«Εύχομαι να ζήσει ημέρες Αυτοκρατορίας ο Εθνικός αλλά θέλει οικονομική υπερπροσπάθεια»
Τα τελευταία χρόνια, τόσο στο τμήμα ανδρών όσο και σε αυτό των γυναικών γίνονται προσπάθειες για την εκ νέου αναρρίχηση του συλλόγου, παρά τις ρεαλιστικές δυσκολίες. Και αυτό είναι κάτι που ένας αγνός φίλος του Εθνικού αλλά και της υδατοσφαίρισης, μόνο ως θετικό μπορεί να το εκλάβει.
«Είναι αλήθεια, γίνονται κάποιες προσπάθειες και χαίρομαι πραγματικά γι’ αυτό. Με τα πενιχρά οικονομικά μέσα που έχουν οι άνθρωποι αυτοί που τρέχουν το σύλλογο, προσπαθούν να δώσουν το κάτι παραπάνω ούτως ώστε ο Εθνικός να βρίσκεται και πάλι στις πρώτες θέσεις. Ας μην ξεχνάμε και το γυναικείο τμήμα βέβαια που έχει καταφέρει και εκείνο σπουδαία πράγματα, με πιο πρόσφατη την κατάκτηση του Len Trophy. Η αλήθεια είναι ότι σήμερα, με τα χρήματα να αποτελούν το βασικό παράγοντα Χ, αν δε βρεθούν άνθρωποί που θα μπορέσουν οικονομικά να στηρίξουν το σωματείο, δυστυχώς δεν μπορούμε να δούμε κάτι αντίστοιχο όπως αυτό που γινόταν τις τότε δεκαετίες με τα συνεχόμενα πρωταθλήματα. Θα ευχόμουν να γυρίσει εκεί αλλά ας είμαστε ρεαλιστές, χρειάζεται οικονομική υπερπροσπάθεια».
«Τον έχει ανάγκη το άθλημα τον Εθνικό»
Αλήθεια όμως, πόσο ανάγκη έχει το ελληνικό πόλο έναν ισχυρό Εθνικό;
«Τον έχει ανάγκη το άθλημα τον Εθνικό, θα είναι ευεργετικό να δυναμώσει ξανά και να φτιαχτεί εκ νέου το δίπολο του Πειραιά. Γίνονται προσπάθειες και από άλλα σωματεία βέβαια εδώ και χρόνια. Όπως η τεράστια προσπάθεια που γίνεται στη Θεσσαλονίκη από τον ΠΑΟΚ. Είναι πολύ σημαντικό να φτιαχτεί μια δύναμη πυρός και σε άλλα μέρη της Ελλάδας για να γιγαντωθεί και άλλο το άθλημα», τόνισε ο κύριος Σιταρένιος και πρόσθεσε με ζέση.
«Στις ηλικιακές κατηγορίες αυτή τη στιγμή η Ελλάδα είναι η πιο ισχυρή στον κόσμο»
«Έχετε καταλάβει που βρισκόμαστε σήμερα; Είμαστε στην κορυφή του κόσμου όχι μόνο στους άνδρες αλλά και στις γυναίκες. Στις ηλικιακές κατηγορίες αυτή τη στιγμή η Ελλάδα είναι η πιο ισχυρή στον κόσμο. Από την Παίδων/Κορασίδων μέχρι και την Νέων Ανδρών/Νεανίδων. Δεν είναι μικρό πράγμα αυτό. Είναι αρκετοί οι σύλλογοι που δουλεύουν σκληρά και σε υψηλά πρότυπα σήμερα. Πρέπει να δοθούν συγχαρητήρια σε αυτούς και στους προπονητές, οι οποίοι στις μέρες μας είναι απίστευτα καταρτισμένοι. Το φαινόμενο Ελλάδα σήμερα στο Παγκόσμιο πόλο οφείλεται στους προπονητές των συλλόγων και κυρίως των εθνικών ομάδων. Είναι παιδιά που δουλεύουν πολύ, με αγάπη και μεράκι. Μένουν περισσότερο στο χώρο, παρότι σβήνουν τα φώτα και οι προβολείς για να διδάξουν τα παιδιά και τους αξίζουν πολλά συγχαρητήρια. Αυτοί πρέπει να παίρνουν τα ‘’μπράβο’’, σε αυτούς ανήκουν».
«Δεν είναι φωτοβολίδα το ελληνικό πόλο».
Η ελληνική επιτυχία στον υγρό στίβο δεν είναι… ουρανοκατέβατη. Κάθε καλοκαίρι η «Επίσημη Πετυχημένη», άνδρες, γυναίκες, παιδιά, έφηβοι, κορασίδες φέρνουν τα μετάλλια με το… τσουβάλι, κοιτάζοντας στα μάτια σχολές παραδοσιακές, πιο ενδελεχώς προσεγμένες.
«Δεν είναι φωτοβολίδα το ελληνικό πόλο. Εδώ και αρκετά χρόνια πρωταγωνιστεί η χώρα μας στο χώρο. Θυμάμαι το πρώτο μετάλλιο που πήραμε σαν Εθνική ομάδα στα κλιμάκια στην Ουγγαρία, ήμουν ‘’παρών’’ με το προπονητικό τιμ. Ήταν το πρώτο βήμα εκείνο το χάλκινο και από και έπειτα ξεκίνησε μία πορεία σταδιακά προοδευτική, η οποία έχει εξελιχθεί σε ξέφρενη τα τελευταία χρόνια. Η Ελλάδα θεωρείται πλέον φόβητρο, όπως ήταν η Σοβιετική Ένωση, η Ουγγαρία ή ενωμένη Γιουγκοσλαβία στην εποχή μου».
«Δεν γίνεται οι Εθνικές ομάδες να είναι ζητιάνες»
Κλείνοντας τη συζήτηση, ο Μάρκελος Σιταρένιος παλιά δόξα του αθλήματος και «ανήσυχος» λάτρης και θιασώτης του όπως έγινε κατανοητό χωρίς καν να ακούγεται το… βάθος, η ευθύτητα και ο ενθουσιασμός στη φωνή του, δήλωσε υπεραισιόδοξος για την επόμενη μέρα της ελληνικής υδατοσφαίρισης, παρά τα μελανά σημεία.
«Ξέρω τι δουλειά γίνεται και πιστεύω ακράδαντα ότι θα έρθουν και άλλες επιτυχίες. Αν σκεφτούμε ότι στην Ιταλία υπάρχουν γύρω στα 4000 αγωνιστικά κολυμβητήρια, ανεξαρτήτως μεγέθους (υπάρχει 25αρα και 50αρα πισίνα) και στην Ελλάδα δεν ξεπερνάμε τα 120, καταλαβαίνετε με ποιους τα βάζουμε. Δεν έχουμε εγκαταστάσεις, δεν έχουμε κολυμβητήρια. Το πόλο μπαίνει στην πισίνα στις 8μιση, 9 το βράδυ και βγαίνει από το νερό στις 10 και μισή. Οι προπονήσεις γίνονται αποκλειστικά σε αυτό το χρονικό διάστημα, μέσα σε αυτή τη μιάμιση, δύο ώρες δουλεύουν οι αθλητές του σήμερα (εξαιρείται η Α1 και όχι όλες οι ομάδες ίσως). Όλα τα ηλικιακά γκρουπ και τα δύο φύλα. Δουλειά ουσιαστικά όπως πρέπει να γίνεται δεν γίνεται. Παρόλα αυτά τα αποτελέσματα είναι φοβερά, αφύσικα. Και φυσικά υπάρχει το ζήτημα της Εθνικής ομάδας. Δεν νοείται τα αντιπροσωπευτικά σου συγκρότημα, ανεξαρτήτως ηλικιακού γκρουπ και φύλου, να ζητιανεύουν. Να μην ξέρουν που θα πάνε να κάνουν προπόνηση, σε ποιο κολυμβητήριο όποιο και να είναι αυτό. Μπορεί να υπάρχει ήδη, μπορεί να είναι το ΟΑΚΑ. Δεν ξέρω πότε έγινε το τελευταίο κολυμβητήριο τα τελευταία χρόνια. Πάει πολύς καιρός, τα εγκαίνια σπανίζουν. Η Αθήνα που είναι ο… πόλος του ελληνικού πόλο, δεν έχει τα κολυμβητήρια για να υποστηρίξει επ’ ουδενί το υλικό που υπάρχει. Και δεν μπορείτε να φανταστείτε τι δεξαμενή και υλικό υπάρχει. Δηλαδή αν με αυτές τις συνθήκες είμαστε εκεί που είμαστε, που θα είμασταν αν ξεκινούσαμε από τη τη λογική βάση ότι όλα τα παραπάνω είναι λυμένα; Στην Ελλάδα θα έχουμε πάντα προβλήματα, λύνεται το ένα προκύπτει το άλλο. Οι αθλητικές εγκαταστάσεις που λέγονται κολυμβητήρια είναι δαπανηρές, είναι κατανοητό αυτό. Βλέπω όμως τους πολιτικούς κάθε τέτοιες μέρες του καλοκαιριού να χαίρονται και να μοιράζουν ανθοδέσμες και συγχαρητήρια και σκέφτομαι: ‘’Για αυτό που χαίρονται και πανηγυρίζουν, πόσο όμορφο θα ήταν αν συνέβαινε επί δέκα’’; Γιατί οι δυνατότητες υπάρχουν».