Τι γίνεται όταν η προπαγάνδα συναντά το ποδόσφαιρο και η θέληση για τη ζωή γίνεται το μεγαλύτερο κίνητρο για να στεφθείς πρωταθλητής; Το Παγκόσμιο Κύπελλο του 1938, το τελευταίο πριν τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο υπήρξε το πιο τρανό παράδειγμα της σχέσης πολιτικής και ποδοσφαίρου.
Πολιτική και ποδόσφαιρο… Δύο έννοιες τόσο άσχετες και ταυτόχρονα τόσο σχετικές και αλληλένδετες μεταξύ τους. Η πολιτική εκδηλώνεται συχνά μέσω του αθλητισμού και ο αθλητισμός με τη σειρά του έχει χρησιμοποιηθεί συχνά ως πολιτική προπαγάνδα, μιας και μιλάμε για το πιο λαοφιλές άθλημα του πλανήτη. Τρανό παράδειγμα το Παγκόσμιο Κύπελλο του 1938.
Η τρίτη έκδοση του Παγκοσμίου Κυπέλλου φιλοξενήθηκε στη Γαλλία τον Ιούνιο του 1938, εν μέσω μεγάλων αντιδράσεων από τις χώρες της Αμερικής, οι οποίες περίμεναν να γίνει η διοργάνωση στη δική τους ήπειρο. Αυτό είχε σαν αποτέλεσμα, τόσο η Αργεντινή όσο και η Ουρουγουάη, να μποϊκοτάρουν την διοργάνωση και να μη συμμετέχουν.
Η εποχή ήταν πολύ ταραχώδης σε πολιτικό επίπεδο και όλοι ήξεραν λίγο πολύ ότι ο πόλεμος ήταν αναπόφευκτος. Η ιδεολογική κόντρα ήταν εξαιρετικά έντονη και στο Μουντιάλ, με την διοργανώτρια Γαλλία να πρεσβεύει πιο αριστερές ιδέες και από την άλλη Ιταλία και Γερμανία να υπακούν στις εντολές του φασισμού και του ναζισμού. Το κοινό καθ’ όλη τη διάρκεια του τουρνουά, σε κάθε αγώνα των δύο χωρών, γιούχαρε και πέταγε μπουκάλια στους παίκτες, σε μία ένδειξη εναντίωσης στα φασιστικά καθεστώτα.
Ο εξαναγκασμός των Αυστριακών να παίξουν για τη Ναζιστική Γερμανία
Ο Χίτλερ, ύστερα από το «φιάσκο» με τους Ολυμπιακούς του 1936 στο Βερολίνο και την αδυναμία των αθλητών του να δείξουν την περιβόητη «ανωτερότητα της Άρειας φυλής», ήθελε πάση θυσία να πάρει μία μικρή εκδίκηση μέσω της κατάκτησης του Παγκοσμίου Κυπέλλου.
Σε αυτή την κατεύθυνση δόθηκε εντολή να «στρατολογηθούν» τα αστέρια της περίφημης «Wunderteam», της εθνικής Αυστρίας, η οποία την δεκαετία του ’30 μεσουρανούσε στο ευρωπαϊκό και όχι μόνο ποδόσφαιρο. Με αρχιτέκτονα τον πρωτοποριακό, για την εποχή, Ούγκο Μάισλ, η Αυστρία είχε δημιουργήσει μία από τις καλύτερες προπολεμικές εθνικές ομάδες και εάν δεν είχαν γίνει τα έκτροπα στο Μουντιάλ του 1934 με το απίστευτο «σπρώξιμο» της Ιταλίας, ελέω Μουσολίνι, τότε ενδεχομένως να είχε στεφθεί παγκόσμια πρωταθλήτρια.
Μόνο, ο «αντιστασιακός» Ματίας Ζίντελαρ, το μεγαλύτερο αστέρι εκείνης της ομάδας, αρνήθηκε να παίξει για την σβάστικα και χρησιμοποίησε την δικαιολογία, ότι στα 35 του, ήταν πολύ μεγάλος πλέον για να αγωνιστεί. Βέβαια, αυτή του η απόφαση ενδεχομένως και να του κόστισε τη ζωή καθώς τον Ιανουάριο του 1939 βρέθηκε νεκρός μαζί με την κοπέλα του, στο διαμέρισμά του, λόγω δηλητηρίασης από μονοξείδιο του άνθρακα.
Πρώτος και… τελευταίος αντίπαλος για τη Γερμανία ήταν η Ελβετία, στο Παρκ Ντε Πρενς του Παρισιού. Ο κόσμος επιφύλαξε μία έντονη υποδοχή στους Γερμανούς, πετώντας τους μπουκάλια, μόλις 18 μήνες πριν την μεταξύ τους πολεμική σύγκρουση. Ο αγώνας έληξε ισόπαλος 1-1 και σύμφωνα με τους κανόνες τότε, οι δύο ομάδες θα έπρεπε να παίξουν επαναληπτικό για την ανάδειξη του νικητή.
Στον δεύτερο αγώνα, οι Γερμανοί θα ανοίξουν το σκορ νωρίς, μόλις στο 8’ με τον Αυστριακό Βίλχελμ Χάνεμαν ενώ στο 22’ θα βρεθούν να προηγούνται με 2-0 χάρη σε αυτογκόλ των Ελβετών. Λίγοι περίμεναν όμως αυτό που ακολούθησε. Η Ελβετία στο δεύτερο ημίχρονο σκόραρε τέσσερα γκολ (!) και πήρε μία μεγαλειώδη πρόκριση αφήνοντας εκτός τους Γερμανούς που δεν ήξεραν που να κρυφτούν!
Ο τότε προπονητής των Γερμανών, Σεπ Χέρμπεργκερ, μετά τον αγώνα, τα έβαλε με τους Αυστριακούς παίκτες της ομάδας του και τους κατηγόρησε, όντας σε έξαλλη κατάσταση, ότι ήθελαν να χάσουν!
Οι εκπλήξεις και το «μαύρο διαμάντι» της Βραζιλίας
Η Ελβετία ήταν η πρώτη μεγάλη έκπληξη του τουρνουά, όχι όμως και η μοναδική. Η Κούβα κατάφερε και απέκλεισε την Ρουμανία και αυτή σε επαναληπτικό αγώνα ενώ λίγο έλειψε η Νορβηγία να αφήσει εκτός συνέχειας τους Ιταλούς αλλά το γκολ των Βίκινγκς στις καθυστερήσεις ακυρώθηκε ως οφσάιντ και δεν τα κατάφεραν.
Το πιο εντυπωσιακό παιχνίδι έγινε μεταξύ της Βραζιλίας και της Πολωνίας, με την «σελεσάο» να παίρνει εν τέλει την πρόκριση με 6-5 στην παράταση. Πρωταγωνιστές της αναμέτρησης, οι δύο επιθετικοί των ομάδων, Λεονίντας και Βιλιμόφσκι, οι οποίοι σκόραραν τέσσερα γκολ έκαστος!
Ο Βραζιλιάνος μάλιστα, βγήκε και πρώτος σκόρερ στην διοργάνωση, με επτά τέρματα και έμεινε στην ιστορία ως το «μαύρο διαμάντι». Ήταν ο πρώτος μεγάλος σταρ της Βραζιλίας και στον αγώνα με την Πολωνία σκόραρε μέχρι και ξυπόλυτος, καθώς στην παράταση ξεκόλλησε η σόλα από το παπούτσι του, χωρίς όμως αυτό να τον πτοήσει.
The man who popularised the bicycle kick which we in India always knew as the back volley. Star of the 1934 & 1938 World Cups
— Joy Bhattacharjya (@joybhattacharj) September 6, 2020
Leonidas was Brazil's first major football star, Pele become known as Black Pearl because Leonidas was the Black Diamond.
107th birth anniversary today! pic.twitter.com/U3WAc12AK4
Η πορεία της Ιταλίας και οι καταγγελίες για τον Λεονίντας
Η Ιταλία ύστερα από την δύσκολη πρόκριση επί της Νορβηγίας κλήθηκε να αντιμετωπίσει την οικοδέσποινα Γαλλία, με το γαλλικό κοινό να γιουχάρει εκκωφαντικά τους παίκτες του Βιτόριο Πότσο. Οι Ιταλοί με πρωταγωνιστή τον μεγάλο και τρανό Σίλβιο Πιόλα δεν δυσκολεύτηκαν να επικρατήσουν των Γάλλων, κερδίζοντάς τους με 3-1, με τον τότε άσο της Λάτσιο να σκοράρει εις διπλούν.
Italy ?? (in black jersey!) vs France ??, QF, 1938 June 12, Stade Olympique de Colombes, attendance : 58,455, referee: Louis Baert ?? (he was the referee of the 1st ???? at World Cup 1934) pic.twitter.com/fBAlqCUxkh
— Mondial1938 (@mondial1938) December 12, 2021
Επόμενος αντίπαλος η Βραζιλία, σε έναν ομολογουμένως πρόωρο τελικό του Μουντιάλ. Οι Βραζιλιάνοι είχαν κάμψει την αντίσταση της Τσεχοσλοβακίας, παίζοντας δύο παιχνίδια και για κάποιον ανεξήγητο λόγο είχαν τρομερή αυτοπεποίθηση, ειδικά ο προπονητής τους. Ο Αντεμάρ Πιμέντα σε δηλώσεις του είχε δείξει υπέρμετρη έπαρση και έλεγε πως η ομάδα του δεν χρειαζόταν τα αστέρια της για να αποκλείσει τους Ιταλούς και πράγματι δεν τα χρησιμοποίησε!
Η Βραζιλία παρατάχθηκε με επτά αναπληρωματικούς στον ημιτελικό και χωρίς τον πρώτο σκόρερ της, τον Λεονίντας! Φυσικά, το αποτέλεσμα ήταν η «σελεσάο» να ηττηθεί με 2-1, με τους Τζίνο Κολαούσι και Τζουσέπε Μεάτσα να σκοράρουν για τους Ιταλούς και τον Ρομέου απλά να μειώνει για την Βραζιλία.
Οι φήμες μετά το ματς περί δωροδοκίας του προπονητή όσο και του Λεονίντας από τον ίδιο τον Μουσολίνι ώστε να κάνει τον τραυματία, δίνουν και παίρνουν. Ο ίδιος ο συμπαίκτης του στην εθνική, Νιζίνιο, κατηγόρησε τον Λεονίντας χωρίς ωστόσο να έχει αποδείξεις. «Ποτέ δεν κατάλαβα γιατί δεν αγωνίστηκα τότε. Θα έπαιζα ακόμη και αν χιόνιζε, ακόμα κι αν είχα ένα ξύλινο πόδι», απάντησε ο πρώτος σκόρερ του τουρνουά.
Πολλοί μάλιστα, είπαν ότι πολλά από τα αστέρια της Βραζιλίας είχαν δεχθεί πρόταση να παίξουν στο ιταλικό πρωτάθλημα.
Το περίφημο «Νικήστε ή πεθάνετε» του Μουσολίνι
Στον τελικό της 19ης Ιουνίου στο Σταντ Ολιμπίκ Υβ-ντυ-Μανουάρ, η Ιταλία είχε να περάσει το εμπόδιο της Ουγγαρίας για να στεφθεί ξανά παγκόσμια πρωταθλήτρια. Οι Μαγυάροι ήταν με διαφορά η μεγαλύτερη έκπληξη του τουρνουά. Είχε κάνει περίπατο μέχρι τον τελικό αφήνοντας εκτός Ινδονησία, Ελβετία και Σουηδία, βάζοντας συνολικά 13 γκολ, δεχόμενοι μόνο ένα!
Η εκτελεστική δεινότητα βέβαια των Ούγγρων είχε φανεί από τα προκριματικά όταν είχε «σκορπίσει» την Εθνική μας ομάδα με σκορ 11-1, στην πρώτη φορά που μία ομάδα σημείωνε τουλάχιστον 10 τέρματα, στα προκριματικά Παγκοσμίου Κυπέλλου.
Ο Γκιούλα Ζέγκελερ, που αργότερα εργάστηκε σε Ελλάδα και Κύπρο ως προπονητής και ο Γκιόργκι Σάροσι ήταν τα δύο μεγαλύτερα αστέρια εκείνης της έκδοσης των Μαγυάρων σκοράροντας μάλιστα από πέντε γκολ ο καθένας. Η Ουγγαρία ήταν ήδη επιτυχημένη και απέναντι στην Ιταλία του Πιόλα και του Μεάτσα δεν είχε πολλές πιθανότητες, ειδικά όταν οι αντίπαλοί τους έπαιζαν για τη ζωή τους.
Την παραμονή του τελικού, φτάνει ένα τηλεγράφημα στο ξενοδοχείο όπου βρισκόταν η ιταλική αποστολή από τον Μπενίτο Μουσολίνι. Το περιεχόμενο του ήταν μικρό και ξεκάθαρο: «Vincere o morire», που σημαίνει «Νίκη ή θάνατος». Οι Ιταλοί ενδεχομένως να μην χρειάζονταν αυτό το δίλημμα για να κερδίσουν ωστόσο έδειξαν ότι δεν ήθελαν να ρισκάρουν τη ζωή τους.
Το παιχνίδι ήταν ντέρμπι μέχρι το 82’ όταν ο Πιόλα με το δεύτερο προσωπικό του τέρμα (το πρώτο στο 16’) διαμόρφωσε το τελικό 4-2. Προηγουμένως, είχε σκοράρει για τους νικητές ο Κολαούσι στο 6’ και στο 35’ ενώ για τους Ούγγρους είχε ισοφαρίσει ο Τίτκος στο 8’ ενώ ο Σάροσι είχε μειώσει σε 3-2 στο 70’.
Αυτό ήταν το δεύτερο συνεχόμενο Παγκόσμιο Κύπελλο για την «squadra azzurra» ωστόσο ακόμα υπάρχουν αμφιβολίες για το αν οι παίκτες της Ουγγαρίας είχαν επηρεαστεί από το τελεσίγραφο του Μουσολίνι στους αντιπάλους τους, για το οποίο γνώριζαν. Όπως θα δηλώσει αργότερα ο τερματοφύλακας των Μαγυάρων, Άνταλ Σάμπο, «Δέχτηκα τέσσερα γκολ, αλλά τουλάχιστον έσωσα τις ζωές τους»…