Ο Μάρτιος του 1989 αποτέλεσε το «κύκνειο άσμα» της διαιτητικής καριέρας του Κώστα Ακρίδα. Όχι. Δεν υπέπεσε σε κάποιο ολέθριο λάθος. Απλώς κατήγγειλε πως αποπειράθηκαν να τον δωροδοκήσουν.
Η ιστορία ξεκινά από τον Μάρτιο του 1989. Ο Λεβαδειακός αντιμετωπίζει εντός έδρας τη Λάρισα, με τη νίκη να αποτελεί μονόδρομο στη «μάχη» για παραμονή. Παραμονές του αγώνα, ο Κώστας Ακρίδας δέχεται ένα τηλεφώνημα.
«Η κλήρωση έγινε την Τετάρτη και οι εφημερίδες έγραψαν την Πέμπτη ότι θα διευθύνω το ματς ανάμεσα στον Λεβαδειακό και τη Λάρισα. Την ίδια ημέρα το πρωί δέχθηκα ένα τηλεφώνημα στο μαγαζί μου από συνάδελφο ο οποίος διατηρεί κατάστημα με είδη γραφικών τεχνών στη Λιβαδειά.
«Κώστα, καλημέρα. Είναι αλήθεια ότι σφυρίζεις την ομάδα την ερχόμενη Κυριακή; » με ρώτησε, και του απάντησα θετικά. «Υπάρχει ένας τρόπος για να βγάλουμε πολλά λεφτά, αρκεί να φροντίσεις να νικήσει ο Λεβαδειακός» συνέχισε, αλλά εγώ τον σταμάτησα. Δεν θέλω να συνεχίσεις, του είπα και τον παρότρυνα να μη με ενοχλήσει ξανά. Την επόμενη ημέρα όμως επανήλθε και ανέφερε και συγκεκριμένα ποσά. Μου πρότεινε 1,5 εκατ. δρχ. για να εξυπηρετήσω τα συμφέροντα της ομάδας του Λεβαδειακού. Τότε ήταν που αποφάσισα να τον καταγγείλω στην επιτροπή διαιτησίας, η οποία με παρέπεμψε στην Αστυνομία.
Πήγα στο Δ’ Αστυνομικό Τμήμα και μου ζήτησαν να κανονίσω ραντεβού να πάρω τα χρήματα και να τους συλλάβουν επ’ αυτοφώρω. Συμφώνησα και κλείσαμε το ραντεβού για Σάββατο πρωί, παραμονή του αγώνα σε κεντρικό σημείο της Αθήνας. Έκανα ό,τι μου είπαν οι αστυνομικοί και αυτοί συνέλαβαν τους δύο ανθρώπους οι οποίοι δοκίμασαν να με δωροδοκήσουν. Ηταν ο γενικός αρχηγός της ομάδας του Λεβαδειακού κ. Καλομοίρης και ο μεσάζων συνάδελφός μου καταστηματάρχης από τη Λιβαδειά κ. Παπαδημητρίου. Η σύλληψη έγινε μπροστά στα μάτια μου και τη Δευτέρα το πρωί και οι δύο οδηγήθηκαν στα δικαστήρια, όπως άλλωστε κι εγώ.
Στο δικαστήριο πήγα μόνος μου, καθώς ουδείς με συνόδευσε από την επιτροπή διαιτησίας. Έξω από τον χώρο των δικαστηρίων είχαν συγκεντρωθεί δεκάδες φίλοι του Λεβαδειακού οι οποίοι ήταν έτοιμοι να με λιντσάρουν.
Αφού γλίτωσα, στη συνέχεια κατέθεσα και φεύγοντας συναντήθηκα με τον τότε πρόεδρο του Λεβαδειακού κ. Μιχάλη Σκλαπάνη στο ασανσέρ. «Με κατέστρεψες εσύ, θα σε καταστρέψω κι εγώ» μου είπε, και λίγα λεπτά αργότερα έμαθα από τους δημοσιογράφους ότι ήδη είχα βγει από τους πίνακες διαιτητών.
Από τότε δεν ξανασφύριξα ποτέ, χωρίς να μάθω φυσικά την αιτία της αποπομπής μου. Γι’ αυτό ακριβώς σας είπα ότι, αν μου ξανασυνέβαινε, θα κρατούσα διαφορετική στάση».
Η εξιστόρηση του περιστατικού από τον Κώστα Ακρίδα στο «Βήμα», περίπου 11 χρόνια μετά το συμβάν, δεν αφήνει πολλά περιθώρια.
Ύστερα από ακόμη περισσότερα έτη, ανακάλεσε στη μνήμη του το συμβάν, κάνοντας λόγο για τρία εκατ. δραχμές. Έχει, άραγε, τόση σημασία;
Αυτό που μετρά στο τέλος της ημέρας, είναι το μόνο που έμεινε ακλόνητο τότε και τώρα. Η τρομακτικά ειλικρινής και κυνική του ατάκα: «Αν συνέβαινε σήμερα, δεν θα το κατήγγειλα».
Φάνης Τσοκανάς
www.bnsports.gr