Γύρω από το όνομα του Γιώργου Κούδα έχουν στηθεί διθύραμβοι, τεράστια υστεροφημία, για τον πιθανότατα πιο εμβληματικό παίκτη που έχει φορέσει τη φανέλα του ΠΑΟΚ. Με τον σύλλογο τον οποίον αγάπησε και αγαπήθηκε, υπήρξε ένα μελανό σημείο, στα ξεκινήματα της καριέρας του και όντας μόλις 20 ετών! Βλέπετε το πρώτο του συμβόλαιο με την ομάδα συνοδεύτηκε από κάποιες εγγυήσεις... περίεργες για τα σημερινά δεδομένα, οι οποίες αφορούσαν τη συντήρηση τσιπουράδικου του πατέρα του.
Κοινώς, η οικογένεια του «Δικεφάλου» είχε χρηματοδοτήσει τον κ. Γιάννη, ώστε να έχει τη δική του επιχείρηση και να μπορεί να βιοπορίζεται μέσω αυτής. Βέβαια η διαφαινόμενη συμφωνία φαίνεται να στράβωσε, γεγονός που αποτέλεσε την αρχή του κακού, καθώς η μη καταβολή χρημάτων από την ομάδα, οδήγησε την οικογένεια Κούδα σε τάσεις φυγής.
«Το έχω πει χιλιάδες φορές και το επαναλαμβάνω. Είμαι Ολυμπιακός και θα πεθάνω Ολυμπιακός, είναι κωμικά τα περί μεταγραφής μου σε άλλη ομάδα. Στέλνω χιλιάδες φιλιά και την απέραντη αγάπη μου στους Ερυθρόλευκους φιλάθλους και τους υπόσχομαι να δείξω την αξία μου»
.
Με αυτά τα λόγια ολοκληρώθηκαν οι πρώτες του δηλώσεις, έπειτα από την έλευση του στον Πειραιά, με σκοπό την ενσωμάτωση του στους «ερυθρόλευκους». Η μετακόμιση του έγινε με παράκαμψη των απαραίτητων διαδικασιών, δίνοντας έτσι την αίσθηση του λαθραίου, με τον νεαρό Θεσσαλονικιό επιθετικό ουσιαστικά να παίρνει το μέλλον στα χέρια του. Το νομικό παράθυρο που προσπάθησε να χρησιμοποιήσει, είχε να κάνει με την δίχρονη παραμονή του στον «Λιμάνι», η οποία θα μπορούσε να του εξασφαλίσει το δικαίωμα μετεγγραφής στον Ολυμπιακό.
Οι πρώτες μέρες περνούσαν, ο Κούδας προπονούταν με τους καινούργιους του συμπαίκτες και η μεγάλη στιγμή έφτασε. 17 Αυγούστου 1966, ημερομηνία καταλυτική, καθώς τότε φόρεσε για πρώτη φορά την ερυθρόλευκη ριγωτή και πέρασε ως αλλαγή, αντικαθιστώντας τον σπουδαίο Νίκο Γιούτσο σε φιλική αναμέτρηση με τον Αργοναύτη. H παρουσία του θετική, χωρίς να σκοράρει κάποιο τέρμα, ενώ ακολούθησαν οι συμμετοχές του απέναντι στον Ολυμπιακό Χαλκίδας, τον Πανελευσινιακό και το Χαϊδάρι, απέναντι στο οποίο μάλιστα σημείωσε το μοναδικό του γκολ. Οι μαρτυρίες όσων τον πρόλαβαν, κάνουν λόγο για έναν αέρινο παίκτη που είχε εξαιρετική συνεργασία με τον Γιώργο Σιδέρη.
Μέχρι εκείνο το σημείο όλα καλά, με τα διαδικαστικά ωστόσο να εκκρεμούν ακόμη και τον ποδοσφαιριστή ουσιαστικά να μην έχει επιλογή, καθώς δεν μπορούσε να λάβει μέρος στο πρωτάθλημα με τους Πειραιώτες. Επέλεξε να σταματήσει να αγωνίζεται για μία διετία, ώστε να εκτίσει την στρατιωτική του θητεία, όπου για να παραμένει σε φόρμα, προπονούταν με την Εθνική Ενόπλων. Η απόλυση του τον βρήκε να επιχειρεί την ύστατη προσπάθεια για να γίνει νόμιμος παίκτης των ερυθρόλευκων, ωστόσο ο τότε πρόεδρος του ΠΑΟΚ, Γιώργος Παντελάκης έκανε ότι περνούσε από το χέρι του για να τον αποτρέψει.
Εν τέλει τα κατάφερε και ανάγκασε τον «Μέγα Αλέξανδρο» να επιστρέψει στην Τούμπα, όπου στην πορεία έγραψε το όνομα του με «χρυσά γράμματα» στα κιτάπια του συλλόγου. Με τον «Δικέφαλο του Βορρά» αγωνίστηκε 504 φορές, σκοράρωντας 134 τέρματα, ενώ αποτέλεσε μέλος της ομάδας που κατέκτησε το πρωτάθλημα της σεζόν 1975/1976!
Αντώνης Νιανιάς
www.bnsports.gr