Δεκαοκτώ χρόνια συμπληρώνονται σήμερα από τη φαντασμαγορική τελετή έναρξης των Ολυμπιακών Αγώνων της Αθήνας, το 2004. Δεκαοκτώ χρόνια απ’ όταν οι αρχαιότεροι αγώνες γύρισαν στο «σπίτι» τους.
Το ημερολόγιο έδειχνε 13 Αυγούστου 2004, ημέρα Παρασκευή. Ο μικρός δείκτης του ρολογιού πλησίαζε στις 9 το βράδυ (ώρα Ελλάδας) και όλα τα βλέμματα των τηλεθεατών, από τη μία άκρη της Γης στην άλλη, ήταν στραμμένα στο Ολυμπιακό Στάδιο της Αθήνας. Η «κορδέλα» των 28ων σύγχρονων Ολυμπιακών Αγώνων ήταν έτοιμη να κοπεί και αυτό έγινε με τον πιο εντυπωσιακό τρόπο. Μία αλησμόνητη τελετή, ανάλογη του μεγαλείου του θεσμού. Μια βραδιά για την οποία θα ήταν περήφανος ο Πιερ ντε Κουμπερτέν αν την παρακολουθούσε από μια γωνία.
Σε ένα καλοκαίρι που είχε ξεκινήσει με τους καλύτερους οιωνούς για την Ελλάδα (κατάκτηση του Euro στα γήπεδα της Πορτογαλίας), η «καρδιά του αθλητισμού» χτυπούσε για ένα δεκαπενθήμερο σε πάτρια εδάφη. Και η αφετηρία δόθηκε στο ΟΑΚΑ με την αντίστροφη μέτρηση των 28 δευτερολέπτων, υπό τους ήχους ενός ενισχυμένου παλμού της καρδιάς. Όσοι δηλαδή είχαν προηγηθεί από την τελευταία φορά που διοργανώθηκαν οι σύγχρονοι Ολυμπιακοί Αγώνες στον τόπο που ξεκίνησαν όλα (1896).
Παρόντες και μη βροντοφώναξαν τα τελευταία νούμερα και στο μηδέν έκαναν την εμφάνισή τους νταούλια. Πολλά νταούλια και τύμπανα. Στα μεγάφωνα του σταδίου οι εκφωνήτριες στην ελληνική, την αγγλική και τη γαλλική γλώσσα, καλωσόριζαν «τους πολίτες του κόσμου στην Αθήνα και τους Ολυμπιακούς Αγώνες στην Ελλάδα, στο σπίτι τους».
Συγκίνηση, ρίγος. Ο ήχος 47 μπουζουκιών συνόδευε τους τυμπανιστές, οι οποίοι περικύκλωσαν τη λίμνη που έκανε έξι ώρες να γεμίσει. Στα matrix του γηπέδου «έπαιζαν» εικόνες από την Ελλάδα, οι οποίες κατέληξαν στην Αρχαία Ολυμπία. Τον τόπο γέννησης του ολυμπιακού ιδεώδους. Πριν πέσει στη λίμνη μία φλόγα και φωτίσει τους πέντε Ολυμπιακούς κύκλους.
Το συγκινητικό ζεϊμπέκικο του Σταύρου Ξαρχάκου έδινε μια ελληνική χροιά και μια μελωδία γνώριμη, η οποία αντηχούσε «δυνατά» στα αυτιά όσων παρακολουθούσαν. Όλα τα παραπάνω συνέθεταν μοναδικές στιγμές, οι οποίες θα μείνουν για πάντα χαραγμένες. Από αυτές που ακούς τη μουσική και σε παραπέμπει κατευθείαν σε μία ανάμνηση.
Η γιορτή της Αθήνας συνεχίστηκε με το μικρό Μιχάλη να κάνει την είσοδό του και να διασχίζει τη λίμνη με μία βάρκα. Ακολούθησαν ο Κένταυρος, τα Ταυροκαθάψια, οι κούροι και οι κόρες. Απεικονίσεις από την αρχαία Ελλάδα.
Η παρέλαση των αθλητών και η παρουσίαση των χωρών που συμμετείχαν στους Αγώνες έγινε υπό το ρυθμό του DJ Τιέστο ενώ ακολούθησε η Bjork, η οποία ερμήνευσε το τραγούδι Oceania. Ένα κομμάτι, το οποίο γράφτηκε ειδικά για την περίσταση.
Η βραδιά εξελίχθηκε εξίσου εντυπωσιακά, έχοντας φυσικά ως θέμα την ελληνική ιστορία. Κάθε τμήμα της γιορτής αποτελούσε ωδή σε αυτή, η οποία περνούσε, σε ελάχιστο χρόνο για το μέγεθός της, σαν φιλμ μπροστά στα μάτια όλων.
Το μαγευτικό καλλιτεχνικό πρόγραμμα, το οποίο επιμελήθηκε αριστοτεχνικά ο Δημήτρης Παπαϊωάννου και έντυσε με τη μουσική του ο Μάνος Χατζηδάκης, συντέλεσε μια αξέχαστη νύχτα στο Ολυμπιακό Στάδιο του Αμαρουσίου. Δεν είναι τυχαίο άλλωστε ότι έχει ανακηρυχθεί ως η κορυφαία Τελετή Έναρξης όλων των εποχών.
Και αυτό διότι όσοι δούλεψαν και συνέβαλαν σε αυτό το εξαιρετικό αποτέλεσμα, κατόρθωσαν μέσα σε κάτι περισσότερο από τρεις ώρες να αναδείξουν αιώνες ένδοξης ιστορίας. Με λιτό μάλιστα τρόπο και αίσθηση του μέτρου. Χωρίς υπερφίαλες σκηνές και υπερβολές, κερδίζοντας μέχρι και τον πιο απαιτητικό. Ένα «ζωντανό μουσείο» όπως χαρακτηρίστηκε από πολλούς.
Η βραδιά της 13ης Αυγούστου στο ΟΑΚΑ έκλεισε φυσικά με την παράδοση της «ιερής φλόγας», την οποία έφερε ο Νίκος Γκάλης και παρέδωσε στους υπόλοιπους λαμπαδηδρόμους. Το Μίμη Δομάζο, τη Βούλα Πατουλίδου, τον Κάχι Καχιαλασβίλι, τον Ιωάννη Μελισανίδη και η οποία παραδόθηκε στον Νίκο Κακλαμανάκη, ο οποίος άναψε το βωμό. Μία φλόγα που ταξίδεψε απ’ άκρη σ’ άκρη της υφηλίου μέχρι να επιστρέψει στο «σπίτι» της και να φωτίσει τον ουρανό της Αθήνας για δυο εβδομάδες. Μέχρι να έρθει η μικρή Φωτεινή και να τη σβήσει με ένα της… φύσημα.
Μάνος Φυρογένης