Είναι αναμφίβολα, ένας από τους πιο αγαπητούς ποδοσφαιριστές που πέρασαν από τον Παναθηναϊκό. Πέρασαν 42 χρόνια, από τη μέρα που ο Χουάν Ραμόν Ρότσα φόρεσε για πρώτη φορά το «τριφύλλι» και ο ίδιος μιλάει αποκλειστικά στο BN Sports και στον Νότη Χάλαρη για εκείνη τη μέρα αλλά και την αξιοζήλευτη μεταγραφική λίστα που είχε ετοιμάσει για τους Πράσινους.
Υπάρχουν μεγάλοι ποδοσφαιριστές που έχουν περάσει από τη χώρα μας, όμως λίγοι έχουν πετύχει ενώ ήρθαν στην χειμερινή μεταγραφική περίοδο. Στον Παναθηναϊκό, ίσως είναι παραπάνω από ευλογημένοι, με την θετική έκβαση της υπόθεσης του Χουάν Ραμόν Ρότσα. Ένας από τους κορυφαίους και σίγουρα, αγαπητούς αθλητές της ιστορίας του.
Ο Αργεντινός μεσοεπιθετικός βάζει την υπογραφή του στο συμβόλαιο του Παναθηναϊκού και ένα υπέροχο ταξίδι ξεκινάει με τις δύο πλευρές. Μία τέτοια μέρα σαν σήμερα, το 1979, ο Ρότσα κάνει το επίσημο ντεμπούτο του με το «τριφύλλι» κόντρα στον Πανιώνιο, παρότι είχε να αγωνιστεί πάνω από 20 μέρες και δίχως προπόνηση.
Η πρώτη, αποτυχημένη θητεία και η στιγμή της επιστροφής!
Ο Χουάν Ραμόν Ρότσα ήταν από τους καλύτερους ποδοσφαιριστές που έβγαλε εκείνα τα χρόνια η Νιούελς Ολντ Μπόις και μαζί του, κατέκτησε και ένα πρωτάθλημα Αργεντινής. Ο Παναθηναϊκός είχε εντοπίσει το ταλέντο του από το 1975, όμως έπειτα από έξι μήνες δοκιμαστικών, το «τριφύλλι» αποφάσισε να μην τον διατηρήσει στο ρόστερ του. Μάλιστα, οι εμφανίσεις του στα φιλικά ήταν τρομερές αλλά δεν κατάφερε να μετρήσει ούτε ένα επίσημο λεπτό συμμετοχής.
Κάπου εκεί εμφανίζεται ξανά η Νιούελς Ολντ Μπόις και τον επαναφέρει στο δυναμικό της. Έπειτα από μία περιπέτεια στην Κολομβία, γίνεται μόνιμος κάτοικος του Μπουένος Άιρες για χατίρι της αγαπημένης του ομάδας, τη Μπόκα Τζούνιορς. Συμβιβάστηκε με το να μην παίξει επίσημο ματς για σχεδόν ένα χρόνο αλλά όταν ήρθε η ευκαιρία, την άρπαξε από τα μαλλιά.
Μέχρι το τέλος του 1979, ο Ρότσα είχε εξελιχθεί στον κορυφαίο ποδοσφαιριστή της Μπόκα και η αξία του είχε εκτοξευθεί στα ύψη. Οι προτάσεις αρκετές από την Ευρώπη αλλά ανάμεσα σε αυτές, είναι και του Παναθηναϊκού. Ο ίδιος αρχικά δεν ήθελε να επιστρέψει, όμως οι άνθρωποι του «τριφυλλιού» τον έπεισαν και το μπαμ έσκασε. Ο ίδιος το δέχτηκε και δοκίμασε την δεύτερη φορά του στους Πράσινους.
Δίχως προπόνηση για μέρες αλλά κατευθείαν στον αγωνιστικό χώρο με το όνομα «Μπούμπλης»…
Μόλις ολοκληρώθηκε η μεταγραφή, ο Ρότσα έφυγε για διακοπές και επέστρεψε μετά από ένα διάστημα 20 ημερών για να ενσωματωθεί στον Παναθηναϊκό. Το ντελίριο που υπήρχε για την άφιξή του στο αεροδρόμιοήταν τεράστιο. Ωστόσο, κανείς δεν περίμενε να τον δει και στους αγωνιστικούς χώρους. Το βράδυ της 23ης Δεκεμβρίου του 1979, οι Πράσινοι φιλοξενήθηκαν στην έδρα του Πανιωνίου.
Ο τότε, 25χρονος μεσοεπιθετικός ήταν στην αποστολή και θα έπαιζε προς το τέλος για συστηθεί με τον κόσμο. Τελικά, ο υπηρεσιακός προπονητής του συλλόγου, Γαβρήλος Γαζής τον έβαλε στο βασικό σχήμα και ο ίδιος έπαιξε για 90 λεπτά. Δίχως προπόνηση, δίχως τίποτα, ο Αργεντινός έδειξε εξαιρετικά στοιχεία και μάλιστα, είχε και την ασίστ στο γκολ του Κουρόπουλου. Το ματς έληξε στο 2-2 αλλά όλοι κράτησαν το επίσημο ντεμπούτο του «Ινδιάνου».
Φυσικά, εκτός από την εμφάνισή του, άπαντες θυμούνται την υπόθεση «Μπούμπλης». Συγκεκριμένα, ο Παναθηναϊκός δεν ήθελε ο Ρότσα να πιάσει θέση ξένου, οπότε και παρουσίασε τον Ρότσα ως ομογενή με το όνομα «Μπούμπλης». Στον Ολυμπιακό αντιλήφθηκαν την κατάσταση και προχώρησε σε ένσταση για την πλαστογραφία. Τελικά ο Αργεντινός δηλώθηκε ως ξένος μέχρι να συμπληρώσει τα απαιτούμενα χρόνια για να πάρει την ελληνική ιθαγένεια.
Ο νυν προπονητής του Θεσπρωτού έμεινε για δέκα χρόνια στον Παναθηναϊκός, κάνοντας μία ονειρική πορεία και υπογράφοντας το όνομά του με χρυσά γράμματα στην πράσινη ιστορία. Έφτασε μαζί με το «τριφύλλι» στα ημιτελικά του Κυπέλλου Πρωταθλητριών αλλά και στην κατάκτηση δύο πρωταθλημάτων και πέντε κυπέλλων Ελλάδας. Παράλληλα, σημείωσε πάνω από 220 εμφανίσεις σε όλες τις διοργανώσεις.
Αυτή η πορεία, τον έφερε και στον πάγκο του Παναθηναϊκού και μάλιστα σε τρεις διαφορετικές θητείες. Σε μία από αυτές έκανε ξανά μία εντυπωσιακή πορεία στην Ευρώπη ενώ πανηγύρισε εξίσου δύο πρωταθλήματα και ισάριθμα κύπελλα Ελλάδας.
Η τεράστια επιτυχία στο τμήμα σκαόυτινγκ και το «καλό μάτι»…
Από το 2008 μέχρι το 2017, ο Αργεντινός παλαίμαχος ποδοσφαιριστής ήταν σε διάφορα πόστα του Παναθηναϊκού. Σε οτιδήποτε ανέλαβε, δεν σταμάτησε να προτείνει ποδοσφαιριστές στην πράσινη διοίκηση. Αθλητές που στην Αργεντινή και γενικά στη Λατινική Αμερική, έβγαζαν μάτια με τις επιδόσεις τους και σε προσιτές τιμές.
Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι ο Ραδαμέλ Φαλκάο αλλά και ο Πάουλο Ντιμπάλα, όπου το 2008, αμφότεροι είχαν προταθεί από τον Ρότσα στον Παναθηναϊκό. Αμφότεροι ήταν σε μικρή ηλικία αλλά ήδη είχαν βγάλει μάτια με τις επιδόσεις τους. Μέσα στα χρόνια, η λίστα μεγάλωνε αλλά ο Παναθηναϊκός συνέχισε να μην «ακούει» τον παλαίμαχο άσο του. Αντίθετα, προτίμησε πιο ακριβούς ποδοσφαιριστές, οι οποίοι όμως δεν προσέφεραν τα αναμενόμενα.
Χουάν Ραμόν Ρότσα: «Έτσι με προσέγγισαν από τον Παναθηναϊκό – Δεν ήξερα ότι θα παίξω όλο στο ματς με τον Πανιώνιο»
Το BN Sports εντόπισε και μίλησε με τον Χουάν Ραμόν Ρότσα για την ιστορία πίσω από τη μεταγραφή του στον Παναθηναϊκό και το ντεμπούτο του κόντρα στον Πανιώνιο. Η αρνητική του στάση στην αρχή, ο τρόπος που τον έπεισε ο ελληνικό σύλλογος, τα δεδομένα για το ντεμπούτο του αλλά και τα παιχνίδια της μοίρας που έχει αποδεχθεί.
- Ποιο ήταν το μεταγραφικό story με τον Παναθηναϊκό;
«Έγινε με απίστευτο τρόπο. Είχα ένα πέρασμα από τον Παναθηναϊκό πριν την συγκεκριμένη μεταγραφή αλλά έμεινα για έξι μήνες. Ακόμα και τώρα δεν ξέρω τους λόγους που δεν έμεινα. Δεν με κράτησαν παρότι ήμουν καλός στα φιλικά. Τέλος πάντων, μου άρεσε πολύ η Ελλάδα, αλλά γύρισα στη Νιούελς Μπόις και έπειτα πήγα στην Κολομβία και από εκεί στην Μπόκα Τζούνιορς.
Άλλαξα πολλά στον τρόπο που έπαιζα. Έβαλα πάθος, έκανα τάκλιν, έμαθα άμυνα, επίθεση, όλα. Κέρδισα την εκτίμηση του κόσμου και του προπονητή. Στο τέλος της σεζόν είχα τέσσερις προτάσεις. Με ήθελαν οι Φιορεντίνα, Σπόρτινγκ Λισσαβόνας, Βαγιαδολίδ κα Ουάσιγκτον του Κρόιφ. Ο πρόεδρος με φώναξε και μου ανακοίνωσε αυτές τις τέσσερις επιλογές. Ωστόσο, μου είπε πως δεν ήθελε να φύγω από την ομάδα γιατί με υπολόγιζε. Εγώ συμφώνησα γιατί δεν με ένοιαζε. Αγαπούσε την Μπόκα όμως, μετά ήρθε και μία πέμπτη ομάδα. Ήταν ο Παναθηναϊκός και κάπως, έτσι ξεκίνησε το «φλερτ» μεταξύ μας»
- Πως νιώσατε όταν σας προσέγγισε ο Παναθηναϊκός;
«Ζήτησα από τους ανθρώπους του Παναθηναϊκού να φύγουν στην αρχή. Δεν ήθελα να τους μιλήσω. Έλεγα στην ομάδα μου, πως δεν κράτησαν τον λόγο τους, όσο ήμουν στην Ελλάδα και παραλίγο να «πεθαίνω» της πείνας. Με πίεζαν από τη Μπόκα να πάω να μιλήσω βέβαια. Όταν πήγα και τους μίλησα, μου εξήγησαν τι στόχοι υπάρχουν στον Παναθηναϊκό και με έπεισαν να γυρίσω. Μου είπαν να πάω στην Ελλάδα και να το αφήσουν όλα σε εκείνους για τις διαπραγματεύσεις. Δεν ξέρω πως αλλά βρήκαν τον τρόπο να με πάρουν από την Μπόκα παρότι δεν ήθελαν να με δώσουν. Ήταν τεράστια δύναμη ο κύριος Βαρδινογιάννης. Μου έδωσαν εισιτήρια για την Ελλάδα ώστε να πάω να υπογράψω. Σταμάτησα για 20 μέρες το ποδόσφαιρο. Υπέγραψα, έφυγα και γύρισα τον Δεκέμβρη πάλι στην Ελλάδα για να εγκατασταθώ μόνιμα»
- Πείτε μας για το ντεμπούτο σας. Τι είχε συμβεί και πως έγινε;
«Μόλις υπέγραψα στον Παναθηναϊκό και γύρισα στην Ελλάδα, πήγα κατευθείαν στο ξενοδοχείο όπου ήταν η ομάδα. Μου είπαν να το κάνω για να γνωριστώ με τους ποδοσφαιριστές και μπήκα στην αποστολή. Με παραπλάνησε ο προπονητής γιατί ήρθε και μου είπε να παίξω στο παιχνίδι με Πανιώνιο για πέντε με δέκα λεπτά για να με δει ο κόσμος. Και μόλις βγήκε η εντεκάδα, ο κύριος Γαζής με έβαλε βασικό και νομίζω πως έπαιξα όλο το παιχνίδι. Έτσι ήταν το ντεμπούτο. Δεν είχα κάνει προπόνηση για πάνω από 20 μέρες και ούτε χρειάστηκε να εγκατασταθώ, ούτε να ξεκουραστώ. Μπήκα και έπαιξα»
- Πως αισθανθήκατε όταν φορέσατε για πρώτη φορά τη φανέλα του Παναθηναϊκού σε επίσημο ματς; Ήταν μία προσωπική δικαίωση;
«Ένιωσα χαρά πρώτα από όλα. Θεωρώ πως τότε που γεννήθηκα, ξεκίνησα μία γραμμή ζωής. Πιστεύω πολύ στο πεπρωμένο και ειδικά για τον εαυτό μου. Όταν γεννήθηκα, η γραμμή ήταν το χωριό μου, το Μπουένος Άιρες και Ελλάδα. Αυτή είναι η διαδρομή της ζωής μου. Η χαρά ήταν πάρα πολύ μεγάλη. Είμαι πολύ χαρούμενος γιατί είδα ένα τεράστιο σωματείο στα καλύτερα του. Ήταν, στην πραγματικότητα, ένας τεράστιος σύλλογος. Είχε πρωτοτυπήσει ως ομάδα. Έδωσε το σπρώξιμο στις άλλες ομάδες και είναι τιμή μου που τα πρόλαβα όλα αυτά. Είδα και τον άσχημο Παναθηναϊκό αλλά και τον πολύ καλό. Δέθηκα με τον Παναθηναϊκό και τα συμβόλαια που έκανα με την οικογένεια του Βαρδινογιάννη ήταν λόγος για εμένα»
- Ποια είναι η στιγμή που θυμάστε ως ποδοσφαιριστής στον Παναθηναϊκό;
«Το ντεμπούτο και το τελευταίο μου παιχνίδι. Το πρώτο με Πανιώνιο και με το τελευταίο με την Δόξα Δράμας. Έκλεινε ένα κομμάτι της ποδοσφαιρικής μου ζωής και σκεφτόμουν πως δεν είναι εύκολο να έχεις παίξει σε μία τόσο μεγάλη ομάδα. Όταν ολοκλήρωσα την καριέρα μου, ήταν μία στιγμή χαράς και λύπης γιατί είχα πει πως θα σταματήσω, όταν το επιλέξω εγώ. Ήταν μία εποχή που στα 30 ήσουν παλαίμαχος. Δεν ήθελα να με αποβάλλει το ποδόσφαιρο σε καμία περίπτωση. Ήθελα εγώ να φύγω και το έκανα. Έδωσα τρεις φανέλες στην οικογένεια Βαρδινογιάννη. Αυτή του ντεμπούτου του, της τελευταίας εμφάνισης και του τελευταίου παιχνιδιού προς τιμήν μου. Τις είχα βάλει σε εφημερίδα. Επίσης, να πω πως ήταν εγκληματικό που έδιωξαν αυτή την οικογένεια από τον Παναθηναϊκό. Και το υπογράφω εγώ. Στεναχωριέμαι με την μεταχείριση που είχε στο τέλος και ο τρόπος που έφυγε ένας «κολοσσός» από την ομάδα.»
«Θα κλείναμε τον Ντιμπάλα – Ο Λούκας Μπάριος ήταν ενθουσιασμένος με την Ελλάδα αλλά…»
Ακόμα, εκτός από το ντεμπούτο του, ο παλαίμαχος ποδοσφαιριστής αναφέρθηκε και στη μεταγραφική… λίστα που είχε ετοιμάσει για τον Παναθηναϊκό. Τα ονόματα που είχε προτείνει, η ευκολία να αποκτηθούν αλλά και ο λόγος που η ομάδα έφτασε μέχρι εδώ. Παράλληλα, σχολίασε την αποχώρηση της οικογένειας Βαρδινογιάννη αλλά και τις επιλογές που έγιναν έναντι αυτών των ποδοσφαιριστών.
- Είναι γνωστό πως ο Παναθηναϊκός είχε στη λίστα του τον Πάουλο Ντιμπάλα και τον είχατε ανακαλύψει εσείς. Πως προέκυψε αυτό και τι είχατε ξεχωρίσει;
«Όταν πήγαινα στην Αργεντινή για 3-4 μήνες, παρακολουθούσα διάφορα ταλέντα της χώρας. Πρότεινα πολλούς ποδοσφαιριστές αλλά ο Ντιμπάλα ήταν ένα παιδί που μου έκανε τρομερή εντύπωση καθώς ήταν 16 ετών ήταν πρώτος σκόρερ σε ομάδα δεύτερης κατηγορίας. Σωματικά και φατσικά ήταν όπως είναι τώρα. Δεν έχει αλλάξει το στυλ του αλλά αυτό της αλάνας, δεν τον έχει βοηθήσει για να πάει πιο ψηλά. Η απάντηση του Παναθηναϊκού ήταν πως είναι πολύ μικρός για τέτοια επένδυση»
- Αν στον Παναθηναϊκό έλεγαν ναι, τότε θα ήταν εφικτή η μεταγραφή του;
«Και βέβαια θα ήταν. Ο Παναθηναϊκός έκανε μεγάλες δαπάνες και εκείνες τις εποχές, η ομάδα σκορπούσε πολλά λεφτά. Ήταν μία επένδυση που θα είχε μεγάλο κέρδος. Τέτοιους ποδοσφαιριστές έψαχνα όμως. Να μπορούν να αποτελούν μία διαφορετική επένδυση και να αποφέρουν κέρδος. Οι παίκτες που έπαιρνε τότε η ομάδα, ήταν για μία με δύο σεζόν. Όχι παραπάνω»
- Πέρα του Ντιμπάλα, ποιους άλλους ποδοσφαιριστές είχατε στη λίστα σας και είχατε προτείνει;
«Ήταν πάρα πολλοί. Έχω ένα τετράδιο με όλα τα ονόματα που σημείωνα. Πρώτος ήταν ο Λούκας Μπάριος που τότε έπαιζε στην Κόλο Κόλο. Ήταν πρώτος σκόρερ σε όλων τον κόσμο με 49 γκολ τότε. Έπαιξε Εθνική Παραγουάη και σε μεγάλες ομάδες. Του άρεσε πολύ να παίξει στον Παναθηναϊκό. Ήταν διατεθειμένος να πιέσει για να έρθει στην Ελλάδα και είμασταν πολύ κοντά στη μεταγραφή. Πήγα στο διαμέρισμά του αλλά τελικά δεν έγινε επειδή ο Παναθηναϊκός απέκτησε τελικά τον Τζιμπρίλ Σισέ. Ο Μπάριος μετά έπαιξε στη Ντόρτμουντ και στη Μονπελιέ. Είχα πολλά ονόματα και δεν θα θυμάμαι όλα.
Μία αστεία ιστορία είναι και η περίπτωση του Γκίντο Ροντρίγκες. Τον είχα τσεκάρει όταν ήταν στην Ρίβερ Πλέιτ, στις ακαδημίες και είχα κάνει την πρότασή μου στην διοίκηση για να τον πάρουμε. Ο ίδιος είχε δεχθεί να έρθει αλλά από τον Παναθηναϊκό μου είπαν πως είναι έτοιμη για μία βόμβα για το κέντρο. Αντί αυτού, έφεραν τον Εσιέν. Την συνέχεια την ξέρετε. Αντίθετα, ο Ροντρίγκες είναι βασικότατος στην Μπέτις η οποία τα πάει εξαιρετικά φέτος.»
Νότης Χάλαρης
www.bnsports.gr