Σαν σήμερα το 1940 ο Μίμης Πιερράκος δραπέτευσε για τα σύννεφα χτυπημένος από σφαίρα των κατακτητών στο ελληνοαλβανικό Μέτωπο και το «BN Sports» φωτίζει τον άνθρωπο-εικόνισμα του προπολεμικού Παναθηναϊκού.
Πολλοί αθώοι πλήρωσαν με το αίμα τους την αγάπη τους για την πατρίδα τους το 1940, προασπιζόμενοι τα πατρογονικά εδάφη. Ένας από αυτούς υπήρξε και ο ποδοσφαιριστής- θρύλος στις καρδιές των απανταχού Παναθηναϊκών, ο Μίμης Πιερράκος… Ογδόντα ένα χρόνια συμπληρώνονται σήμερα από την αποφράδα ημέρα του χαμού του...
Γεννημένος το 1909 στο Γύθειο, όταν εκείνος ήταν τριών ετών η οικογένειά του μετακόμισε στην Αθήνα. Κλότσησε για πρώτη φορά ποδοσφαιρική μπάλα στον Ήφαιστο Αμπελοκήπων, εκεί τον εντόπισε ο Παναθηναϊκός για να τον εντάξει στο δυναμικό του στα 17 του, δηλαδή το 1926.
Οι σπάνιες αθλητικές ικανότητές του αποτέλεσαν το διαβατήριο για την ταχεία μονιμοποίηση στο αρχικό σχήμα των «πρασίνων», μολονότι νεανίας ακόμα. Υπό τη μαεστρική καθοδήγηση του Ούγγρου Γιόζεφ Κιούνσλερ και με τους Μιχάλη Βασιλείου, τον Στέφανο Πιερράκο (σ.σ. αδερφό του Μίμη), τον Σπύρο Υποφάντη, τον Διομήδη Συμεωνίδη, τον Αντώνη Μηγιάκη και φυσικά τον ξανθό «Άγγελο», τον αξέχαστο Άγγελο Μεσσάρη, συγκρότησαν μια ομάδα υπερηχητική, η οποία πριν τον πόλεμο, έμοιαζε σχεδόν ανίκητη.
Ο Μίμης Πιερράκος με το τριφύλλι στο στήθος κατέκτησε επτά Πρωταθλήματα Αθηνών, ένα Πανελλήνιο και ένα Κύπελλο. Η πλέον εντυπωσιακή παράσταση της πράσινης αρμάδας που μνημονεύεται ακόμα και σήμερα από τους πρεσβύτερους φιλάθλους του συλλόγου δεν είναι άλλη από την εκκωφαντική επικράτηση με 8-2 έναντι του αιώνιου αντιπάλου Ολυμπιακού τη 1η Ιουνίου 1930 στη Λεωφόρο Αλεξάνδρας. Μάλιστα, στην εν λόγω ιστορική αναμέτρηση ο «Μπρακ» (.σ. σ παρατσούκλι που είχαν αποδώσει στον Μίμη Πιερράκο οι φίλαθλοι των «πράσινων») ευτύχησε να βρει δίχτυα δις. Αξιοσημείωτο ότι εκείνη τη σεζόν ο Παναθηναϊκός αναδείχθηκε πρωταθλητής αήττητος.
Παρόλα αυτά, η λαμπερή ενδεκαετής πορεία που διένυσε ο «Μπρακ» στο τριφύλλι (1926-1933) και (1936-1940) έμελλε να κοπεί αδόκητα και να πνιγεί στο αίμα στο βωμό των γνήσιων πατριωτικών ιδανικών του. Αξίζει να επισημανθεί πως ο εκλιπών προτού φύγει από τη ζωή εργάστηκε ως προπονητής στην Κύπρο.
«Θα πάω και εγώ ως εθελοντής»
Ο συγγραφέας Ανδρέας Οικονόμου στο βιβλίο με τίτλο «Λεωφόρος Ηρώων» εξιστορεί χαρακτηριστικά: «Η οικογένεια Πιερράκου επλήγη βάναυσα από τη μοίρα λίγο πριν ξεσπάσει ο πόλεμος. Ο Τάκης Πιερράκος, αδελφός του Μίμη και υπαξιωματικός της αεροπορίας, σκοτώθηκε κατά την πτώση ενός ‘’Μπρεγκέ 14’’. Ακολούθησε ο χαμός του πατέρα της οικογένειας ’’από στενοχώρια’’. Έτσι απέμειναν τα τέσσερα αδέρφια, Μίμης, Στέφανος, Γιάννης, Μαρία, και η μητέρα τους. Όμως τα βαριά χτυπήματα της ειμαρμένης δεν είχαν τελειώσει…
Δευτέρα, 28η Οκτωβρίου 1940, ξημερώματα. Οι σειρήνες και οι συναγερμοί σηκώνουν στο πόδι την Αθήνα. Κάθε Έλληνας γνωρίζει την απάντηση στο τελεσίγραφο της Ιταλίας. Ένα αυτοκίνητο της αεροπορίας κατευθύνεται προς Ζωγράφου… Το κουδούνι της Οικείας Πιερράκου χτυπά και την πόρτα ανοίγει ο ανθυποσμηναγός Στέφανος, επίσης παλιός ποδοσφαιριστής του Παναθηναϊκού… «Διαταγή να έρθετε μαζί μας! Κηρύχθηκε ο πόλεμος».
Ο Μίμης, σαν ακούει την είδηση, πετάγεται, ντύνεται βιαστικά, φιλάει την αδελφή και τη μάνα του και φωνάζει: «Ζήτω η Ελλάδα μας! Θα πάω και εγώ ως εθελοντής!». Ήταν η τελευταία φορά που τον αντίκριζαν.
[…] «Έπαιζα πάντα στην επίθεση. Θέλω να πάω μπροστά, να είμαι από εκείνους που θα κερδίσουν πρώτοι τη νίκη».
Αυτή ήταν η απάντηση του Πιερράκου, όταν άκουσε την πρόταση του οπλαρχηγού του να παραμείνει στην Αθήνα. […]
Ξεκίνησε για τα σύνορα στις 29 Οκτωβρίου, στις 3 το πρωί, αφού πρώτα αποχαιρέτησε τον αδελφό του Στέφανο, ο οποίος τελικά παρέμεινε στην Αθήνα. Τριάντα έξι ώρες μετά, ο Μίμης Πιερράκος βρέθηκε στο αλβανικό Μέτωπο, υπερασπιζόμενος τα σύνορα ως ασυρματιστής του πυροβολικού.
Οι δυσκολίες που συνάντησε δεν τον λύγισαν ποτέ.
[…] Τα βράδια, όταν οι σειρήνες, οι εκρήξεις και οι πυροβολισμοί σώπαιναν, τη θέση τους έπαιρνε η φωνή του Πιερράκου. Κάθε νύχτα οι εξουθενωμένοι Έλληνες στρατιώτες έκαναν έναν κύκλο και ηρεμούσαν με τα τραγούδια του «Μπρακ».
[…] Δεκαοχτώ μόλις μέρες μετά την άφιξή του στο Μέτωπο, στις 18 Νοεμβρίου 1940, ο Μίμης Πιερράκος βρίσκει τραγικό θάνατο…
Εκείνη την ημέρα ο ελληνικός στρατός αναχαιτίζει τις επιθέσεις των Ιταλών, οι οποίοι συνεχώς υποχωρούν προς τα βόρεια και τις ακτές της Αδριατικής στην περιοχή του Πόγραδετς. Εκεί, στο χωριό Διποταμιά, βρίσκεται η Σ2 Μοίρα Βαρέως Πυροβολικού και ο Σταθμός Ασυρμάτου, όπου υπηρετεί ο Μίμης Πιερράκος.
Ένα σμήνος ιταλικών βομβαρδιστικών επιτίθεται και αμέσως σημαίνει συναγερμός. Τα ελληνικά στρατεύματα ξεκινούν να βάλλουν, δημιουργώντας ένα πυκνό αντιαεροπορικό φράγμα, ενώ στον ορίζοντα φαίνεται και η ελληνική αεροπορία, καταδιωκτικά της οποίας εμπλέκονται σε μία σκληρή αερομαχία με τους Ιταλούς. Τρία ιταλικά αεροπλάνα καταρρίπτονται. Από το ένα, τρεις Ιταλοί πέφτουν με τα αλεξίπτωτά τους. Ο «Μπρακ» βλέπει από μακριά πως ο αέρας τούς φέρνει προς ελληνικές θέσεις και ασυγκράτητος ξεχύνεται φωνάζοντας: «Παιδιά πάω να σας φέρω τους φρατέλους’». Πράγματι επιστρέφει συνοδεύοντας αιχμάλωτο τον έναν από τους Ιταλούς.
Δύο πράγματα αγαπούσε παθολογικά ο Πιερράκος: την πατρίδα και την οικογένειά του. Και αυτός ήταν ο λόγος που έχασε τη ζωή του… Ξεκίνησε να γράφει γράμμα στους δικούς του, περιγράφοντας τις πολεμικές εξελίξεις της ημέρας και πώς έπιασε τον Ιταλό αιχμάλωτο. Εκείνη την ώρα είχε ήδη ξεκινήσει νέα επίθεση ιταλικών αεροπλάνων. Χαμένος στις λέξεις ο Πιερράκος αμέλησε τον συναγερμό που σήμανε, δεν καλύφθηκε και το αποτέλεσμα ήταν να τον χτυπήσει στο δεξί μέρος του κεφαλιού το θραύσμα μίας ιταλικής οβίδας και να σκοτωθεί ακαριαία.
Μόλις είχε ολοκληρώσει τη σύνταξη του γράμματος. Δεν πρόλαβε να υπογράψει το τελικό σίγμα του ονόματός του (Μίμης), όταν εξερράγη η οβίδα που τον σκότωσε».
Ιδού το τελευταίο γράμμα του:
«Αγαπητέ μου αδελφέ Στέφανε,
Σας έστειλα πέντε γράμματα. Δόξα τω Θεώ είμαι καλά.
Στο προηγούμενο γράμμα μου σας έστειλα τη σύστασί μου, η οποία σήμερα άλλαξε, μην ανησυχείτε όμως διότι και με την παληά θα το λάβω.
Τώρα η σύστασίς μου είναι: Σ’ Σύνταγμα Βαρέως Πυροβολικού, 2α Μοίρα διοικήσεως Τ.Τ 212.
Μη ξεχάσεις Στέφανε να μου στείλεις ένα πουλόβερ, μερικά ξυραφάκια, τσιγάρα και λίγο χαρτζιλίκι για κανένα καφεδάκι όταν μπαίνουμε σε κανένα χωριό και για κονιάκ.
Σήμερα, όπως και κάθε μέρα μας επισκέφθηκαν εχθρικά αεροπλάνα . Έγινε αερομαχία. Τους ρίξαμε τρία. Το ένα από αντιαεροπορικό πυροβολικό.
Από το ένα αεροπλάνο γλύτωσαν τρεις με αλεξίπτωτο. Τον έναν εξ αυτών τον έπιασα εγώ. Είχε πέσει 5 χιλιόμετρα μακρυά μας. Αν έβλεπε το τρέξιμό μου ο Σίμισεκ σίγουρα θα με έβαζε στην εθνική για τα 5.000μ. Τον έφερα στο Διοικητή. Επήρα το αλεξίπτωτο το οποίο είχε σχισθή από ένα δένδρο και το μοιράσαμε στους άνδρες για μαντηλάκια. Έχω φυλάξει για τη Μαρία. Έπειτα από τα σχετικά συγχαρητήρια κάθησα να σας γράψω με ένα φόβο μήπως αυτά που γράφω δεν εγκριθούν και δεν λάβετε το γράμμα μου, γι’ αυτό περιορίζομαι και δεν σας γράφω νέα του Μετώπου παρά μόνο πως πάμε Υπέρ-Υπέροχα.
Αν δεν είχα έλλειψι νέων σας θα νόμιζα πως βρίσκομαι σε εξοχή. Αυτό όμως με κάνει να ανησυχώ και να περιμένω με αγωνία γράμμα σας που να μου λες πως η Μαμά, η Μαρία κι ο Γιάννης είναι τελείως καλά,
Φίλησέ μου τη Μαμά και τη Μαρία, πολλές φορές καθώς και τον Γιάννη, κι εγώ φιλώ εσένα, αδελφέ μου Στέφανε.
ΜΙΜΗΣ
Μαμακούλα μου, γεια σου. Είμαι πολύ – πολύ καλά, να είσαι ήσυχη, πες το και της Μαρίας και δέξου ακόμα ένα φιλί.
ΜΙΜΗΣ
Μαρία μου σε φιλώ και σε παρακαλώ να είσθε τελείως ήσυχοι. Γράψε στη Νίκη, αν σου είναι εύκολο, όχι όμως καλλιγραφικά.
ΜΙΜΗΣ
Το σπαρακτικό μυστικό
Ο Διοικητής του Συντάγματος που υπηρετούσε ο Μίμης Πιερράκος απέστειλε γράμμα στη μητέρα του το οποίο πήρε στα χέρια του ο μεγάλος αδερφός του αποθανόντα, Στέφανος, στις 16 Δεκεμβρίου 1940, όταν και πληροφορήθηκε την εφιαλτική τροπή των πραγμάτων. Ο Στέφανος Πιερράκος όμως δεν το αποκάλυψε ποτέ στη μητέρα του, φοβούμενος για τις συνέπειες στον ψυχισμό της.
Το εν λόγω γράμμα ανέφερε: «Κυρία,
Το Σύνταγμα με μεγάλην θλίψην λαμβάνει την τιμήν να σας αναγγείλει ότι ο προσφιλής υιός σας δεν ζη πλέον.
Φονικόν βλήμα ανάνδρου εχθρού απεστέρησε την οικογένειάν του, το Σύνταγμα, την Πατρίδα, προσφιλούς και πολυτίμου τέκνου.
Εις τα ψυχάς όλων ημών μένει αλησμόνητον το αγέρωχον παράστημα, η μεγαλειώδης ψυχραιμία και ο τίμιος ηρωισμός του εκλιπόντος υιού σας.
Ήρωες, ωσάν τον Μίμη Πιερράκον δεν αποθνήσκουν, αλλά ζουν εις τας καρδίας όλων των Ελλήνων και ως λαμπρός φάρος καταυγάζουν την οδόν της Δόξης και της Νίκης της μεγάλης μας Πατρίδος.
Ο Πανάγαθος Θεός ας απαλύνη την καρδίαν δεινώς τρωθείσης μητρός, αδελφών και συγγενών και ας ελαφρύνει την γην, ήτις τον εδέχθη εις μνήνην αιωνίαν.
Εν ΤΤ 212 τη 16η Δεκεμβρίου 1940
Ο Διοικητής του Συντάγματος».
Το μυστικό του θανάτου ο Στέφανος Πιερράκος το κράτησε επτασφράγιστο μυστικό και από τα άλλα δύο αδέλφια του, Γιάννη και Μαρία…
Αν και η σορός του Μίμη Πιερράκου θάφτηκε στη Διποταμιά της Πίνδου, δέκα χρόνια αργότερα, τα οστά του «Μπρακ» μεταφέρθηκαν στην Αθήνα και ετάφησαν στο κοιμητήριο του Ζωγράφου, όπου σκορπίστηκε στο μνήμα του χώμα από τον αγωνιστικό χώρο της Λεωφόρου, εις ένδειξη τιμής στο μεγαλείο του.
Παναγιώτης Ιωάννου
www.bnsports.gr