Σαν σήμερα πριν από 77 χρόνια ο θρυλικός Γκούναρ Νόρνταλ συνθέτει μια από τις ομορφότερες ραψωδίες που γράφτηκαν ποτέ με φόντο το χορτάρι: Εφτά γκολ στο 90λεπτο της ζωής του!
Προϊόντος του χρόνου, οι ποδοσφαιρόφιλοι έχουν γίνει μάρτυρες πληθώρας μοναδικών παραστάσεων από πρωταγωνιστές, οι οποίοι μαγνήτισαν τους προβολείς. Ορισμένοι εξ αυτών αποδείχθηκαν διάττοντες αστέρες και εγκλωβίστηκαν το υπόλοιπο της πορείας τους στην ελώδη μετριότητα πλην ευκαιριακών εκλάμψεων και εμφανίσεων πυροτεχνημάτων. Άλλοι πάλι απέδειξαν εμφατικά με τη σταδιοδρομία τους πως η νύχτα που προσγειώθηκαν σαν κομήτες στο αθλητικό στερέωμα και προκάλεσαν ολούθε θαυμασμό δεν ήταν τίποτα άλλο παρά μονάχα ένα ψήγμα της μοναδικής τους διαδρομής προς την κορύφωση. Ο Γκούναρ Νόρνταλ ανήκει αναμφίβολα στη δεύτερη κατηγορία…
Μέλος πολυμελούς οικογένειας, μεγάλωσε μαζί με άλλες τέσσερις αδερφές και πέντε αδερφούς. Από σχεδόν νηπιακή ηλικία ένιωσε το πρώτο πετάρισμα στην καρδιά του μόλις κλότσησε ποδοσφαιρική μπάλα. Πραγματοποίησε τα πρώτα του βήματα στην τοπική ομάδα, την Χέρνεφορς, και το ταλέντο του ήταν πολύπλευρο. Ευτυχώς η εν λόγω ομάδα δεν απεδείχθη το λάθος φυτώριο για εκείνον ποτισμένο με τοξικό λίπασμα και δηλητήριο, αντιθέτως τον βοήθησε να ξεδιπλώσει τις αγωνιστικές του αρετές.
Μολονότι υπέρμετρα ανεπτυγμένος σωματικά, η σπάνια εκρηκτικότητά του, η ταχύτητα και το έμφυτο αίσθημα του σεσημασμένου σκόρερ που κουβαλούσε, τον μετέτρεψαν γρήγορα σε παίκτη κόσμημα για ολόκληρη τη χώρα. Τα 68 γκολ που φόρτωσε τις αντίπαλες εστίες σε 41 ματς ήταν νομοτελειακά απίθανο να μείνουν απαρατήρητα.
Το 1940, με τη Σουηδία να επιλέγει να κρατήσει ουδέτερη στάση στον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, ο Νόρνταλ μετακόμισε στην Ντέγκερφορς, ομάδα Α’ κατηγορίας. Παρά το μεγάλο άλμα, ο άφοβος στράικερ εξακολούθησε να «ματώνει» τα αντίπαλα δίχτυα, με συνέπεια το 1944 να έλθει στα χέρια του η πρόταση του εγχώριου γίγαντα της εποχής που άκουγε στο όνομα Νόρκεπινγκ. Μάλιστα, η τελευταία για να τον δελεάσει του πρόσφερε και δουλειά πυροσβέστη!
Επτά γκολ στη νύχτα της ζωής του
Κατέκτησε τέσσερα συνεχόμενα πρωταθλήματα (1945,1946, 1947, 1948), ενώ τις ίδιες χρονιές αναδείχθηκε και πρώτο «κανόνι» του πρωταθλήματος. Στις 12 Νοεμβρίου 1944 το παιχνίδι κόντρα στην ανυπόληπτη Λαντσκρόνα, στο οποίο σκόραρε επτά γκολ, εξελίχθηκε σε ορόσημο καριέρας. Το χορό των γκολ έσυρε πρώτος ο Έρικ Χόλκμβιστ στο 5’.
Από εκεί και μετά, ο Νόρνταλ ανέλαβε δράση με ένα ανηλεές σφυροκόπημα, ένα ασυναγώνιστο παραγωγικό κρεσέντο, ροκανίζοντας τα θεμέλια των φιλοξενούμενων, που ούτως ή άλλως έμοιαζαν τοποθετημένα σε κινούμενη άμμο.
Στο 10’ ο Νόρνταλ ανέβασε το δείκτη του σκορ στο 2-0, ενώ με τους αντιπάλους να σημαδεύουν στα τυφλά λες και έπαιζαν με δεμένα μάτια, ο περί ου ο λόγος σε διάστημα έξι λεπτών (21’, 24’, 27’) είχε ήδη διαμορφώσει το 5-1. Στο 41’ και στο 46’ βρήκε άλλες δύο φορές το δρόμο προς τα δίχτυα τη στιγμή που άπαντες στις εξέδρες παρακολουθούσαν εκστασιασμένοι τα κατορθώματά του. Έντεκα λεπτά προτού ακουστεί το σφύριγμα της λήξης, ο πρωταγωνιστής σημείωσε το έβδομο και τελευταίο του γκολ μέσα σε ένα καταιγισμό χειροκροτημάτων από φίλους και εχθρούς, οι οποίοι έκλιναν ευλαβικά το γόνυ μπροστά στο μεγαλείο του. Η Νόρκεπινγκ δεν έβγαλε το πόδι από το γκάζι της ασέλγειας και μοιραία το σκορ έφτασε σε επίπεδα πέρα από κάθε νοσηρή φαντασία, δηλαδή της τάξεως του 9-1.
Φυσικά, η σαρωτική εμφάνιση του Σουηδού γκολτζή είχε και σημειολογικό χαρακτήρα, αφού ισοφάρισε το ρεκόρ που κρατούσε από το 1943 ο Άρνε Γέρτσον στην αναμέτρηση Μάλμε-Χάλμσταντ, επίδοση που ουδείς άλλος έχει πετύχει ξανά ή ξεπεράσει έως σήμερα στη Σουηδία.
Στη σουηδική Α’ κατηγορία, σκόραρε 149 γκολ σε 172 αγώνες. Συνεπακόλουθο όλων αυτών, υπήρξε ο -με γεωμετρική αύξηση- πόθος ευρωπαϊκών μεγαθηρίων να τον εντάξουν στο δυναμικό τους. Τελικά, η Μίλαν κατόρθωσε να τον ντύσει στα χρώματά της το 1949 και δεν το μετάνιωσε στιγμή. Στους «ροσονέρι» έσμιξε με τους Γκούναρ Γκρεν και Νίλς Λίντχολμ, συγκροτώντας την πασίγνωστη φονική επιθετική τριπλέτα «Γκρε-Νο-Λι» που έκανε σμπαράλια κάθε άμυνα. Εκείνη αργότερα οδήγησε τη Σουηδία στην κατάκτηση του χρυσού Ολυμπιακού μεταλλίου στο Λονδίνο το 1948.
Σε έξι χρόνια με τους «ροσονέρι», ο Νόρνταλ σημάδεψε ανεξίτηλα το κλαμπ με 210 γκολ στη Serie A και δύο πρωταθλήματα. Παράλληλα ανακηρύχθηκε πέντε χρόνια πρώτος σκόρερ του ιταλικού πρωταθλήματος (1950, 1951, 1953, 1954, 1955). Επίσης, κατέχει την τρίτη θέση στη λίστα των κορυφαίων σκόρερ όλων των εποχών στο ιταλικό πρωτάθλημα με 225 γκολ (πέτυχε άλλα 15 με τη Ρόμα από το 1956 έως το 1958).
Παναγιώτης Ιωάννου
www.bnsports.gr