Η Μεσσηνία την Καθαρά Δευτέρα (27/02) έχασε έναν άνθρωπο δικό της έστω κι αν ξενιτεύτηκε μικρός. Ο Σταύρος Παπαδόπουλος απεβίωσε σε ηλικία 89 ετών και το BN Sports «σκαλίζει» το βιογραφικό του ιστορικού προέδρου της «Μαύρης Θύελλας», φίλου του σπουδαίου Ζαϊρζίνιο, θυμίζοντας παράλληλα περιπτώσεις ποδοσφαιριστών που (δεν) έφερε ή ανέδειξε στην Καλαμάτα, μεταξύ των οποίων φυσικά και το «Φαινόμενο».
Υπάρχουν άνθρωποι που έχουν αφήσει το στίγμα τους σε έναν τόπο και θα συνεχίσουν να το κάνουν κατά κάποιο τρόπο ακόμα κι αν δεν βρίσκονται στη ζωή. Το έργο τους αποτελεί την παρακαταθήκη τους και αυτά που αφήνουν πίσω, υλικά και μη, τα απαιτούμενα για να μείνουν στην αιωνιότητα.
Ο Σταύρος Παπαδόπουλος την Καθαρά Δευτέρα του 2023 άφησε την τελευταία του πνοή σε ηλικία 89 ετών στο μακρινό Χονγκ Κονγκ όπου έμενε για μεγάλο διάστημα και σκόρπισε τη θλίψη στη Μεσσηνία. Ο άνθρωπος με τα… διαμάντια όπως τον αποκαλούσαν, ήταν ένας διακεκριμένος επιχειρηματίας με μεγάλη οικονομική άνεση, αυτοδημιούργητος και δουλευταράς, ο οποίος συνέδεσε το όνομά του με τις πιο ένδοξες ημέρες της ποδοσφαιρικής ομάδας της Καλαμάτας.
Το BN Sports ρίχνει… φως στη ζωή του άλλοτε προέδρου της «Μαύρης Θύελλας», του Μεσσηνιακού και του Απόλλωνα Καλαμαριάς χωρίς να παραλείψει φυσικά μερικά από τα σπουδαία ονόματα που αναδείχθηκαν επί εποχής του από τον πρωτεύουσα της Μεσσηνίας και το «φαινόμενο» που έφτασε μια ανάσα.
Τα πρώτα χρόνια και η ξενιτιά
Ο Σταύρος Παπαδόπουλος γεννήθηκε στην Καλαμάτα το 1934, όντας γιος μιας πολυμελούς οικογένειας (είχε εννιά αδέρφια). Ο πατέρας του, Παναγιώτης, είχε υποδηματοποιείο στην οδό Γερμανού παίρνοντας από εκεί μία… γεύση της έννοιας του «επιχειρείν». Μετά το τέλος του εμφυλίου πολέμου παρόλα αυτά και σε ηλικία 18 ετών αποφάσισε να ξενιτευτεί για μια καλύτερη ζωή, μεταβαίνοντας στη Βραζιλία. Εκεί εργάστηκε σκληρά, πρόκοψε, παντρεύτηκε, έκανε παιδιά και με τα χρόνια εξελίχθηκε σε έναν πετυχημένο επιχειρηματία. Οι εκλιπών όμως δεν ξεχνούσε ποτέ τις... ρίζες του έχοντας στην καρδιά και το μυαλό του την ιδιαίτερη πατρίδα του, την Καλαμάτα.
Η οργάνωση και η συνέπεια όπως είχε πει σε συνέντευξή του μεταγενέστερα τον απέτρεπαν από το να γυρίσει μόνιμα στην Ελλάδα καθώς και οι επιχειρηματικές του δραστηριότητες στη «χώρα του καφέ». Ο Σταύρος Παπαδόπουλος, προερχόμενος από μια φτωχή οικογένεια όπως και ο περισσότερες της εποχής, έφτασε σε σημείο να διατηρεί στη Βραζιλία δικά του ορυχεία εξόρυξης πολύτιμων λίθων, χτίζοντας σιγά σιγά τη δική του… αυτοκρατορία.
Η οικονομική του ευχέρεια, οι φιλοδοξίες του και η αγάπη του για το ποδόσφαιρο σε μια εποχή που η «Σελεσάο» μεσουρανούσε, του επέτρεψαν να γνωρίσει μερικούς από τους μεγαλύτερους «αστέρες» της χώρας της… σάμπα, διατηρώντας μεταξύ άλλων φιλικές σχέσεις με τους Γκαρίντσα, Βαβά και Ζαϊρζίνιο.
Η ενασχόλησή του με το ποδόσφαιρο
Ο άνθρωπος με τα… διαμάντια όπως τον αποκαλούσαν, μεγάλωνε, ωρίμαζε, πλούτιζε και γινόταν όλο και πιο ισχυρός (εκ φύσεως ήταν μια δυναμική προσωπικότητα). Το επιχειρηματικό του «δαιμόνιο» τον οδήγησε να ασχοληθεί με το εμπόριο πολύτιμων λίθων μεταφέροντας την έδρα του στο Χονγκ Κονγκ.
Τα κοσμήματα ήταν ο… πρωταγωνιστής της δουλειάς του Σταύρου Παπαδόπουλου, ανοίγοντας καταστήματα με την επωνυμία «Fine Gems» και στη χώρα μας. Μάλιστα στις αρχές της δεκαετίας των 90’ς αποφάσισε να ασχοληθεί και με τον αθλητισμό που τόσο αγαπούσε και φυσικά οι δεσμοί του με την Καλαμάτα τον οδήγησαν το 1992 στη «Μαύρη Θύελλα» το πλειοψηφικό πακέτο της οποίας και αγόρασε.
Ο τρόπος σκέψης του, οι γνωριμίες και το όραμά του έφεραν άλλη πνοή στην ποδοσφαιρική ομάδα της Καλαμάτας την οποία πήρε από τη Γ’ Εθνική και την οδήγησε στα… σαλόνια και τις σημαντικότερες μέρες της ιστορίας. Τρία χρόνια μετά την… είσοδό του, η «Μαύρη Θύελλα» αγωνίστηκε για πρώτη φορά επί εποχής επαγγελματικού πρωταθλήματος στην Α΄ Εθνική (είχε παίζει στη μεγάλη κατηγορία και τις χρονιές 1972-73, 1974-75).
Η επιμονή του, το πείσμα του και το πνεύμα νικητή που τον χαρακτήριζε, «σημάδεψε» την Καλαμάτα και τον ποδοσφαιρικό οργανισμό της, μετατρέποντας τη «Μαύρη Θύελλα» στο… καμάρι της πόλης. Το Φλεβάρη του 2000 αποσύρθηκε από την ομάδα του τόπου του, πουλώντας το πλειοψηφικό πακέτο της ομάδας κατά τη διάρκεια της πιο πετυχημένης σεζόν στην ιστορία του κλαμπ. Η Καλαμάτα την αγωνιστική περίοδο 1999-00 τερμάτισε στην 9η θέση της πρώτης κατηγορίας, παίρνοντας μάλιστα το ευρωπαϊκό εισιτήριο για τα προκριματικά του Ιντερτότο (δύο ήττες από την Χμελ Μπλσάνι της Τσεχίας).
Η αγάπη του ωστόσο για το άθλημα δεν του επέτρεψε την αποχή του για μεγάλο διάστημα και ένα χρόνο αργότερα ανέλαβε τις τύχες του Απόλλωνα Καλαμαριάς. Μέσα σε δύο χρονιά, ο σύλλογος της Θεσσαλονίκης εξασφάλισε την άνοδό του στην Α’ Εθνική, διατηρώντας τον Απόλλωνα και την επόμενη χρονιά στην μεγάλη κατηγορία.
Ο Σταύρος Παπαδόπουλος ασχολήθηκε και με τον έτερο ιστορικό σύλλογο του τόπου του, τον Μεσσηνιακό, το γήπεδο του οποίου μάλιστα φέρει και το όνομά του. Επί των ημερών του, ο σύλλογος «αναρριχήθηκε» μέχρι και τη Β’ Κατηγορία δίνοντας μεταξύ άλλων βάση στα φυτώρια της ομάδας και την ανάδειξη αθλητών.
Τέλος, το καλοκαίρι του 2016 και βλέποντας την αγαπημένη του Καλαμάτα σε χείριστη θέση (είχε πέσει στο τοπικό) αποφάσισε να ασχοληθεί ξανά με τη «Μαύρη Θύελλα» αναλαμβάνοντας μαζί με τους συνεργάτες του το δύσκολο έργο της… άνθισης και πάλι της ομάδας. Παρόλα αυτά 16 μήνες αργότερα και λόγω προβλημάτων υγείας ανακοίνωσε την οριστική και αμετάκλητη αποχώρησή του από τα διοικητικά του κλαμπ.
Οι επιχειρηματικές του δραστηριότητες εν Ελλάδι
Ταυτόχρονα με την ενασχόλησή του με το ποδόσφαιρο της χώρας, ο Σταύρος Παπαδόπουλος ενεπλάκη και σε άλλους επιχειρηματικούς τομείς της Ελλάδας. Πέρα φυσικά από την αλυσίδα κοσμηματοπωλείων που προαναφέρθηκε, ο εκλιπών είχε «μπει» και στο χώρο των ΜΜΕ αγοράζοντας μετοχές στον τοπικό τηλεοπτικό σταθμό «ΝΕΤ» ενώ υπήρξε ένας εκ των τελευταίων ιδιοκτητών της εφημερίδας «Σημαία» (1998-2003) η οποία λίγα χρόνια αργότερα σταμάτησε την κυκλοφορία της,
Μια δεκαετία και κάτι αργότερα, όταν είχε «ξαναμπεί» ενεργά στην ποδοσφαιρική Καλαμάτα, έχτισε και έθεσε προς λειτουργία μία υπερσύγχρονη μονάδα φιλοξενίας ηλικιωμένων, το «Papadopoulion», παρέχοντας στους ενοίκους της, οι οποίοι πάσχουν από κάποια ασθένεια και είναι σε προχωρημένη ηλικία, υπηρεσίες υψηλού επιπέδου. Μία μονάδα σε ένα ειδυλλιακό τοπίο που συνδυάζει βουνό (Ταΰγετος) και θάλασσα (Μεσσηνιακός κόλπος).
Ο Οφορίκουε, ο Μπόατενγκ, ο Λύμπε και οι άλλοι
Οι γνωριμίες του με ανθρώπους του ποδοσφαίρου και όχι μόνο αποτέλεσαν μεγάλο προσόν για μια… παρθένα γη όπως ο ποδοσφαιρικός σύλλογος της Καλαμάτας. Ο Σταύρος Παπαδόπουλος, ειδικός στα διαμάντια, έφερε στην πρωτεύουσα της Μεσσηνίας κάποιους Αφρικανούς αθλητές που «ρίζωσαν» στη χώρα μας, παίρνοντας μεταγραφή για τους «μεγάλους». Μεταξύ αυτών οι Πίτερ Οφορίκουε, Ντέρεκ Μπόατενγκ και Αλεσάντρο Σοάρες οι οποίοι αγωνίστηκαν με επιτυχία σε Ολυμπιακό, Παναθηναϊκό, ΑΕΚ και ΟΦΗ.
Μεταξύ άλλων και με τον ίδιο τον επιχειρηματία να δίνει βάρος στη νεολαία, η οποία αποτελούσε η… έννοια του, η Καλαμάτα έδωσε βάρος και στην ανάδειξη νεαρών ποδοσφαιριστών από τον τόπο με τους Λυμπερόπουλο και Γεωργέα να αποτελούν τις πιο χαρακτηριστικές περιπτώσεις ταλέντων που βγήκαν από τα «σπάργανα» της Μαύρης Θύελλας.
To «μπαμ» που δεν έγινε ποτέ με τον Ρονάλντο
Βέβαια η μεγαλύτερη μεταγραφή ήταν αυτή που δεν έγινε ποτέ και που για μερικές χιλιάδες ευρώ, ο Ρονάλντο το «Φαινόμενο» δεν πάτησε ποτέ το πόδι του στην Ελλάδα. Όπως προαναφέρθηκε, ο Σταύρος Παπαδόπουλος είχε εξαιρετικές σχέσεις με τον Ζαίρ Βεντούρα Φίλιο, κατά κόσμον Ζαϊρζίνιο, ο οποίος σε καμία των περιπτώσεων δεν μετέφερε στην προπονητική τα αγωνιστικά του χαρίσματα ωστόσο η ανακάλυψη του Ρονάλντο πιστώνεται σε εκείνον.
Το καλοκαίρι λοιπόν που ο άνθρωπος με τα… διαμάντια είχε αγοράσει την Καλαμάτα (1992), ο Ζαϊρζίνιο του πρότεινε να φέρει με… κλειστά μάτια το «Φαινόμενο» στη Μεσσηνία, με τον αστικό μύθο να του αναφέρει πως πρόκειται για πραγματική «φλέβα χρυσού. Παρόλα αυτά, οι δυο τους τα χάλασαν στα οικονομικά και ο Ρονάλντο Λουίς Ναζάριο ντε Λίμα, ένα χρόνο αργότερα υπέγραψε επαγγελματικό συμβόλαιο με την Κρουζέιρο και τα πράγματα πήραν σιγά σιγά το δρόμο τους, με το… άστρο του να λάμπει.
Για μερικές χιλιάδες δολάρια λοιπόν, ο Ρονάλντο δεν πήρε ποτέ το αεροπλάνο για Ελλάδα και η Καλαμάτα δεν έγινε γνωστή σε όλα τα μήκη και τα πλάτη του πλανήτη. Ίσως και καλύτερα βέβαια γιατί ποιος ξέρει τι θα γινόταν αν ένα τέτοιο ταλέντο ερχόταν στην Ελλάδα της δεκαετίας του 90’ σε τόσο ευαίσθητη, ποδοσφαιρικά και όχι μόνο ηλικία.
Μάνος Φυρογένης
www.bnsports.gr