Η καριέρα και η ζωή του Πελέ, που «έφυγε» την Πέμπτη (29/12) σε ηλικία 82 ετών, αφήνοντας πίσω του μία τεράστια ποδοσφαιρική -και όχι μόνο- κληρονομιά.
ο Πελέ δεν ήταν μία προσωπικότητα με επιρροή μόνο εντός των τεσσάρων γραμμών. Το ποδόσφαιρο ήταν ο κινητήριος μοχλός για τον ίδιο, αλλά υπάρχει άραγε άνθρωπος στον πλανήτη, που να μην γνωρίζει τα επιτεύγματά του, έστω κι αν δεν έχει παρακολουθήσει ποτέ αγώνα ποδοσφαίρου;
Τι κι αν πέρασε περίπου 18 χρόνια της ζωής/καριέρας του στη Βραζιλία, αγωνιζόμενος με τη φανέλα της Σάντος, αφού τόσο ο ίδιος ο σύλλογος, όσο και η Βραζιλία γενικότερα, τον αντιμετώπιζε ως «πολιτισμικό θησαυρό» και δεν συζητούσε το ενδεχόμενο να του επιτρέψει να αγωνιστεί στο εξωτερικό; Η φήμη του και πλέον, η κληρονομιά που αφήνει πίσω του, ξεπερνούσαν, ξεπερνούν και θα ξεπερνούν κατά πολύ τα σύνορα της «χώρας του καφέ».
Από τη θέση του δεύτερου επιθετικού -με σημερινούς όρους- ή του επιθετικού μέσου, ο Πελέ άλλαξε μία για πάντα το άθλημα. Ήταν ένας από τους πρώτους... εισηγητές του όρου, Joga bonito, δηλαδή του όμορφου παιχνιδιού.
Με κινήσεις χορευτικές, πάνω στις οποίες «πάτησαν» οι μεταγενέστεροί του, και εκτελεστική δεινότητα που χρειάστηκε να περάσουν πολλές δεκαετίες για να ξαναεμφανιστεί, μέσω των Κριστιάνο Ρονάλντο και Λιονέλ Μέσι, ο Πελέ έφτασε -σύμφωνα με τη FIFA και την CONMEBOL- τα 1281 γκολ σε 1363 παιχνίδια. Φιλικά και επίσημα. Αριθμός που ελέγχεται ως προς την ορθότητά του (οι περισσότεροι θεωρούν ως σωστό αριθμό τα 757 γκολ, που επιτεύχθησαν σε επίσημα ματς) αλλά σε κάθε περίπτωση, αποτελεί δείγμα των όσων μπορούσε να κάνει εντός του αγωνιστικού χώρου.
Άλλωστε, και στα μεγάλα τουρνουά που αγωνίστηκε, τα τέσσερα Παγκόσμια Κύπελλα δηλαδή, απέδειξε πως βρισκόταν σε ένα εντελώς διαφορετικό επίπεδο, από όλους τους υπόλοιπους «συναδέλφους» του.
Γεννημένος στις 23 Οκτωβρίου του 1940, ο Πελέ δεν είχε συμπληρώσει το 18ο έτος της ηλικίας του στο Παγκόσμιο Κύπελλο του 1958, όταν και «οδήγησε» τη Βραζιλία στην κατάκτηση του πρώτου Μουντιάλ της ιστορίας της.
Δεν αγωνίστηκε στα πρώτα δύο ματς των ομίλων, αλλά από το τρίτο κι έπειτα, έγινε όχι μόνο βασικός και αναντικατάστατος, αλλά και ηγέτης!
Σκόραρε στα έξι γκολ σε τέσσερα ματς, έκανε χατ-τρικ στον ημιτελικό με τη Γαλλία και στον τελικό με τη Σουηδία, «έκρινε» το ματς σκοράροντας δις.
Αυτό ήταν! Το «άστρο» του Πελέ είχε αρχίσει να ανατέλει, ο πλανήτης να μαθαίνει το όνομά του και ο 17χρονος Βραζιλιάνος να εξελίσσεται σε έναν σταρ παγκόσμιου βεληνεκούς!
Στο επόμενο Μουντιάλ, αυτό του 1962, στάθηκε άτυχος, καθώς τραυματίστηκε στο τρίτο ματς των ομίλων, και έμεινε εκτός δράσης. Παρόλα αυτά, η παρουσία του στα δύο πρώτα παιχνίδια, του εξασφάλισε τον τίτλο του Παγκόσμιου Πρωταθλητή, καθώς η Βραζιλία έκανε το back-to-back.
Συμμετείχε και στο Παγκόσμιο Κύπελλο του 1966, χωρίς την ίδια επιτυχία, αλλά εκεί που ήρθε η πλήρης καταξίωση, ήταν στο Μουντιάλ του 1970.
Μοιράζοντας ασίστ (6 στο σύνολο) ή σκοράροντας (4 γκολ στο σύνολο), σε κάθε ματς της Βραζιλίας στη διοργάνωση, ο Πελέ κατέκτησε για τρίτη φορά το Παγκόσμιο Κύπελλο, κάτι που δεν έχει πράξει κανένας άλλος ποδοσφαιριστής στην ιστορία του αθλήματος, έως και σήμερα!
Παράλληλα, αποτελεί έως σήμερα τον 1ο σκόρερ στην ιστορία της Βραζιλίας με 77 γκολ, μετά από 92 εμφανίσεις. Στο Μουντιάλ του 2022, ωστόσο, απέκτησε και... συγκάτοικο στην κορυφή: τον Νεϊμάρ. Οι λιγότερες εμφανίσεις του Πελέ, όμως, του δίνουν ένα προβάδισμα.
Ωστόσο, δεν έμεινε μόνο στους τίτλους και τις διακρίσεις με την εθνική ομάδα της Βραζιλίας. Αντιθέτως! Κατέκτησε και έξι πρωταθλήματα Βραζιλίας με τη Σάντος (1961, 1962, 1963, 1964, 1965, 1968), δύο Copa Libertadores (1962, 1963), αλλά και δύο Διηπειρωτικά (1962, 1963)!
Στη «δύση» της καριέρας του, αγωνίστηκε για μία διετία και στη Νιου Γιορκ Κόσμος, όπου ακόμα κι εκεί, κατέκτησε τίτλο το 1977.
Ακριβώς όπως συνέβη και στη δική μας εποχή, υπήρχε το αίωνιο ερώτημα: Πελέ ή Μαραντόνα;
Όπως τώρα, έτσι και τότε, ήταν αδύνατο να διαλέξει κανείς. Η απάντηση συνήθως ήταν απλή: «Τυχεροί όσοι πρόλαβαν να τους δουν να αγωνίζονται!»
Πέραν της καθολικής αποδοχής, ο Πελέ έτυχε και μίας σειράς διακρίσεων, που ήρθαν κυρίως μετά το τέλος της ποδοσφαιρικής του καριέρας.
Η μεγαλύτερη -πιθανότατα- από αυτές ήρθε το 1999, όταν η Διεθνής Ολυμπιακή Επιτροπή ανακύρηξε τον Πελέ, ως τον «Αθλητή του Αιώνα», παρότι δεν αγωνίστηκε ποτέ σε Ολυμπιακούς Αγώνες!
Παράλληλα, διετέλεσε «Πολίτης του Κόσμου» στον ΟΗΕ (1977), «Πρεσβευτής Καλής Θέλησης» στην ΟΥΝΕΣΚΟ (1994), αλλά και Υπουργός Αθλητισμού στη Βραζιλία (1995).
Υπήρξαν, βέβαια, και διακρίσεις, με τις οποίες, λόγω των συνθηκών στην εποχή που αγωνίστηκε, δεν τιμήθηκε. Η χαρακτηριστικότερη από αυτές; Η Χρυσή Μπάλα.
Πάντως, το γαλλικό περιοδικό, France Football, που δημιούργησε το εν λόγω βραβείο, έκανε μία απόπειρα το 2015 να υπολογίσει τις Χρυσές Μπάλες που θα είχαν κατακτηθεί πριν το 1995, από μη-Ευρωπαίους παίκτες. Μέσα σε αυτούς και ο Πελέ, που θα είχε κρατήσει τη «Χρυσή Μπάλα», επτά φορές!
Φάνης Τσοκανάς
www.bnsports.gr
Ο ποδοσφαιρικός -και όχι μόνο- πλανήτης πενθεί. Άλλωστε, Τι κι αν πέρασε περίπου 18 χρόνια της ζωής/καριέρας του στη Βραζιλία, αγωνιζόμενος με τη φανέλα της Σάντος, αφού τόσο ο ίδιος ο σύλλογος, όσο και η Βραζιλία γενικότερα, τον αντιμετώπιζε ως «πολιτισμικό θησαυρό» και δεν συζητούσε το ενδεχόμενο να του επιτρέψει να αγωνιστεί στο εξωτερικό; Η φήμη του και πλέον, η κληρονομιά που αφήνει πίσω του, ξεπερνούσαν, ξεπερνούν και θα ξεπερνούν κατά πολύ τα σύνορα της «χώρας του καφέ».
Από τη θέση του δεύτερου επιθετικού -με σημερινούς όρους- ή του επιθετικού μέσου, ο Πελέ άλλαξε μία για πάντα το άθλημα. Ήταν ένας από τους πρώτους... εισηγητές του όρου, Joga bonito, δηλαδή του όμορφου παιχνιδιού.
Με κινήσεις χορευτικές, πάνω στις οποίες «πάτησαν» οι μεταγενέστεροί του, και εκτελεστική δεινότητα που χρειάστηκε να περάσουν πολλές δεκαετίες για να ξαναεμφανιστεί, μέσω των Κριστιάνο Ρονάλντο και Λιονέλ Μέσι, ο Πελέ έφτασε -σύμφωνα με τη FIFA και την CONMEBOL- τα 1281 γκολ σε 1363 παιχνίδια. Φιλικά και επίσημα. Αριθμός που ελέγχεται ως προς την ορθότητά του (οι περισσότεροι θεωρούν ως σωστό αριθμό τα 757 γκολ, που επιτεύχθησαν σε επίσημα ματς) αλλά σε κάθε περίπτωση, αποτελεί δείγμα των όσων μπορούσε να κάνει εντός του αγωνιστικού χώρου.
Άλλωστε, και στα μεγάλα τουρνουά που αγωνίστηκε, τα τέσσερα Παγκόσμια Κύπελλα δηλαδή, απέδειξε πως βρισκόταν σε ένα εντελώς διαφορετικό επίπεδο, από όλους τους υπόλοιπους «συναδέλφους» του.
Pele doing everything your favourite player does, first.
— Football Away Days (@FBAwayDays) December 3, 2022
The King of Football ??? pic.twitter.com/Or9EivIvHJ
Γεννημένος στις 23 Οκτωβρίου του 1940, ο Πελέ δεν είχε συμπληρώσει το 18ο έτος της ηλικίας του στο Παγκόσμιο Κύπελλο του 1958, όταν και «οδήγησε» τη Βραζιλία στην κατάκτηση του πρώτου Μουντιάλ της ιστορίας της.
Δεν αγωνίστηκε στα πρώτα δύο ματς των ομίλων, αλλά από το τρίτο κι έπειτα, έγινε όχι μόνο βασικός και αναντικατάστατος, αλλά και ηγέτης!
Σκόραρε στα έξι γκολ σε τέσσερα ματς, έκανε χατ-τρικ στον ημιτελικό με τη Γαλλία και στον τελικό με τη Σουηδία, «έκρινε» το ματς σκοράροντας δις.
Αυτό ήταν! Το «άστρο» του Πελέ είχε αρχίσει να ανατέλει, ο πλανήτης να μαθαίνει το όνομά του και ο 17χρονος Βραζιλιάνος να εξελίσσεται σε έναν σταρ παγκόσμιου βεληνεκούς!
Στο επόμενο Μουντιάλ, αυτό του 1962, στάθηκε άτυχος, καθώς τραυματίστηκε στο τρίτο ματς των ομίλων, και έμεινε εκτός δράσης. Παρόλα αυτά, η παρουσία του στα δύο πρώτα παιχνίδια, του εξασφάλισε τον τίτλο του Παγκόσμιου Πρωταθλητή, καθώς η Βραζιλία έκανε το back-to-back.
Συμμετείχε και στο Παγκόσμιο Κύπελλο του 1966, χωρίς την ίδια επιτυχία, αλλά εκεί που ήρθε η πλήρης καταξίωση, ήταν στο Μουντιάλ του 1970.
Μοιράζοντας ασίστ (6 στο σύνολο) ή σκοράροντας (4 γκολ στο σύνολο), σε κάθε ματς της Βραζιλίας στη διοργάνωση, ο Πελέ κατέκτησε για τρίτη φορά το Παγκόσμιο Κύπελλο, κάτι που δεν έχει πράξει κανένας άλλος ποδοσφαιριστής στην ιστορία του αθλήματος, έως και σήμερα!
Παράλληλα, αποτελεί έως σήμερα τον 1ο σκόρερ στην ιστορία της Βραζιλίας με 77 γκολ, μετά από 92 εμφανίσεις. Στο Μουντιάλ του 2022, ωστόσο, απέκτησε και... συγκάτοικο στην κορυφή: τον Νεϊμάρ. Οι λιγότερες εμφανίσεις του Πελέ, όμως, του δίνουν ένα προβάδισμα.
Ωστόσο, δεν έμεινε μόνο στους τίτλους και τις διακρίσεις με την εθνική ομάδα της Βραζιλίας. Αντιθέτως! Κατέκτησε και έξι πρωταθλήματα Βραζιλίας με τη Σάντος (1961, 1962, 1963, 1964, 1965, 1968), δύο Copa Libertadores (1962, 1963), αλλά και δύο Διηπειρωτικά (1962, 1963)!
Στη «δύση» της καριέρας του, αγωνίστηκε για μία διετία και στη Νιου Γιορκ Κόσμος, όπου ακόμα κι εκεί, κατέκτησε τίτλο το 1977.
Ακριβώς όπως συνέβη και στη δική μας εποχή, υπήρχε το αίωνιο ερώτημα: Πελέ ή Μαραντόνα;
Όπως τώρα, έτσι και τότε, ήταν αδύνατο να διαλέξει κανείς. Η απάντηση συνήθως ήταν απλή: «Τυχεροί όσοι πρόλαβαν να τους δουν να αγωνίζονται!»
Πέραν της καθολικής αποδοχής, ο Πελέ έτυχε και μίας σειράς διακρίσεων, που ήρθαν κυρίως μετά το τέλος της ποδοσφαιρικής του καριέρας.
Η μεγαλύτερη -πιθανότατα- από αυτές ήρθε το 1999, όταν η Διεθνής Ολυμπιακή Επιτροπή ανακύρηξε τον Πελέ, ως τον «Αθλητή του Αιώνα», παρότι δεν αγωνίστηκε ποτέ σε Ολυμπιακούς Αγώνες!
Παράλληλα, διετέλεσε «Πολίτης του Κόσμου» στον ΟΗΕ (1977), «Πρεσβευτής Καλής Θέλησης» στην ΟΥΝΕΣΚΟ (1994), αλλά και Υπουργός Αθλητισμού στη Βραζιλία (1995).
Υπήρξαν, βέβαια, και διακρίσεις, με τις οποίες, λόγω των συνθηκών στην εποχή που αγωνίστηκε, δεν τιμήθηκε. Η χαρακτηριστικότερη από αυτές; Η Χρυσή Μπάλα.
Πάντως, το γαλλικό περιοδικό, France Football, που δημιούργησε το εν λόγω βραβείο, έκανε μία απόπειρα το 2015 να υπολογίσει τις Χρυσές Μπάλες που θα είχαν κατακτηθεί πριν το 1995, από μη-Ευρωπαίους παίκτες. Μέσα σε αυτούς και ο Πελέ, που θα είχε κρατήσει τη «Χρυσή Μπάλα», επτά φορές!
Φάνης Τσοκανάς
www.bnsports.gr