Το «βάρος» του να γεμίσει τα «παπούτσια» του πατέρα του, καθώς και να οδηγήσει και να ανταγωνιστεί δύο από τους σπουδαιότερους πιλότους όλων των εποχών στην Formula 1. Το ταξίδι του Νίκο Ρόσμπεργκ στην κορυφή μπορεί να μην ήταν το πιο εύκολο, ήταν όμως το πιο «γλυκό».
Λίγους μήνες πριν ξεκινήσει επίσημα η νέα σεζόν της Formula 1, έγινε γνωστό πως ο Μικ Σουμάχερ θα βρεθεί πίσω από το τιμόνι της Haas, με το όνομα Σουμάχερ να επιστρέφει στην Formula 1. Ο νεαρός Μικ είχε να σηκώσει δύο «βάρη» μπαίνοντας στο 2021, το ένα ήταν το επίθετο του, το οποίο ήταν πλέον συνυφασμένο με το άθλημα και το δεύτερο πως πολλές φορές τα παιδιά κάποιων εκ των πιο πετυχημένων πιλότων δύσκολα θα πετύχουν όσα οι γονείς τους.
Τα παραδείγματα των Νέλσον Πικέ και Νέλσον Πικέ Τζούνιορ, Μάριο Αντρέτι και Μάικλ Αντρέτι είναι τα πρώτα που έρχονται στο μυαλό. Ωστόσο υπάρχουν και άλλοι, υπάρχουν οι Ζιλ και Ζακ Βιλνέβ, οι Γκράχαμ και Ντέιμον Χιλ. Ωστόσο ο τελευταίος που το πέτυχε δεν ήταν άλλος από τον Νίκο Ρόσμπεργκ.
Ένα παιδί που ξεχώρισε από την πρώτη στιγμή
Ο Νίκο Έρικ Ρόσμπεργκ γεννήθηκε στις 27 Ιουνίου του 1985 στο Βισμπάντεν του Δυτικής Γερμανίας, γιος της Γκεζίνε Ντένγκελ, μεταφράστριας και του Κέκε Ρόσμπεργκ, πρωταθλητή της Formula 1 το 1982. Ο Κέκε στέφθηκε πρωταθλητή στην χρονιά που μπορεί κάλλιστα να χαρακτηριστεί ως η πιο σκοτεινή στην ιστορία της Formula 1. Ήταν τότε όταν οι Ζιλ Βιλνέβ και Ρικάρντο Παλέτι είχαν χάσει την ζωή τους στο πλαίσιο του βελγικού και του καναδικού Grand Prix, ενώ ο Ντιντιέρ Πιρόνι είδε την καριέρα του να τελειώνει πρόωρα στο γερμανικό Grand Prix.
Ο νεαρός Νίκο έπιασε για πρώτη φορά τιμόνι στα 4 του, με τον πατέρα του να χειρίζεται τα πετάλια και εκείνος το τιμόνι. Απευθείας ένιωσε μία σύνδεση και στα 6 του αποφάσισε να αγωνιστεί στα καρτ και έθεσε ως στόχο να βρεθεί στην Formula 1. Οι γονείς του υποστήριξαν κάθε του απόφαση, με μοναδικό όρο να μην παραμελήσει τα μαθήματα του. Έτσι και έγινε, απόφοιτος του «International School of Monaco» με μέσο όρο 1.2, μπορούσε να μιλήσει Αγγλικά, Γαλλικά, Γερμανικά, Ιταλικά και Ισπανικά, ενώ κατείχε την φινλανδική και την γερμανική υπηκοότητα.
Τελικά επέλεξε να αγωνιστεί υπό την γερμανική σημαία, κάτι το οποίο πίστευε πως θα του άνοιγε περισσότερες «πόρτες» στο μέλλον. Δεν χρειάστηκε πολύ να δείξει πως προοριζόταν για μεγάλα πράγματα, από τους τίτλους στην Formula BMW και International Formula 3000 Championship, το 2005 βρέθηκε στην Williams ως test driver. Είχε ήδη κάνει το πρώτο βήμα...
Η εξέλιξη από τον «γιο του Κέκε», στην Μπρίτνεϊ και τελικά στο Νίκο
Πέρασε μία χρονιά ως test driver στην ομάδα, πριν ο Μπέρνι Εκλστόουν πείσει τον Φρανκ Γουίλιαμς πως η παραμονή και υπογραφή του Νίκο θα έδινε νέα «πνοή» στο άθλημα. Οι πρώτες 3 χρονιές περιείχαν κάποια ψήγματα του τι ήταν ικανός να κάνει, με την «έκρηξη» να έρχεται το 2009. Η Μπρίτνεϊ, όπως το αποκαλούσαν περιπαικτικά οι μηχανικοί της ομάδας, επειδή η ξανθιά «χαίτη» θύμιζε αυτή της Μπρίτνεϊ Σπίαρς, οδήγησε με μαεστρία την FW31, συγκεντρώνοντας συνολικά 34.5 βαθμούς και τερματίζοντας στην 7η θέση του πρωταθλήματος. Το 2010 ήρθε στα χέρια του μία νέα πρόκληση, αυτή την φορά από την Mercedes.
Το 2010 ο γερμανικός κολοσσός εξαγόρασε την Brawn GP, η οποία είχε σοκάρει όλο την Formula 1 ένα χρόνο νωρίτερα, με τον Τζένσον Μπάτον να κερδίζει το πρωτάθλημα. Ο ίδιος συμφώνησε να γίνει μέλος αυτού του νέου πρότζεκτ και θα οδηγούσε μαζί με τον Μίκαελ Σουμάχερ, ο οποίος επέστρεφε στο άθλημα. Αρχικά διατηρούσε τις επιφυλάξεις, γνωρίζοντας για την σχέση των Σουμάχερ και Ρος Μπρον από την «αυτοκρατορία» της Ferrari, ωστόσο έδειξε μέσα στην πίστα πως ήταν ο πιο γρήγορος πιλότος. Την επόμενη τριετία το μονοθέσιο δεν του επέτρεπε να διεκδικήσει κάτι περισσότερο από κάποια βάθρα, ωστόσο όλα άλλαξαν μετά το 2013.
Η άφιξη και η κόντρα με τον Λιούις Χάμιλτον
Ο παγκόσμιος πρωταθλητής του 2008, Λιούις Χάμιλτον, υπέγραψε συμβόλαιο με την Mercedes, με τον Νίκι Λάουντα να πείθει τον Βρετανό να αφήσει την McLaren. Στόχος του Ρόσμπεργκ ήταν από την πρώτη στιγμή να παρουσιαστεί καλύτερος από την προηγούμενη χρονιά και να ξεπεράσει τον ομόσταβλο του. Ο Χάμιλτον βρέθηκε στο τέλος το 2013 με μικρή διαφορά από πάνω του, όμως το 2014 και η «άφιξη» της υβριδικής εποχής έδωσαν νέα διάσταση στην κόντρα τους, με αποκορύφωμα το πρωτάθλημα του 2016.
Με τον Βρετανό να έχει ανακηρυχθεί πρωταθλητής το 2014 και το 2015, ο Ρόσμπεργκ έκανε το «all in» μέσα στο 2016. Άλλαξε διατροφή, ακόμα και εξοπλισμό, προσέλαβε διανοητικό εκπαιδευτή και έμεινε μακριά από τα social media για πάνω από 5 μήνες. Τα δύο μονοθέσια της Mercedes «έπαιζαν» και πάλι μόνα τους για το πρωτάθλημα, ωστόσο το γκαράζ της ομάδας έμοιαζε σαν μία βόμβα που θα έσκαγε ανά πάσα στιγμή. Το τρακάρισμα και η εγκατάλειψη του Χάμιλτον στην Ισπανία έφτασαν την κόντρα τους σε άλλο επίπεδο, με τον διευθυντή της ομάδας, Τότο Βολφ, να παραδέχεται μετά από χρόνια πως απείλησε τους δύο με «ξήλωμα» από την ομάδα εάν δεν ηρεμήσουν.
Τελικά ο Ρόσμπεργκ αναδείχθηκε πρωταθλητής στο Άμπου Ντάμπι με 385 βαθμούς, μόλις 5 περισσότερους από τον Χάμιλτον. Λίγες μέρες αργότερα ανακοίνωσε πως θα αποσυρθεί από το άθλημα. Σύμφωνα με τον ίδιο, έφτασε στο απόγειο της καριέρας του και δεν ήθελε να δει τον εαυτό του να «πέφτει». Επέλεξε να μην το πει καν στον Βολφ προτού το ανακοινώσει δημόσια. Κάποιοι το ερμήνευσαν ως την αυτογνωσία κάποιου που ήξερε πως δεν θα επικρατούσε ξανά του Χάμιλτον. Για τον ίδιο δεν σήμαινε τίποτα, παρά μόνο ότι έφυγε όπως ήθελε. Ως μόλις ο δεύτερος πιλότος στην ιστορία που κέρδισε το πρωτάθλημα μετά τον πατέρα του, όπως και οι Γκράχαμ και Ντέιμον Χιλ. Κανείς δεν μπορεί να του αναιρέσει τον τίτλο του πρωταθλητή, ούτε αυτού ενός εκ των πιο έξυπνων πιλότων που βρέθηκαν ποτέ στην πίστα.
Μάριος Αγγελέτος
Τα παραδείγματα των Νέλσον Πικέ και Νέλσον Πικέ Τζούνιορ, Μάριο Αντρέτι και Μάικλ Αντρέτι είναι τα πρώτα που έρχονται στο μυαλό. Ωστόσο υπάρχουν και άλλοι, υπάρχουν οι Ζιλ και Ζακ Βιλνέβ, οι Γκράχαμ και Ντέιμον Χιλ. Ωστόσο ο τελευταίος που το πέτυχε δεν ήταν άλλος από τον Νίκο Ρόσμπεργκ.
Ένα παιδί που ξεχώρισε από την πρώτη στιγμή
Ο Νίκο Έρικ Ρόσμπεργκ γεννήθηκε στις 27 Ιουνίου του 1985 στο Βισμπάντεν του Δυτικής Γερμανίας, γιος της Γκεζίνε Ντένγκελ, μεταφράστριας και του Κέκε Ρόσμπεργκ, πρωταθλητή της Formula 1 το 1982. Ο Κέκε στέφθηκε πρωταθλητή στην χρονιά που μπορεί κάλλιστα να χαρακτηριστεί ως η πιο σκοτεινή στην ιστορία της Formula 1. Ήταν τότε όταν οι Ζιλ Βιλνέβ και Ρικάρντο Παλέτι είχαν χάσει την ζωή τους στο πλαίσιο του βελγικού και του καναδικού Grand Prix, ενώ ο Ντιντιέρ Πιρόνι είδε την καριέρα του να τελειώνει πρόωρα στο γερμανικό Grand Prix.
Ο νεαρός Νίκο έπιασε για πρώτη φορά τιμόνι στα 4 του, με τον πατέρα του να χειρίζεται τα πετάλια και εκείνος το τιμόνι. Απευθείας ένιωσε μία σύνδεση και στα 6 του αποφάσισε να αγωνιστεί στα καρτ και έθεσε ως στόχο να βρεθεί στην Formula 1. Οι γονείς του υποστήριξαν κάθε του απόφαση, με μοναδικό όρο να μην παραμελήσει τα μαθήματα του. Έτσι και έγινε, απόφοιτος του «International School of Monaco» με μέσο όρο 1.2, μπορούσε να μιλήσει Αγγλικά, Γαλλικά, Γερμανικά, Ιταλικά και Ισπανικά, ενώ κατείχε την φινλανδική και την γερμανική υπηκοότητα.
Τελικά επέλεξε να αγωνιστεί υπό την γερμανική σημαία, κάτι το οποίο πίστευε πως θα του άνοιγε περισσότερες «πόρτες» στο μέλλον. Δεν χρειάστηκε πολύ να δείξει πως προοριζόταν για μεγάλα πράγματα, από τους τίτλους στην Formula BMW και International Formula 3000 Championship, το 2005 βρέθηκε στην Williams ως test driver. Είχε ήδη κάνει το πρώτο βήμα...
Η εξέλιξη από τον «γιο του Κέκε», στην Μπρίτνεϊ και τελικά στο Νίκο
Πέρασε μία χρονιά ως test driver στην ομάδα, πριν ο Μπέρνι Εκλστόουν πείσει τον Φρανκ Γουίλιαμς πως η παραμονή και υπογραφή του Νίκο θα έδινε νέα «πνοή» στο άθλημα. Οι πρώτες 3 χρονιές περιείχαν κάποια ψήγματα του τι ήταν ικανός να κάνει, με την «έκρηξη» να έρχεται το 2009. Η Μπρίτνεϊ, όπως το αποκαλούσαν περιπαικτικά οι μηχανικοί της ομάδας, επειδή η ξανθιά «χαίτη» θύμιζε αυτή της Μπρίτνεϊ Σπίαρς, οδήγησε με μαεστρία την FW31, συγκεντρώνοντας συνολικά 34.5 βαθμούς και τερματίζοντας στην 7η θέση του πρωταθλήματος. Το 2010 ήρθε στα χέρια του μία νέα πρόκληση, αυτή την φορά από την Mercedes.
Το 2010 ο γερμανικός κολοσσός εξαγόρασε την Brawn GP, η οποία είχε σοκάρει όλο την Formula 1 ένα χρόνο νωρίτερα, με τον Τζένσον Μπάτον να κερδίζει το πρωτάθλημα. Ο ίδιος συμφώνησε να γίνει μέλος αυτού του νέου πρότζεκτ και θα οδηγούσε μαζί με τον Μίκαελ Σουμάχερ, ο οποίος επέστρεφε στο άθλημα. Αρχικά διατηρούσε τις επιφυλάξεις, γνωρίζοντας για την σχέση των Σουμάχερ και Ρος Μπρον από την «αυτοκρατορία» της Ferrari, ωστόσο έδειξε μέσα στην πίστα πως ήταν ο πιο γρήγορος πιλότος. Την επόμενη τριετία το μονοθέσιο δεν του επέτρεπε να διεκδικήσει κάτι περισσότερο από κάποια βάθρα, ωστόσο όλα άλλαξαν μετά το 2013.
Η άφιξη και η κόντρα με τον Λιούις Χάμιλτον
Ο παγκόσμιος πρωταθλητής του 2008, Λιούις Χάμιλτον, υπέγραψε συμβόλαιο με την Mercedes, με τον Νίκι Λάουντα να πείθει τον Βρετανό να αφήσει την McLaren. Στόχος του Ρόσμπεργκ ήταν από την πρώτη στιγμή να παρουσιαστεί καλύτερος από την προηγούμενη χρονιά και να ξεπεράσει τον ομόσταβλο του. Ο Χάμιλτον βρέθηκε στο τέλος το 2013 με μικρή διαφορά από πάνω του, όμως το 2014 και η «άφιξη» της υβριδικής εποχής έδωσαν νέα διάσταση στην κόντρα τους, με αποκορύφωμα το πρωτάθλημα του 2016.
Με τον Βρετανό να έχει ανακηρυχθεί πρωταθλητής το 2014 και το 2015, ο Ρόσμπεργκ έκανε το «all in» μέσα στο 2016. Άλλαξε διατροφή, ακόμα και εξοπλισμό, προσέλαβε διανοητικό εκπαιδευτή και έμεινε μακριά από τα social media για πάνω από 5 μήνες. Τα δύο μονοθέσια της Mercedes «έπαιζαν» και πάλι μόνα τους για το πρωτάθλημα, ωστόσο το γκαράζ της ομάδας έμοιαζε σαν μία βόμβα που θα έσκαγε ανά πάσα στιγμή. Το τρακάρισμα και η εγκατάλειψη του Χάμιλτον στην Ισπανία έφτασαν την κόντρα τους σε άλλο επίπεδο, με τον διευθυντή της ομάδας, Τότο Βολφ, να παραδέχεται μετά από χρόνια πως απείλησε τους δύο με «ξήλωμα» από την ομάδα εάν δεν ηρεμήσουν.
Τελικά ο Ρόσμπεργκ αναδείχθηκε πρωταθλητής στο Άμπου Ντάμπι με 385 βαθμούς, μόλις 5 περισσότερους από τον Χάμιλτον. Λίγες μέρες αργότερα ανακοίνωσε πως θα αποσυρθεί από το άθλημα. Σύμφωνα με τον ίδιο, έφτασε στο απόγειο της καριέρας του και δεν ήθελε να δει τον εαυτό του να «πέφτει». Επέλεξε να μην το πει καν στον Βολφ προτού το ανακοινώσει δημόσια. Κάποιοι το ερμήνευσαν ως την αυτογνωσία κάποιου που ήξερε πως δεν θα επικρατούσε ξανά του Χάμιλτον. Για τον ίδιο δεν σήμαινε τίποτα, παρά μόνο ότι έφυγε όπως ήθελε. Ως μόλις ο δεύτερος πιλότος στην ιστορία που κέρδισε το πρωτάθλημα μετά τον πατέρα του, όπως και οι Γκράχαμ και Ντέιμον Χιλ. Κανείς δεν μπορεί να του αναιρέσει τον τίτλο του πρωταθλητή, ούτε αυτού ενός εκ των πιο έξυπνων πιλότων που βρέθηκαν ποτέ στην πίστα.
Μάριος Αγγελέτος