6 Απριλίου 1991: Η ιταλική ομοσπονδία ποδοσφαίρου αποβάλλει για 15 μήνες τον Ντιέγκο Μαραντόνα από το πρωτάθλημα εξαιτίας ενός τεστ ναρκωτικών που υποβλήθηκε και βρέθηκε θετικός στην κοκαΐνη. Το BN Sports ξετυλίγει το κουβάρι της απόφασης των ιθυνόντων του Scudetto και θυμάται πώς έφτασε ο Αργεντινός θρύλος από το ζενίθ στο ναδίρ.
Γράφει ο Χρήστος Παπαδόπουλος
Τι να πρωτοπεί κανείς για τον Ντιέγκο Αρμάντο Μαραντόνα; Θεός για τους Αργεντινούς, Θεός και για τον υπόλοιπο κόσμο. Απλώς, στην κάθε περίπτωση η έννοια της λέξης διαφέρει: στη χώρα της Λατινικής Αμερικής, όντως τον λατρεύουν και τον τιμούν σαν Θεό, ενώ στα μάτια του φίλαθλου ποδοσφαιρικού κοινού είναι ένας εκ των κορυφαίων που κλώτσησαν ποτέ τη «στρογγυλή θεά».
Ευχή της μητέρας του, Ντάλμα, όταν γεννήθηκε στις 30 Οκτωβρίου του 1960, ήταν «να είναι υγιής και να γίνει καλός άνθρωπος». Ο Ντιέγκο γνώρισε από νωρίς τη δόξα, τη φήμη και τα πλούτη, τα οποία όπως αποδείχθηκε στη συνέχεια, όμως, δεν κατάφερε να διαχειριστεί.
Λόγω του ύψους του (1.65) και του χαμηλού κέντρου βάρους του, ο Πελούσα, όπως τον αποκαλούσαν στη φτωχογειτονιά του Μπουένος Άιρες που γεννήθηκε, μπορούσε να ντριμπλάρει οποιονδήποτε αντίπαλο και να ελιχθεί απέναντι σε καλά οργανωμένες άμυνες. Παρόλα αυτά, ένας αντίπαλος που χρειαζόταν διακαώς να ντριμπλάρει, ήταν ο εθισμός του με τα ναρκωτικά και κάτι τέτοιο δεν έγινε ποτέ.
Ο Ντιέγκο δεν τιθασεύτηκε ποτέ. Πάντα ήταν στο επίκεντρο της επικαιρότητας είτε για τις «αλητείες» που έκανε στον αγωνιστικό χώρο (ουκ ολίγες) είτε για την παράνομη ζωή και το εντελώς διαφορετικό πρόσωπο που έδειχνε όταν έβγαινε έξω από τις τέσσερις γραμμές.
«Ο Μαραντόνα δεν άντεξε τη φρικαλέα ποδοσφαιρική δόξα. Με τη μεταγραφή του στη Νάπολι έπεσε στα χέρια της Μαφίας. Πού βρήκε η φτωχή Νάπολι τα χρήματα να αγοράσει τον κορυφαίο ποδοσφαιριστή του κόσμου;» αναρωτήθηκε η διάσημη αργεντινή συγγραφέας Αλίσα Ντουχόβνα Ορτίθ. Για εκείνη την περίοδο (1984), η αλήθεια είναι ότι τα 6 εκατομμύρια φάνταζαν πολλά για έναν ποδοσφαιριστή.
Τότε, ξεκίνησε και η κατρακύλα του. Οι άνθρωποι της μαφίας Καμόρα τροφοδοτούσαν τις αδυναμίες του με γυναίκες και κοκαΐνη. Αδυναμίες που «σκότωσαν» τον ποδοσφαιριστή Μαραντόνα και έθεσαν σε κίνδυνο τη ζωή του. Δεν ήταν λίγες οι φορές που είχε απουσιάσει από προπόνηση της Νάπολι επειδή το προηγούμενο βράδυ ήταν τύφλα στο μεθύσι.
Τι κι αν ήταν βασιλιάς στον ιταλικό Νότο; Τι κι αν είχε ζητήσει υπερπολυτελή βίλα για τα 35 άτομα που είχε για συνοδεία και κανείς δεν έφερε αντίδραση; Η μόνη του έγνοια ήταν πότε θα σκοτεινιάσει ο ουρανός για να βγει στα κλαμπ «Στανγκάτα», «Μπέλα ντι Νότε» και «Σαλέ Παρκ» και να… ξεσκάσει, καταναλώνοντας άφθονη ποσότητα ουίσκι-κόλα και κοκαΐνη.
Οι δημοσιογράφοι έπαψαν για μεγάλο διάστημα να ασχολούνται με τον ποδοσφαιριστή Μαραντόνα και έστρεψαν το ενδιαφέρον τους στον άνθρωπο Ντιέγκο, ενώ φωτορεπόρτερ είχαν πληρώσει έως και 2.000 δολάρια για αποκλειστικές φωτογραφίες που τον απεικονίζουν μεθυσμένο στο διαμέρισμά του. Το ίδιο βράδυ, η αστυνομία εισέβαλε στο σπίτι του, όπου ο ίδιος ήταν μεθυσμένος με δυο φίλους του, ενώ στην έρευνα βρέθηκαν και 50 γραμμάρια κοκαΐνης. Έκτοτε, οι δικαιολογίες του δεν γίνονταν πιστευτές, ενώ κατάφερε να μπει και στο στόχαστρο της FIFA, που έκανε εκτενή έρευνα για τη χρήση κοκαΐνης και για τη νυχτερινή του ζωή.
Η αντίστροφη μέτρηση που θα οδηγούσε στην πτώση είχε ήδη ξεκινήσει... Τον Ιανουάριο του 1986, η αστυνομία εισέβαλλε σε στέκι της Καμόρα, διαπιστώνοντας τη στενή σχέση του Ντιεγκίτο με στελέχη της μαφίας. Η πρώτη προειδοποιητική… βολή είχε γίνει όταν η μαφία διέρρηξε το σπίτι του και τον απείλησε να κρατήσει το στόμα του κλειστό. Ένας από τους σωματοφύλακές του μάλιστα μετατράπηκε σε κατήγορος, καταθέτοντας ότι είχε πέσει θύμα του, για να εισάγει και να κάνει εμπόριο κοκαΐνης.
«Ναι, έκανα χρήση κοκαΐνης. Ήθελα να ξεπεράσω το στρες και την πίεση από τη σωματική και ψυχολογική κόπωση. Έκανα πολλά λάθη στη ζωή μου. Πίστεψα ότι η κοκαΐνη θα με ανακούφιζε. Δεν είχα δίκιο, αλλά δεν είχα και τις ηθικές δυνάμεις να αντισταθώ» ήταν τα λόγια του Ντιέγκο, το 1991, όταν είχε μεταβεί στο Μπουένος Άιρες για να ηρεμήσει, μετά τον αγώνα με τη Μπάρι όπου βρέθηκε ντοπαρισμένος.
Η ιταλική λίγκα τον απέβαλε από το πρωτάθλημα για 15 μήνες και ο Ντιέγκο επέστρεψε στη γενέτειρά του, συνεχίζοντας να παίζει το άθλημα που αγαπάει, είτε με φίλους είτε σε ερασιτεχνικό επίπεδο, είτε σε επίπεδο ποδοσφαίρου σάλας! Παρόλα αυτά, το πάθημα δε του έγινε μάθημα και συνέχισε να κάνει την ίδια ζωή.
Αυτός ήταν ο Ντιέγκο Αρμάντο Μαραντόνα. Ένας ποδοσφαιριστής που λατρεύτηκε από τον κόσμο σαν Θεός, παρόλο που εκείνος δεν μπόρεσε ποτέ να αντιμετωπίσει τους προσωπικούς του «δαίμονες». Ένας άνθρωπος ανεπίδεκτος, ο οποίος υπέπεσε ξανά και ξανά στα ίδια λάθη και προσέδωσε μια «αρνητική» χροιά στον μύθο του.