25/10/2012: Ο Ντέιβιντ Στερν, μετά από 30 χρόνια που διετέλεσε Κομισάριος του NBA, έχοντας μετατρέψει τη Λίγκα σε ένα παγκόσμιο προϊόν, που αποφέρει δισεκατομμύρια δολάρια ετησίως και αφήνοντας ανεξίτηλο το στίγμα του σε αυτή, παραδίδει τη θέση του στον Άνταμ Σίλβερ.
Γράφει η Βασιλική Καραμούζα
Ο κατά σειρά τέταρτος Κομισάριος του ΝΒΑ, μετά τους Μαουρίς Πόντολφ, Ουόλτερ Κένεντι και Λάρι Ο’Μπράιεν, που ανέλαβε τα καθήκοντά του την 1η Φεβρουαρίου του 1984, ολοκλήρωσε την επιτυχημένη θητεία του και παρέδωσε τα σκήπτρα στον Άνταμ Σίλβερ, σαν σήμερα πριν από 9 χρόνια.
Ο Στερν που παραμένει μέχρι και σήμερα ο μακροβιότερος Κομισάριος σε οποιαδήποτε επαγγελματική Λίγκα των ΗΠΑ, ανέλαβε το ΝΒΑ σε μια πολύ δύσκολη περίοδο, αφού δεν υπήρχαν ούτε έσοδα, ούτε δημοτικότητα και το μετέτρεψε σε ένα προϊόν με παγκόσμια αίγλη, που αποφέρει κέρδη ύψους 5 δισεκατομμυρίων δολαρίων ετησίως.
Ο Στερν ήταν ο πρώτος που έδωσε έμφαση στο μάρκετινγκ, καταλαβαίνοντας από την πρώτη κιόλας στιγμή ότι τα φώτα πρέπει να πέσουν πάνω στους παίκτες. Η αντιπαλότητα των Μπόστον Σέλτικς του Λάρι Μπερντ και των Λος Άντζελες Λέικερς του Μάτζικ Τζόνσον, όπως και τα έξι τρόπαια των Σικάγο Μπουλς του Μάικλ Τζόρνταν, διευκόλυναν κατά πολύ το έργο του. Αξίζει ακόμα να υπογραμμίσουμε τον υποδειγματικό τρόπο με τον οποίο χειρίστηκε την υπόθεση του Τζόνσον, όταν εκείνος ανακοίνωσε το 1992 ότι ήταν θετικός στο HIV.
Στη διάρκεια των τριών δεκαετιών που είχε ο Στερν τα ηνία, δημιουργήθηκαν επτά νέες ομάδες, φτάνοντας συνολικά τις τριάντα, πήρε σάρκα και οστά το WNBA, ενώ το 1997, θεσπίστηκε και το πρωτάθλημα των αναπτυξιακών ομάδων, το οποίο το 2001 μετονομάστηκε σε G-League. Παράλληλα, το 1983, όταν ο Στερν ήταν ακόμα εκτελεστικός αντιπρόεδρος, είχε συστήσει τη διεξαγωγή τεστ για ναρκωτικά, αφού τότε το 40-75% των αθλητών έκανε χρήση κοκαΐνης. Ακόμα, την πρώτη κιόλας χρονιά που ανέλαβε τα καθήκοντά του, το ΝΒΑ υιοθέτησε την πρακτική του salary cup, προκειμένου να σταματήσει η οικονομική αιμορραγία των ομάδων, αφού τη σεζόν 1980-81 16 από τις 23 ομάδες της Λίγκας είχαν μπει μέσα.
Προϊόντος του χρόνου, τα οικονομικά μεγέθη ανέβηκαν κατακόρυφα. Παραδείγματος χάρη, ο Τζέι Ρέισντορφ που αγόρασε τους Σικάγο Μπουλς έναντι 16 εκατ. δολαρίων το 1985, το 2014 δαπάνησε 2 δισεκατ. δολάρια, για να αποκτήσει τους Λος Άντζελες Κλίπερς. Μαζί με τα έσοδα και τις αντικειμενικές αξίες των ομάδων, πολλαπλασιάστηκαν φυσικά και οι απολαβές των αθλητών. Για να γίνει αυτό πιο εύκολα αντιληπτό, αρκεί να αναφέρουμε ότι το 1984, όταν ξεκίναγε η εποχή Στερν, ο Τσάρλς Μπάρκλεϊ έπαιρνε περί τις 250.000 δολάρια, ενώ πλέον, ένα μέσο ετήσιο συμβόλαιο κυμαίνεται στα 7.5 εκατομμύρια δολάρια.
Το 2014, όταν ο Στερν αποχώρησε και παρέδωσε τη θέση του στον Άνταμ Σίλβερ, το ΝΒΑ είχε τηλεοπτικές συμφωνίες με 200 διαφορετικές χώρες σε όλα τα μήκη και πλάτη της γης. Αυτή δεν ήταν όμως η μοναδική διάσταση της παγκόσμιας δημοφιλίας του πρωταθλήματος, αφού στα ρόστερ των 30 ομάδων βρίσκονταν 108 παίκτες, από 38 διαφορετικές χώρες, εκτός των ΗΠΑ.
Φυσικά δεν ήταν όλα ρόδινα. Πολλοί ήταν εκείνοι που στηλίτευαν τον Στερν για τη συμπεριφορά του και την εμμονή του σε κάποια πράγματα, όπως παραδείγματος χάρη για την επιβολή συγκεκριμένου dress code που επέβαλε στους αθλητές τη σεζόν 2005-06. Οι αρνητικές κριτικές αυξήθηκαν κατά τα τελευταία χρόνια της θητείας του, όπως όταν έβαλε φρένο στο τριπλό trade που θα έστελνε τον Κρις Πολ στους Λέικερς το 2011, εξαιτίας των οικονομικών προβλημάτων που αντιμετώπιζαν οι Νιου Όρλεαν Πέλικανς. Ωστόσο, οι χειρότερες επικρίσεις που δέχτηκε ο Στερν ήταν εξαιτίας του lockout το καλοκαίρι του ίδιου έτους.
Ο Στερν, δικηγόρος στο επάγγελμα και οπαδός των Νιου Γιορκ Νικς στην παιδική του ηλικία, έχοντας αφήσει σπουδαία παρακαταθήκη στο NBA, απεβίωσε την πρώτη ημέρα του 2020, σε ηλικία 77 ετών, τρεις εβδομάδες αφότου είχε υποστεί εγκεφαλική αιμορραγία και είχε περάσει την πόρτα του χειρουργείου.
www.bnsports.gr