4 Αυγούστου 1976: Ο Αλμπέρτο Χουαντορένα μετά το χρυσό μετάλλιο στα 400μ., διπλασιάζει την επιτυχία και στα 800μ. και γίνεται ο μοναδικός αθλητής που κατορθώνει κάτι ανάλογο σε οποιαδήποτε Ολυμπιάδα!
Γράφει η Σταυρούλα Μουστακάτου
Πρόκειται για δύο αγωνίσματα που απέχουν παρασάγγας, καθώς τα 400μ. παρουσιάζονται στην κατηγορία των σπριντ, ενώ τα 800μ. αποτελούν μέσης απόστασης τακτικές κούρσες.
Ακούγοντας μία διαφορά σαν αυτή, αντιλαμβανόμαστε πως είναι δύσκολος ο συνδυασμός τους, πόσο μάλλον για έναν πολλά υποσχόμενο… μπασκετμπολίστα! Εκεί έφτανε η φιλοδοξία του Αλμπέρτο Χουανταρένα, μέχρι και τα 20 του χρόνια, που τον ανακάλυψε ο μετέπειτα προπονητής του, Ζίγκμουντ Ζαμπορζόφσκι και τον μετέφερε από τα παρκέ στο ταρτάν.
Για το λόγο αυτό, το επίτευγμα του 26χρονου (τότε) Κουβανού δρομέα, στους Ολυμπιακούς Αγώνες του Μόντρεαλ το 1976, αποκτά ακόμη μεγαλύτερη βαρύτητα. Στο πρώτο σκαλί του βάθρου, την 4η Αυγούστου, «αναγραφόταν» το δικό του όνομα, έχοντας τερματίσει στο 800μ. με χρόνο 1.43.47, καταρρίπτοντας το παγκόσμιο ρεκόρ.
Η σημαία της χώρας του κυμάτισε για ακόμη μία φορά συνοδευόμενη από τον Εθνικό ύμνο, λίγες μέρες πριν, όταν και έγινε χρυσός Ολυμπιονίκης με χρόνο 44.26’’ στα «γνώριμα» για εκείνον 400μ., αφήνοντας δεύτερο τον Φρεντ Νιουχάουζ.
Δύο χρυσά μετάλλια, σε ισάριθμους αγώνες, όντας ο μοναδικός αθλητής που επιχειρεί κάτι τέτοιο με νικηφόρα εξέλιξη και έχοντας προηγουμένως αναρρώσει από δύο χειρουργεία στο πόδι.
Το αποτέλεσμα; Μία θέση στους «Legends» των Αγώνων και αναγνώριση από ένα ευρύ κοινό για «την καλύτερη, καλύτερη, καλύτερη στιγμή της ζωής μου», όπως δήλωσε ο Χουανταρένα κατά την επιστροφή του στην Κούβα.
Η θέληση, η επιμονή και η άγνοια… κινδύνου από τον «χαοτικό» κόσμο των Ολυμπιακών Αγώνων αποτέλεσαν το τρίπτυχο της επιτυχίας για τον Χουανταρένα, για τον οποίο κυκλοφορεί σήμερα ντοκιμαντέρ για τη ζωή του. Γιατί πώς μπορείς να διαχωρίσεις το «άλογο» από την «Κουβανική Επανάσταση»;