Απολαυστικός Χουάν Χοσέ Μπορέλι! Στην «επέτειο» της σπουδαιότερης -ίσως- εμφάνισής του στο ελληνικό πρωτάθλημα, μίλησε στο BN Sports για τις εμπειρίες του στον Παναθηναϊκό, έσταξε... μέλι για τον Χουάν Ραμόν Ρότσα και τόνισε πως ήταν μεγάλο λάθος η απόφασή του να φύγει από το «Τριφύλλι» για τη Ρεάλ Οβιέδο το 1997.
Συνέντευξη στον Χρήστο Αναγνώστου
Το ποδόσφαιρο είναι στιγμές, και ο Χουάν Χοσέ Μπορέλι έχει χαρίσει πάρα πολλές, αλλά έχει και να θυμάται τέτοιες, από την Ελλάδα. Από τα δύσκολα πρώτα χρόνια, στην αποθέωση της σεζόν 1995/96 με το πρωτάθλημα και την επική πορεία ως τους ημιτελικούς του Champions League. O «Χότα-Χότα» μπορεί να έκανε δύο χρόνια να καθιερωθεί στον Παναθηναϊκό, αλλά όταν το έκανε, έγινε καθοριστικός:
Γκολ-πρωτάθλημα κόντρα στην ΑΕΚ, γκολ στα προημιτελικά με τη Λέγκια και αμέτρητα... μαγικά με τη στρογγυλή θεά στα πόδια του.
Ανήμερα της «επετείου», ίσως της σπουδαιότερης εμφάνισής του στην Ελλάδα, όταν έκρινε το ντέρμπι με τον Ολυμπιακό, στις 2 Δεκεμβρίου του 1995 με γκολ και ασίστ, γυρίζει τον χρόνο πίσω, μιλώντας στο BN Sports, για όλα εκείνα που τον σημάδεψαν: από την επιστοσύνη του Ρότσα, έως το μεγαλύτερο λάθος της καριέρας του, λόγω μίας παρεξήγησης.
Πόσο δύσκολο είναι για έναν 20χρονο να διασχίσει τον Ατλαντικό και να έρθει στην Ευρώπη για πρώτη φορά;
«Για έναν 20χρονο νεαρό, το να διασχίσει τον Ατλαντικό ήταν πολύ πολύ περίπλοκο. Μόλις είχα πάρει το πρωτάθλημα με τη Ρίβερ και αν και ήμασταν η καλύτερη ομάδα στη χώρα, το κλαμπ βρισκόταν σε δύσκολη οικονομική κατάσταση. Έτσι, συμφωνήσαμε και οι δύο ότι το καλύτερο για μένα ήταν να πάω στον Παναθηναϊκό.»
Περάσατε δύο δύσκολα πρώτα χρόνια στον Παναθηναϊκό. Πόσο δύσκολο είναι για έναν παίκτη το να μην παίζει όσο θέλει;
«Το ότι δεν έπαιζα τόσο πολύ ήταν πολύ δύσκολο. Είναι δύσκολο να προσαρμοστείς, σε μία χώρα που δεν ξέρεις, σε μία τελείως διαφορετική πραγματικότητα από ότι έχεις συνηθίσει. Έφτασα νέος, είχα έναν προπονητή που δε του άρεσα, αλλά με στήριζαν πολύ τόσο ο πρόεδρος, ο κ. Βαρδινογιάννης, όσο και ο Χουάν Ρότσα που με βοήθησε πιο πολύ από όλους. Ο κ. Δανιήλ έφυγε, μετά ήρθε ο Όσιμ, που επίσης δεν του άρεσαν ιδιαίτερα οι Λατινοαμερικάνοι. Οπότε ήταν περίπλοκα χρόνια, αλλά με τη βοήθεια των ανθρώπων που πάντα με στήριζαν, η οικογένεια, ο Χουάν, ήταν πάντα δίπλα μου και το ξεπέρασα όλο αυτό με τη βοήθειά τους.»
Τι θυμάστε από τα προημιτελικά του Champions League με τη Λέγκια Βαρσοβίας;
«Με τη Λέγκια ήταν κάτι το εντυπωσιακό. Η πορεία που είχαμε κάνει με τον Ρότσα προπονητή, που μας απελευθέρωσε και μας έβγαλε όλη την πίεση, ήταν τα καλύτερά μου χρόνια. Παρόλο που έχω πολύ καιρό να μιλήσω με τον Χουάν, είμαι πολύ ευγνώμων για τη βοήθειά του και θα τον ευχαριστώ για πάντα. Μου έδειξε τεράστια εμπιστοσύνη και με έκανε να καταλάβω πόσα είχε στοιχηματίσει ο σύλλογος πάνω μου. Έτσι, τα κατάφερα στον αγώνα, πέτυχα ένα από τα καλύτερα γκολ της καριέρας μου μέσα σε ένα γεμάτο γήπεδο. Για το λόγο αυτό, ευχαριστώ τόσο τον Χουάν, όσο και όλον τον κόσμο από την Ελλάδα που πάντα με στήριζε, με σεβόταν και μου έδειχνε την αγάπη του.»
Πώς ήταν να νικήσετε τον Άγιαξ, την καλύτερη ομάδα, τότε, στην Ευρώπη, στο ίδιο της το γήπεδο;
«Το να νικήσουμε τον Άγιαξ, ο οποίος στην Ολλανδία ήταν κορυφαίος, ήταν κάτι μοναδικό. Ήταν κάτι εξαιρετικό επίσης, γιατί ήταν το τελευταίο τους παιχνίδι σε εκείνο το γήπεδο αφού μετά πήγαν στη Άμστερνταμ Αρένα. Ήταν ανώτερη ομάδα από μας και είχαν πολλές ευκαιρίες, αλλά το γκολ που πετύχαμε στο τέλος ήταν φανταστικό. Νομίζω ότι δώσαμε δείγμα ταπεινότητας, δείγμα καλού ποδοσφαίρου. Ήταν πραγματικά κρίμα που δεν μπορέσαμε να διατηρήσουμε το προβάδισμά μας στον αγώνα στην Ελλάδα.»
Το γκολ σας με κεφαλιά κόντρα στην ΑΕΚ, έδωσε, ουσιαστικά, το πρωτάθλημα της σεζόν 1995/96 στον Παναθηναϊκό. Πώς αισθάνεστε για αυτό;
«Η κεφαλιά κόντρα στην ΑΕΚ ήταν κάτι ωραίο, αλλά και παράξενο ταυτόχρονα. Ερχόμασταν από πολλά συνεχόμενα παιχνίδια, ο Χουάν ήθελε να με ξεκουράσει, και δεν ήταν σίγουρο ότι θα παίξω. Τελικά έπαιξα, και από μια ωραία σέντρα του Γεωργιάδη έβαλα το γκολ. Ήταν συναρπαστικό, αφού ήταν το γκολ του πρωταθλήματος και θα μου μείνει αξέχαστο.
Όπως και το γκολ στο Καραϊσκάκης. Εκεί ίσως έκανα την καλύτερη εμφάνιση της καριέρας μου στον Παναθηναϊκό. Γκολ, ασίστ. Βέβαια, αλλά με την ΑΕΚ μας έδωσε το πρωτάθλημα, άρα ήταν πιο όμορφο!»
Μετά την κατάκτηση του πρωταθλήματος, και την πορεία ως τους ημιτελικούς του Champions League, αποχωρήσατε για τη Ρεάλ Οβιέδο. Πιστεύετε ότι κάνατε την καλύτερη επιλογή τότε;
«Όχι, όχι η απόφαση δεν ήταν καλή. Ήταν μια παρεξήγηση, ένα λάθος μου, και ειλικρινά λυπάμαι πολύ, αφού το όνειρό μου ήταν να συνεχίσω στον Παναθηναϊκό την καριέρα μου και τη ζωή μου. Βέβαια, κάποιος φορές τα πράγματα συμβαίνουν για κάποιο λόγο, και οι άνθρωποι του Παναθηναϊκού μέχρι σήμερα με θυμούνται και με αγαπούν. Ήταν μεγάλο το λάθος μου που έφυγα, αλλά, όπως είπα, τα πάντα συμβαίνουν για κάποιο λόγο.»
Ποιά είναι τα συναισθήματά σας από τα χρόνια σας στον Παναθηναϊκό; Θα αλλάζατε κάτι;
«Όχι, δε θα άλλαζα τίποτα. Η Ελλάδα είναι ακόμα μέσα μου, την κουβαλάω στην καρδιά μου και μου λείπει πολύ. Μου έδωσε πολλή αγάπη ο κόσμος. Στην Ελλάδα πάντα όλοι μου φέρονταν καλά και μου λείπουν πράγματα από εκεί. Δεν αποκλείω μια μέρα να επιστρέψω και να δουλέψω εκεί!»
Επιλέξατε να γυρίσατε στην Ελλάδα και να αποσυρθείτε στον Ακράτητο. Πώς προέκυψε αυτό;
«Α, το θέμα με τον Ακρατητο βγήκε επειδή δεν είχα σύλλογο εδώ στην Αργεντινή, λόγω ενός θέματος που είχαμε με το κλαμπ στη Σαν Λορέντζο. Ήταν μια ωραία εμπειρία, σε έναν διαφορετικό σύλλογο και μου φέρθηκαν πάρα πολύ καλά. Πέρασα πολύ ωραία τη χρονιά που ήμουν εκεί και ήταν μια καλή εμπειρία για μένα. Οι άνθρωποι εκεί μου φέρθηκαν πολύ καλά.»
Έχετε παίξει τέσσερις φορές με την Εθνική Ομάδα της Αργεντινής. Μάλιστα, ένα από αυτά τα παιχνίδια ήταν προημιτελικός Copa Libertadores με αντίπαλο τη Βραζιλία. Πόσο σημαντικό είναι για έναν παίκτη να παίξει σε τέτοιο παιχνίδι;
«Το να παίξω στο Κόπα Αμέρικα με την Αργεντινή ήταν κάτι πολύ όμορφο. Το επίπεδο που είχα στην Ελλάδα και οι πορείες μας, με έκαναν να είμαι στο Copa Libertadores. Ήμουν πάρα πολύ χαρούμενος, αν και στο παιχνίδι με τη Βραζιλία μας έκλεψαν τη νίκη, αφού έβαλαν γκολ με το χέρι! Παρ’όλα αυτά, ήταν μια μαγική εμπειρία να υπερασπιστείς τη φανέλα, ακόμα και στα προκριματικά για να μπορέσουμε να παίξουμε στο Παγκόσμιο Κύπελλο του ‘98. Αυτό δε συνέβη, βέβαια, αλλά το να παίξω με τη φανέλα της Αργεντινής ήταν εντυπωσιακό και ακόμη περισσότερο το να παίξω στα προημιτελικά με τη Βραζιλία, που ήταν κάτι μοναδικό.»
www.bnsports.gr