Ήταν η χρυσή εποχή του calcio. Η δεκαετία του 80’ το πρωτάθλημα της Serie A είχε τους καλύτερους ποδοσφαιριστές στον κόσμο. Μαραντόνα, Φαλκάο, Πλατινί, Μπρίγκελ μαζί με όλη την αφρόκρεμα του ιταλικού ποδοσφαίρου είχαν δημιουργήσει ένα πρωτάθλημα που τουλάχιστον για την τότε Ελλάδα αποτελούσε ένα άπιαστο όνειρο. Όλα θα άλλαζαν το 1987 όταν ο Νίκος Αναστόπουλος θα γινόταν ο πρώτος Έλληνας που θα αγωνιζόταν στο Campionato, σε μια εποχή που οι ομάδες είχαν το δικαίωμα για δύο ξένους και ακόμα ο νόμος Μποσμάν δεν υπήρχε καν ως σκέψη. Εκείνη την εποχή λοιπόν και συγκεκριμένα το καλοκαίρι του 1987, η Αβελίνο της Serie A αποφάσισε ότι ο ένας από τους δύο ξένους έπρεπε να είναι Ελληνας και συγκεκριμένα το μεγάλο αστέρι του Ολυμπιακού.
Ο Νίκος Αναστόπουλος γύρισε τον χρόνο πίσω και μιλώντας στο BN Sports αναφέρθηκε στο πως βρέθηκε στο Αβελίνο, πως είναι να αντιμετωπίζεις τον Μαραντόνα, καθώς και την σημασία του να καταφέρνεις να γίνεσαι ο πρώτος Έλληνας που αγωνίστηκε στο τότε καλύτερο πρωτάθλημα του κόσμου.
Όλα ξεκίνησαν από ένα φιλικό παιχνίδι της Ελλάδας με την Ιταλία στην Μπολόνια τον Οκτώβριο του 1986. Εκεί τον είδε ένας ποδοσφαιράνθρωπος της Ιταλίας, ένας Έλληνας της πρεσβείας ο οποίος έτυχε να γνωρίζει τον προπονητή της Αβελίνο τον οποίο είχε προσκαλέσει στο φιλικό ματς. «Πράγματι ένας Έλληνας στην πρεσβεία έτυχε να γνωρίζει τον προπονητή της Αβελίνο και τον προσκάλεσε στο φιλικό που έδινε η Ελλάδα με την Ιταλία. Θυμάμαι είχα κάνει εμφάνιση στο φιλικό αυτό και όταν μιλήσαμε με ρώτησε αν θα ήθελα να αγωνιστώ στην ομάδα. Μου εξήγησε βέβαια πως το Αβελίνο είναι μια μικρή πόλη σε σχέση με το Μιλάνο και την Ρώμη αλλά εγώ του εξήγησα πως ήμουν αποφασισμένος να δοκιμάσω στην Ιταλία και θα με ενδιέφερε η προοπτική της Αβελίνο. Κρατήσαμε επαφή και το καλοκαίρι μιλήσαμε στο τηλέφωνο για το αν ισχύει το ενδιαφέρον και από τις δύο πλευρές και αφού η επιθυμία παρέμενε η Αβελίνο έστειλε φαξ στον Ολυμπιακό με την επίσημη πρόταση», ανέφερε αρχικά ο Νίκος Αναστόπουλος για να προσθέσει στη συνέχεια:
«Με φώναξε ο Σταύρος Νταϊφάς και με ρώτησε αν επιθυμούσα να μετακομίσω στην Ιταλία. Του εξήγησα πως ήταν ένα όνειρο να αγωνιστώ στην Serie A και αν εφόσον ικανοποιηθεί και ο Ολυμπιακός οικονομικά τότε θα ήθελα να προχωρήσει η μεταγραφή. Κάτι που έγινε κι εγώ υπέγραψα στην Αβελίνο. Προσωπικά ένιωθα έτοιμος, τα είχα κερδίσει όλα στην Ελλάδα, τέσσερις φορές πρώτος σκόρερ, χάλκινο παπούτσι. Το μόνο ανεκπλήρωτο όνειρο το οποίο τελικά έγινε ήταν το εξωτερικό». Η Gazzetta dello Sport έγραψε ότι ήρθε στην Αβελίνο «ο Ελληνας Θεός που κατέβηκε από τον Ολυμπο», οι δημοσιογράφοι τον βαφτίζουν αμέσως «Ελληνα Βίρντις» και η Panini φτάνει στο σημείο να βάλει στα περίφημα αυτοκόλλητα της μαζί τον Νικόλα με τον επιθετικό της πρωταθλήτριας Μίλαν, γράφοντας «τα δίδυμα που χωρίστηκαν στη γέννα»!
Καταλαβαίνει κανείς πως μια τέτοια μεταγραφή για την Ελλάδα ήταν κάτι το πρωτόγνωρο. «Μιλάμε για μια εποχή που δεν είχες την δυνατότητα να παρακολουθείς έναν ποδοσφαιριστή με την ίδια ευκολία όπως τώρα. Η Εθνική Ελλάδος δεν είχε επιτυχίες, ενώ και τα φιλικά που έδινε ήταν ελάχιστα σε σχέση με την τωρινή εποχή. Παράλληλα και οι ελληνικές ομάδες δεν έδιναν τόσους αγώνες στην Ευρώπη ώστε να μπορεί κάποιος να σχηματίσει μια ολοκληρωμένη εικόνα. Επίσης, στην Ιταλία οι ξένοι συνήθως εκπροσωπούσαν την αφρόκρεμα των ξένων αστεριών στο παγκόσμιο ποδόσφαιρο και είχαν την δυνατότητα για μόλις δύο ξένους. Οπότε μπορεί κανείς εύκολα να καταλάβει πόσο σημαντικό ήταν ένας Έλληνας ποδοσφαιριστής να πάρει μεταγραφή στην Ιταλία».
«Είχα πάει αποφασισμένος. Προσαρμόστηκα αμέσως. Αυτό που είχε σημασία ήταν να είσαι συνειδητοποιημένος για τον λόγο που πας. Εγώ ήθελα να δοκιμάσω και να πετύχω. Βέβαια, η προπόνηση όπω μπορεί να καταλάβει κανείς ήταν η ημέρα με τη νύχτα σε σχέση με την Ελλάδα. Η ένταση ήταν τρομερή. Ειδικά όταν είχες να αντιμετωπίσεις ποδοσφαιριστές όπως ο Μπαρέζι, ο Βίερκβουντ, ο Αντσελότι, ο Φεράρα και άλλοι».
Λίγους μήνες πριν ο Νίκος Αναστόπουλος μετακομίσει στην Αβελίνο, ο Ντιέγκο Μαραντόνα μόλις είχε βγάλει στους δρόμους μια ολόκληρη πόλη, τη Ναπολη με την κατάκτηση του πρωταθλήματος. Και ο «Αναστό» θυμάται καλά τις αναμετρήσεις με τον Ντιέγκο. «Στον πρώτο γύρο είχαμε ηττηθεί με 1-0 με ένα γκολ στο τέλος, αλλά στον Σαν Πάολο χάσαμε 4-0 και έβλεπες στις εξέδρες την τρέλα και την αγάπη για τον Μαραντόνα. Αν δεν το ζήσει κανείς δεν μπορεί να το καταλάβει».
Μετά από μόλις ένα χρόνο ο Αναστόπουλος επέστρεψε στην Ελλάδα. «Η χρόνια εκείνη ήταν κακή για την Αβελίνο. Την προηγούμενη σεζόν είχαμε μείνει εκτός Ευρώπης για ένα βαθμό. Όταν έφτασα εγώ είχαν φύγει βασικοί παίκτες όπως ο Αλέσιο για την Γιουβέντους, ο Ντρισέου και δεν αντικαστάθηκαν με αποτέλεσμα η ομάδα να μην είναι το ίδιο καλή. Προσωπικά θα μπορούσα να είχα μείνει και άλλο στην Ιταλία, υπήρχε ενδιαφέρον από την Μπολόνια, αλλά ήμουν σε μια ηλικία στα 30 οπότε αποφάσισα να επιστρέψω πίσω. Αν ήμουν μικρότερος 25-26 ετών σίγουρα θα συνέχιζα στην Ιταλία. Επέστρεψα στον Πανιώνιο, αφού υπήρχε όρος όταν έφυγα από τον Ολυμπιακό αν δεν με ήθελε να πάω σε οποιαδήποτε ομάδα εκτός από τον Παναθηναϊκό. Τότε είχα δεχτεί πρόταση από την ΑΕΚ με πρόεδρο τον Στράτο Γιδόπουλο και προπονητή τον Ντούσαν Μπάγεβιτς ο οποίος μόλις είχε αναλάβει, αλλά προτίμησα τον Πανιώνιο».
Ολοκληρώνοντας τα λεγόμενα του ο σπουδαίος Έλληνας σκόρερ στάθηκε στο τι έμαθε από την εμπειρία του στην Ιταλία. «Η αλήθεια είναι πως ωρίμασα τόσο ποδοσφαιρικά όσο και ως άνθρωπος. Μόνο κέρδος είχα από την παρουσία μου στην Ιταλία. Ίσως μια μικρή πίκρα πως θα μπορούσα να είχα αγωνιστεί περισσότερα χρόνια, αλλά η εν γένει εμπειρία ήταν κάτι το μοναδικό. Δεν είναι λίγο να είσαι ο πρώτος Έλληνας που αγωνίζεται στην Serie A εκείνη την εποχή».
www.bnsports.gr