Το ημερολόγιο έδειχνε 30 Ιουλίου του 2005 στο Μόντρεαλ όταν το ελληνικό πόλο, ήπιε επιτέλους νερό απ’ την πηγή. Ο Γιώργος Αφρουδάκης, τωρινός αντιπρόεδρος της ΚΟΕ και «χάλκινος» σκόρερ του μικρού τελικού του Παγκοσμίου, μοιράστηκε στο BN Sports τις νωπές, όπως παραδέχτηκε, μνήμες του τουρνουά εκείνου ενώ δεν παρέλειψε να αναφερθεί και στην τωρινή Εθνική ομάδα.
17 ολόκληρα χρόνια έχουν περάσει από το πρώτο μετάλλιο Εθνικής ομάδας σε Παγκόσμιο Πρωτάθλημα. Και αυτό ήρθε από τον υγρό στίβο και την αντρική υδατοσφαίριση. Μικρή σημασία έχει αν οι Έλληνες διεθνείς ανέβηκαν στο τρίτο σκαλί του βάθρου και όχι στο ψηλότερο. Και αυτό διότι ο στόχος επετεύχθη. Ήταν η δικαίωση μιας χαρισματικής γενιάς αθλητών, που δεν πέτυχε όσα ήταν ικανή αλλά περισσότερο ήταν το έναυσμα για να αγαπήσουν νέα παιδιά το άθλημα, να βουτήξουν στις πισίνες και να ασχοληθούν με αυτό. Και το επίτευγμα αυτό ήταν ίσως ακόμα μεγαλύτερο και από το ίδιο το μετάλλιο.
Δεν υπάρχει καταλληλότερος άνθρωπος λοιπόν από το Γιώργο Αφρουδάκη για να μας γυρίσει 17 χρόνια πίσω. Ο μέχρι πρότινος πρώτος σκόρερ της γαλανόλευκης και «τοτέμ» της ελληνικής υδατοσφαίρισης, όπως τον χαρακτήρισε ο Γιάννης Φουντούλης σε προηγούμενη επικοινωνία μας, θυμήθηκε, με τη συνδρομή του BN Sports, όσα διαδραματίστηκαν στο Παγκόσμιο του Μόντρεαλ και τη σημασία αυτών στις μετέπειτα γενιές.
Συνέντευξη στο Μάνο Φυρογένη
Το καλοκαίρι του 2005 δεν ήταν η πρώτη φορά που η Εθνική ομάδα πόλο ανδρών «άγγιξε» το βάθρο. Είχαν προηγηθεί οι ήττες στους μικρούς τελικούς του Ευρωπαϊκού της Φλωρεντίας (1999), του Παγκοσμίου της Βαρκελώνης (2003) και των Ολυμπιακών Αγώνων της Αθήνας (2004). Για το Γιώργο Αφρουδάκη όμως, ο οποίος πλημύρισε με ευχάριστες αναμνήσεις, όπως είπε, ανατρέχοντας στα παλιά, δεν ήταν οι ίδιες περιπτώσεις.
«Στη Φλωρεντία, η πορεία μας μέχρι το μικρό τελικό ήταν υπέρβαση. Ειδικά αν αναλογιστεί κανείς τις αποτυχημένες προσπάθειές της Εθνικής ομάδας σε Ευρωπαϊκά πρωταθλήματα, όπου μέχρι το 2016 δεν είχε φτάσει μέχρι την τετράδα» ανέφερε διαχωρίζοντας το τουρνουά αυτό και εξήγησε το λόγο «Ήταν το μεταίχμιο δυο διαφορετικών γενιών. Η παλαιά «φρουρά» των Μαυρωτά, Λοράντου, Καϊάφα και άλλων αποχωρούσε και η τέταρτη θέση ήταν το ταβάνι μας».
«Θα μπορούσαμε μέχρι την κορυφή»
Ως προς την παρέα εκείνη που έφτασε να παίξει σε τρεις συνεχόμενους μικρούς τελικούς, δύο εκ των οποίων έχασε, δεν κρύφτηκε πίσω από το δάχτυλό του: «Θα μπορούσαμε να πάμε και ψηλότερα, με μεγαλύτερη διάρκεια. Μπροστά μας βέβαια είχαμε δυο-τρία μεγαθήρια (Ουγγαρία, Σερβία, Ρωσία). Ήταν ένα δύσκολο αλλά καλό μετάλλιο στο Μόντρεαλ (2005) λόγω υψηλού ανταγωνισμού αλλά και επειδή θα μπορούσε να αποτελέσει την αφετηρία για άλλα σπουδαία πράγματα με φόντο τους Ολυμπιακούς του Πεκίνο, άσχετα αν αυτά δεν ήρθαν».
«Νιώσαμε σαν να πήραμε το χρυσό»
Εστιάζοντας στο τουρνουά εκείνο και το χάλκινο μετάλλιο που έχει επέτειο σήμερα, ο αντιπρόεδρος της ΚΟΕ, παραδέχτηκε με νοσταλγία: «Ήταν πολύ συγκινητικές στιγμές. Το γεγονός ότι το πετύχαμε για πρώτη φορά πανελλαδικά ως Εθνική ομάδα, μας έδωσε ανεκτίμητη χαρά. Μας έφυγε επίσης ένα βάρος, το οποίο νιώθαμε από τα δυο προηγούμενα τουρνουά που φύγαμε με άδεια χέρια. Η προσμονή ήταν μεγάλη. Αισθανθήκαμε σαν να πήραμε το χρυσό».
H πορεία μέχρι την τρίτη θέση δεν ήταν στρωμένη με ροδοπέταλα. Από τους ομίλους όμως μέχρι τα νοκ-άουτ όλοι έδωσαν τον καλύτερο εαυτό τους και ανταμείφθηκαν. «Δεν ήταν εύκολος ο δρόμος. Καταφέραμε να βγούμε πρώτοι στον όμιλο, κερδίζοντας Γερμανία και Αυστραλία, δύο πολύ ποιοτικές ομάδες τότε». Η διασταύρωση στα χιαστί έφερε Μεσογειακή ναυμαχία με την Ιταλία. «Είμασταν καλύτεροι από εκείνους αλλά το φοβόμασταν λίγο το ματς. Το να θέτεις εκτός συνέχειας για δεύτερη συνεχόμενη φορά τους Ιταλούς (το είχαμε κάνει και στους Ολυμπιακούς της Αθήνας), δεν είναι μικρή υπόθεση. Ευτυχώς το καταφέραμε και με πολύ καλή εμφάνιση μάλιστα».
«Ήταν μεγάλη ευκαιρία ο ημιτελικός με τους Ούγγρους»
Και μετά η χρυσή Ολυμπιονίκης και κάτοχος του τίτλου, Ουγγαρία. «Ήταν μεγάλη ευκαιρία αυτό το παιχνίδι. Κομμένο και ραμμένο στα μέτρα μας» αναστενάζει, σαν να του έμεινε απωθημένο. «Οι Ούγγροι ήταν κάπως πιο χαλαροί. Τα είχαν σαρώσει όλα τα προηγούμενα χρόνια και δεν είχαν το ίδιο κίνητρο με εμάς. Η ποιότητά τους όμως ανέκαθεν μπορούσε να καθορίσει τέτοια παιχνίδια. Κάναμε και κάποια προσωπικά λάθη που απέναντί τους στοιχίζουν».
Ο μικρός τελικός μπορεί να μην έχει την αίγλη του μεγάλου, όμως το διακύβευμα είναι σπουδαίο και ο Γιώργος Αφρουδάκης έκρινε έναν τέτοιο, 11 δευτερόλεπτα πριν τη λήξη (!) στο Παγκόσμιο του Μόντρεαλ, απέναντι στους Κροάτες (11-10).
«Χωρίς αμφισβήτηση πρόκειται για το πιο σημαντικό γκολ της καριέρας μου, »
«Είναι το πιο σημαντικό γκολ που έχω πετύχει. Ένα τέρμα σπάνιας ομορφιάς, που δίνει θέση στο βάθρο και μπαίνει λίγο πριν το τέλος της παράτασης». Ένα γκολ που προήλθε από ασίστ του αδερφού του, Χρήστου και άψογη εκτέλεση με γυριστό σουτ από θέση φουνταριστού. Μια εξέλιξη που ακόμα θυμούνται οι Κροάτες όπως μας εξιστορεί. «Πέντε φορές μου μίλησαν για αυτό το γκολ, οι άνθρωποι της αποστολής της Hrvatska, στο πρόσφατο Ευρωπαϊκό της Βουδαπέστης. Παρόλο που «ρέφαραν» με όσα αργότερα κατέκτησαν, ακόμα θυμούνται τον αγώνα εκείνο και την ήττα τους, κυρίως εξαιτίας του τρόπου που ήρθε».
Το πιο σημαντικό επίτευγμα όμως εκείνης της επιτυχίας για τον άνθρωπο «ορόσημο» της ελληνικής υδατοσφαίρισης, ήταν το γεγονός ότι η ομάδα έβαλε το πόλο στις τηλεοράσεις και τα σπίτια του μέσου Έλληνα, «ποτίζοντας» τις συνειδήσεις των αμέτοχων.
«Είμαστε πολύ περήφανοι για αυτό. Που δώσαμε το όραμα σε μικρά παιδιά τότε, όπως ο Αργυρόπουλος, ο Σκουμπάκης ή ο Κάκαρης να πιστέψουν στους εαυτούς τους και να αντιπροσωπεύουν επάξια το εθνόσημο. Αυτό είναι και το ζητούμενο σε όλα. Να προσφέρεις κάτι για την επόμενη γενιά. Και χαίρομαι που τα καταφέραμε».
«Η διαφορά έγκειται στην αυτοπεποίθηση και τις παραστάσεις στο υψηλότερο επίπεδο»
Με τον ένα ή τον άλλο τρόπο, ο κορυφαίος σκόρερ στην ιστορία της Α1 είναι μέρος της γαλανόλευκης για πάνω από μια εικοσαετία και μπορεί να παραθέσει καλύτερα από τον καθένα το μυστικό της τωρινής Εθνικής. «Υπάρχει πολύ ταλέντο, όπως βέβαια είχαμε και εμείς τότε. Η διαφορά έγκειται στην αυτοπεποίθηση και τις συνεχείς παραστάσεις στην ελίτ, σε συλλογικό επίπεδο. Δεν υπολογίζουν τα παιδιά πλέον ποιον έχουν απέναντι τους. Βέβαια και τα διαχρονικά μεγαθήρια δεν είναι τόσο άτρωτα» είπε και συνέχισε τη συλλογιστική του. «Όλες αυτές τις μεγάλες σχολές που κυριαρχούσαν στις πισίνες (Ούγγροι, Σέρβοι, Κροάτες), τις σεβαστήκαμε πέραν του δέοντος τότε. Είναι και θέμα νοοτροπίας και οφείλουμε να το δουλέψουμε από τα μικρά κλιμάκια. Πρέπει να μην κοιτάμε τους άλλους αλλά οι άλλοι να αγχώνονται όταν βρίσκουν την Ελλάδα στο δρόμο τους».
Δεν είναι όμως μονάχα θέμα αντίληψης. «Εμάς μας απασχολούσαν και άλλα θέματα τότε, εξωτερικής φύσης, τα οποία ευτυχώς πλέον έχουν λυθεί εν πολλοίς. Επίσης έχει μακρύνει το καλεντάρι σε συλλογικό επίπεδο, οι «πόρτες» για το εξωτερικό είναι διάπλατα ανοιχτές και οι διεθνείς έχουν την ευκαιρία να αφοσιωθούν στο άθλημα και να παίζουν συνεχώς στο υψηλότερο επίπεδο. Σε αντίθεση με τις αρχές του 2000, που παίζαμε μόνο 5-6 ευρωπαϊκά ματς και μόνο ο Χρήστος (αδερφός του) είχε αγωνιστεί στην Ιταλία».
«Ούτε η Εθνική του τότε ούτε του σήμερα έχει πετύχει όσα θα μπορούσε»
Ως προς το κοινό στοιχείο; «Ούτε η Εθνική της γενιάς του Μόντρεαλ ούτε εκείνη με αφετηρία το Καζάν, έχει πετύχει αυτά που θα μπορούσε. Και στις δυο περιπτώσεις η συγκομιδή θα μπορούσε να ήταν μεγαλύτερη. Εμείς τότε πετύχαμε πολύ λιγότερα από τις δυνατότητές μας και στο σήμερα, το ταβάνι δεν είναι τα χάλκινα αλλά το χρυσό σε μία μεγάλη διοργάνωση, όποια και αν είναι αυτή».
«Στόχος το χρυσό, όπου και αν έρθει αυτό»
Κλείνοντας, στάθηκε στους στόχους που έπονται στο εγγύς μέλλον. «Σκοπός μας είναι να σταθεροποιηθούμε στα μετάλλια και όπου μπορέσουμε να «χτυπήσουμε» την κορυφή. Δε διαλέγουμε διοργανώσεις». Αρωγός στην προσπάθεια αυτή θα είναι και ο ίδιος, τουλάχιστον μέχρι τους Ολυμπιακούς του Παρισίου. «Θα παραμείνω σίγουρα στην Κολυμβητική Ομοσπονδία μέχρι το 2024, που τελειώνει η θητεία της διοίκησης. Από εκεί και πέρα ίσως μείνω και μέχρι το Λος Άντζελες (2028). Θα το δούμε. Δεν έχω σκοπό να κάνω κατάχρηση κάποιας θέσης διοικητικά όπως δεν έκανα και στον αθλητικό μου βίο».