Ήταν 25 Ιουνίου του 2004 όταν το Ζοσέ Αλβαλάδε ετοιμαζόταν να φιλοξενήσει τον προημιτελικό του Euro 2004 ανάμεσα στην Ελλάδα και στην Γαλλία. Θα ήταν το τελευταίο παιχνίδι του Ζινεντίν Ζιντάν σε Ευρωπαϊκό Πρωτάθλημα. Η Εθνική είχε ήδη κάνει την υπέρβαση, κερδίζοντας την πρόκριση από τους ομίλους κόντρα σε Ισπανία, Πορτογαλία και Ρωσία, πλέον όμως ερχόταν αντιμέτωπη με την σπουδαία Γαλλία του Ζιντάν, του Ανρί, του Τουράμ, του Μακελέλε και πολλών άλλων ποδοσφαιρικών «αστεριών», η οποία είχε στόχο να διατηρήσει τον τίτλο τής Πρωταθλήτριας Ευρώπης.
«Για όλους τους ποδοσφαιριστές που πήραμε μέρος στο τουρνουά και τελικά αναδειχθήκαμε Πρωταθλητές Ευρώπης, το παιχνίδι απέναντι στην Γαλλία του Ζινεντίν Ζιντάν, θεωρήθηκε η μεγαλύτερη νίκη σε οτιδήποτε αφορά την Εθνική. Ακόμα και οι ίδιοι πιστέψαμε ότι ανεβάσαμε το επίπεδό μας και μπορούσαμε πλέον να πάρουμε το Κύπελλο. Δύο χρόνια αργότερα οι περισσότεροι από τους αντιπάλους έπαιξαν σε τελικό Παγκοσμίου Κυπέλλου», ήταν τα λόγια του Γιώργου Καραγκούνη για εκείνη την ημέρα. Ακόμα και οι πιο φιλόδοξοι Έλληνες φίλαθλοι ενδεχομένως θα δυσκολεύονταν να πιστέψουν σε μια πιθανή νίκη της Εθνικής. Κι όμως, όπως αποδείχθηκε εκείνο το καλοκαίρι, στο ποδόσφαιρο ποτέ μην λες ποτέ γιατί ακόμα και το αδύνατο μπορεί να γίνει δυνατό.
Ποιος είδε την Γαλλία και δεν την φοβήθηκε
Η Ελλάδα είχε «δείξει τα δόντια της» στο ευρωπαϊκό κοινό, μετά την νίκη επί της Πορτογαλίας (2-1) αλλά και την ισοπαλία με την Ισπανία (1-1). Αν και στην αρχή πολλοί μπορεί να μην την υπολόγιζαν, πλέον αποτελούσε αποδεδειγμένα μια ομάδα απρόβλεπτη, με την ικανότητα να προκαλέσει προβλήματα στον οποιονδήποτε.
Απέναντί της όμως δεν είχε έναν τυχαίο αντίπαλο. Η εθνική Γαλλίας, μετά την απογοητευτική εμφάνισή της στο Παγκόσμιο Κύπελλο του 2002, όπου αποκλείστηκε από τους ομίλους, πήγαινε στα γήπεδα της Πορτογαλίας με στόχο να υπερασπιστεί το «στέμμα» της, μιας και είχε σηκώσει το τρόπαιο το 2000. Παράλληλα, προερχόταν και από την κατάκτηση του Κυπέλλου Συνομοσπονδιών το 2003, όπου επικράτησε στον τελικό του Καμερούν με 1-0.
Επιστρέφουμε, όμως, στο 2004. Η Γαλλία, με τον Ζακ Σαντινί στον πάγκο της, τερματίζει πρώτη στον όμιλο της, μπροστά από Αγγλία, Κροατία και Ελβετία, με δύο νίκες και μια ισοπαλία. Μάλιστα, είχε επικρατήσει των «τριών λιονταριών» με δραματικό τρόπο, καθώς με την ομάδα του να χάνει 1-0 στο 90’, ο Ζιντάν σκόραρε δις (την μία με πέναλτι) για να ανατρέψει την κατάσταση μέσα σε δευτερόλεπτα! Ο φυσικός ηγέτης των «τρικολόρ» είχε στόχο να οδηγήσει την χώρα του σε ακόμα μια «κορυφή», μετά το Ευρωπαϊκό Πρωτάθλημα του 2000, αλλά και το Μουντιάλ του 1998. Η παρέα του Ότο Ρεχάγκελ, όμως, είχε άλλη άποψη!
Η αρχή του… εθνικού μας σκορ!
Η υπομονή είναι από τις μεγαλύτερες αρετές και οι Έλληνες -ειδικά σε εκείνη την διοργάνωση- είχαν αρκετή. Στον αγώνα εκείνο, η «γρανιτένια» άμυνά μας δεν άφηνε περιθώρια στα επιθετικά «υπερόπλα» των Γάλλων να ξεδιπλώσουν το ταλέντο τους. Από τον Καψή και τον Δέλλα, μέχρι τον Ντέμη Νικόλαΐδη, ο οποίος είχε πει πως «γνώριζα πως ήταν το τελευταίο μου παιχνίδι, αλλά δεν μπορούσα να το πω. Ήμουν πολύ χαρούμενος για το σημείο που είχαμε φτάσει μέχρι τότε»,όλοι οι διεθνείς εκτελούσαν το πλάνο άψογα, περιμένοντας την κατάλληλη στιγμή. Όταν αυτή ήρθε, ο Άγγελος Χαριστέας ήταν εκεί.
Όπως αναφέρει ο ίδιος: «Το γκολ απέναντι στη Γαλλία ήταν το σημαντικότερο εκείνου του τουρνουά. Μεγαλύτερης αξίας και από το τέρμα που πετύχαμε στον τελικό με την Πορτογαλία. Η φάση με τις σέντρες του Ζαγοράκη ήταν δουλεμένες από την προπόνηση και από τη στιγμή που είδα ότι ελευθερώθηκε, ήμουν σίγουρος ότι θα καταλήξει σε κάτι καλό».
Στο 65’, ο Θοδωρής Ζαγοράκης κάνει μια κούρσα από τα δεξιά για να ντριμπλάρει με εντυπωσιακό τρόπο τον Λιζαραζού. Έχοντας πολύ χώρο, κοντοστέκεται για να εξετάσει τις επιλογές του και βλέπει τον Χαριστέα. Η σέντρα που κάνει είναι «συστημένη». Ο επιθετικός της Βέρντερ Βρέμης βρίσκεται στο ιδανικό σημείο, έχοντας ξεφύγει από τα μαρκαρίσματα και με μια δυνατή κεφαλιά στέλνει την μπάλα στα δίχτυα του Μπαρτέζ.
Ήταν μια φάση ορόσημο, η οποία δεν θα ξεχαστεί ποτέ από το ελληνικό κοινό. Όπως αναφέρει ο Ζαγοράκης: «Η ντρίμπλα με την οποία ελευθερώθηκα από τον Λιζαραζού και η σέντρα στον Άγγελο αμέσως μετά, ήταν η πιο χαρακτηριστική στιγμή για μένα σε ολόκληρο το Euro 2004. Και μόνο αν σκεφτούμε τα ονόματα που είχε η ομάδα της Γαλλίας, αυτή ήταν μία πολύ ξεχωριστή νίκη. Ξεκινάει από τον Μπασινά, τον Κατσουράνη… Ήταν μία τέλεια φάση!».
Η Γαλλία θα προσπαθήσει να ανατρέψει την κατάσταση, ο Νικοπολίδης και η ελληνική άμυνα όμως δεν θα το επιτρέψουν. Ήταν το πρώτο από τα τρία… 1-0 της Ελλάδας σε εκείνη την διοργάνωση (ακολούθησαν φυσικά Τσεχία και Πορτογαλία). Τρεις νίκες με το ίδιο σκορ, τρία αποτελέσματα που οδήγησαν την Εθνική στην κορυφή της Ευρώπης, στην μεγαλύτερη ίσως έκπληξη στην ιστορία του ποδοσφαίρου. Ο Χαριστέας στις 25 Ιουνίου του 2004 είχε σκοράρει το «πιο σημαντικό γκολ σε εκείνο το τουρνουά» όπως αναφέρει ο ίδιος. Λίγες μέρες αργότερα, φυσικά, σκόραρε και το μοναδικό γκολ του μεγάλου τελικού της Λισαβώνας, όταν η Εθνική Ελλάδας ολοκλήρωνε το πιο απίστευτο, το πιο αναπάντεχο, το πιο εντυπωσιακό ποδοσφαιρικό «παραμύθι».
Οι συνθέσεις των δύο ομάδων:
Ελλάδα (Ότο Ρεχάγκελ): Νικοπολίδης, Σεϊταρίδης, Φύσσας, Δέλλας, Καψής, Κατσουράνης, Ζαγοράκης, Μπασινάς (85′ Τσιάρτας), Καραγκούνης, Χαριστέας, Νικολαΐδης (61′ Λάκης)
Γαλλία (Ζακ Σαντινί): Μπαρτέζ, Τουράμ, Λιζαραζού, Γκαλάς, Σιλβέστρ, Μακελελέ, Πιρές (79′ Ροτέν), Ντακούρ (71′ Βιλτόρ), Ζιντάν, Ανρί, Τρεζεγκέ (71′ Σαχά)
Κώστας Ξενακούδης
www.bnsports.gr