Ο Ολυμπιακός εμφανίστηκε κατώτερος των περιστάσεων απέναντι στην Αταλάντα και αποκλείστηκε, αλλά αν μάθει από τα λάθη του μπορεί από του χρόνου να επιστρέψει στα δικά του ευρωπαϊκά στάνταρ.
Γράφει ο Δημήτρης Σπηλιόπουλος
Παρά την αυτοπεποίθηση που υπήρχε στο ερυθρόλευκο «στρατόπεδο» και την αισιοδοξία που εξέφραζε συνεχώς τις τελευταίες μέρες ο Πέδρο Μαρτίνς, ο Ολυμπιακός ήταν απογοητευτικός το βράδυ της Πέμπτης στον… τελικό με την Αταλάντα. Μπορεί το σκορ να είναι βαρύ βάση των ευκαιριών που δημιούργησε η ομάδα του Γκασπερίνι, ωστόσο δεν υπάρχει κανείς που μπορεί να ισχυριστεί πως δεν πήρε το εισιτήριο η καλύτερη ομάδα. Η ομάδα που προσπάθησε να παίξει ποδόσφαιρο στη μεγαλύτερη διάρκεια της σειράς, αυτή με τα καλύτερα τρεξίματα, με την αποτελεσματικότητα και το καλύτερο σχέδιο από τον προπονητή της.
Παρά τα πολλά προβλήματα απουσιών που αντιμετωπίζει στην επιθετική της γραμμή, η Αταλάντα έδειξε στο Φάληρο γιατί είναι τα τελευταία χρόνια μια από τις καλύτερες ομάδες της Ιταλίας και μια φιλόδοξη νέα δύναμη στην Ευρώπη. Την ίδια ώρα ο Ολυμπιακός είναι φανερό πως έχει κάνει βήματα πίσω στο… μέτρημα του με τους «μεγάλους» της Ευρώπης.
Πέρσι οι Πειραιώτες, έβαλαν από κάτω τους την Μαρσέιγ στον όμιλο του Champions League, απέκλεισαν την PSV στους «32» του Europa League και έφτασαν πολύ κοντά στο να κάνουν ένα ακόμα κάζο στην Άρσεναλ, ολοκληρώνοντας την ευρωπαϊκή τους περιπέτεια με «διπλό» στο Λονδίνο. Πρόπερσι, κοίταξαν στα μάτια ομάδες όπως η Μπάγερν και η Τότεναμ, απέκλεισαν την Άρσεναλ και έγιναν ένα σωρό απίθανα πράγματα για να μείνουν εκτός από την Γουλβς. Ακόμα όμως και στην πρώτη χρονιά του Μαρτίνς, ο Ολυμπιακός είχε καταφέρει να στείλει σπίτι της κοτζάμ Μίλαν.
Φέτος, οι «ερυθρόλευκοι» με τις δύο καλύτερες ομάδες που έπαιξαν στην Ευρώπη δεν πήραν ούτε ισοπαλία, γνωρίζοντας τέσσερις ήττες από Άιντραχτ Φρανκφούρτης και Αταλάντα. Σε μια πορεία που με μοναδική εξαίρεση το «διπλό» στην Κωνσταντινούπολη δεν έβγαλε ποτέ την δυναμική και την εικόνα πως μπορεί να πετύχει κάτι σπουδαίο στην ευρωπαϊκή του σεζόν. Μια εικόνα που ήρθε ως συνέπεια των προβλημάτων που αντιμετώπισε ο σύλλογος με τον covid και το καλεντάρι (παίζουν δυο χρόνια σερί με ελάχιστη ξεκούραση), αλλά και του τρόπου που τα διαχειρίστηκε όλα αυτά. Ο φετινός Ολυμπιακός της Ευρώπης ήταν ο χειρότερος επί ημερών Μαρτίνς, αλλά αν μάθει από τα λάθη του έχει τον τρόπο να επιστρέψει άμεσα στο επίπεδο που βρισκόταν.
Από όσους ήρθαν το καλοκαίρι μόνο οι Βατσλίκ, Τικίνιο και Αγκιμπού έχουν προσφέρει με τον τελευταίο μάλιστα να προορίζεται αρχικά για την δεύτερη ομάδα. Ένα βασικό πρόβλημα που έχει εντοπιστεί και αρκετά παιχνίδια του ελληνικού πρωταθλήματος έχει να κάνει με το δημιουργικό κομμάτι και γενικώς με το επιθετικό παιχνίδι της ομάδας. Ο Ονιεκούρου για τον οποίο δόθηκαν περίπου 5 εκατ. στη Μονακό έχει σε 28 συμμετοχές ένα γκολ, αυτό στο ντεμπούτο του στα τέλη Αυγούστου στη Μπρατισλάβα. Ο Κούντε δε μπήκε ποτέ ουσιαστικά στην ομάδα, ο Ρόνι Λόπες δεν κατάφερε να κάνει τη διαφορά και ο Γκάρι Ροντρίγκες ταλαιπωρήθηκε αρκετά από τραυματισμούς. Έμεινε ένας Μασούρας να σηκώνει όλο το βάρος και ο 37χρονος Βαλμπουενά με όσα κουράγια του έχουν απομείνει.
Το γεγονός πως πήρε ελάχιστες βοήθειες από τους 3 εξτρέμ που ήρθαν το καλοκαίρι είναι ένας βασικός λόγος για την φετινή εικόνα. Ένας άλλος η μέτρια σεζόν που πραγματοποιεί ο Μαντί Καμαρά, ενώ δεδομένα δεν παίρνει η ομάδα από τους πλάγιους μπακ τις δυνατότητες που τις έδιναν τα προηγούμενα χρόνια παίκτες όπως ο Τσιμίκας και ο Ομάρ.
Τόσο η διοίκηση όσο και ο Μαρτίνς έχουν αποδείξει πως ξέρουν τον τρόπο για να παρουσιάσουν ξανά ένα σύνολο με μεγάλες δυνατότητες και είναι στο χέρι τους με την κατάλληλη αξιολόγηση του ρόστερ το καλοκαίρι να φέρουν και πάλι τον Ολυμπιακό στον πήχη που οι ίδιοι έχουν τοποθετήσει ψηλά. Μέχρι τότε, προέχει το νταμπλ…
www.bnsports.gr