Τελευταίο άρθρο μου τότε, πριν την πρεμιέρα, απεσταλμένος του Sportime, 12-6-2004 φροντίζω να οριοθετήσω τι εννοώ εγώ ως επιτυχία. «Σε έξι ματς στο παρελθόν σε μεγάλες διοργανώσεις έχουμε 1-14 γκολ και μία ισοπαλία. Άρα δύο γκολ και μία νίκη είναι ο πήχης».
Πρεμιέρα στο Πόρτο, που είχαν στηθεί χοροί. Ένα πρωινό με λίγο αεράκι και εκείνη την αύρα που φέρνει ο Ατλαντικός Ωκεανός. Στην προβλήτα της Ριμπέιρα, δίπλα στην περίφημη γέφυρα που έχτισε πριν ένα αιώνα ο ίδιος ο Άιφελ, οι Πορτογάλοι ετοιμάζονταν να γιορτάσουν. Ήταν η μέρα που περίμεναν από τον Δεκέμβρη του 1999, λίγο πριν εκπνεύσει η χιλιετία που τους είδε να είναι θαλλασοκράτορες και εξερευνητές. Μία χώρα που κάποτε αφέντευε τον κόσμο, αλλά που ζούσε με αναμνήσεις!
Η αίσθηση ήταν πως μία τέτοια μέρα τους ανήκε και θα ήταν δική τους. Ομολογώ πως αν έπαιζαν με οποιαδήποτε άλλη ομάδα θα είχα παρασυρθεί και εγώ σε αυτό το ντελίριο. Ήταν το πάρτι τους.
Όταν η ομάδα βγήκε στο χορτάρι με τον Ζαγοράκη πρώτο η μνήμη μου γύρισε σχεδόν δώδεκα χρόνια πίσω. Το 1993 στο Λουξεμβούργο όταν η εθνική Ανδρών του Παναγούλια κέρδιζε 3-1 σε ενα αδιάφορο ματς αφού ήδη είχαμε προκριθεί στο Μουντιάλ. Η πτήση της επιστροφής είχε τέσσερις ώρες καθυστέρηση. Σε μία γωνία στο αεροδρόμιο μιλούσα με τον Θοδωρή που τότε ήταν στις Eλπίδες. «Πρεπει να είναι ωραίο να περιμένεις πότε θα πας Μουντιάλ» μου έλεγε κοιτώντας μία παρέα των Ανδρών που χαβαλέδιαζε. «Και εσύ θα πας» του λέω. «Πότε; Σε αυτό αποκλείεται, έχουν άλλη σειρά» ήταν τα λόγια του.
«Μη βιάζεσαι βρε Θοδωρή, θα έρθει και εσένα η ώρα σου», του είχα απαντήσει. Την παραμονή του ματς στο Πόρτο του υπενθύμισα την κουβέντα μας εκείνη. «Νόμιζα Χρήστο μου πως το 1998 με το Μουντιάλ και την ισοπαλία με τους Δανούς είχε πετάξει το πουλάκι για πάντα» ήταν η ατάκα του.
Την στιγμή του εθνικού ύμνου έπιασα τον εαυτό μου να συγκινείται! «Τα έχουμε δει όλα», μου είπε κάποιος συνάδελφος που καθόταν πιο πλάι. Ετσι νόμιζα και εγώ. Που να ξέραμε τι θα ζούσαμε τις επόμενες 25 μέρες!
Το ματς ξεκίνησε. Ο Καραγκούνης δικαίωσε το... όνειρο του Χελάκη (ο οποίος επέμενε από την παραμονή πως θα σκοράρει η Τυπάρα) και μετά πήραμε και το πέναλτι με τον Γιούρκα να γκρεμίζεται από τον νεαρό Κριστιάνο. Ο Μπασινάς έστειλε τον Ρικάρντο από την άλλη. Είδα τους Πορτογάλους να κλαίνε. Αισθάνθηκα άσχημα με την παιδική φατσούλα που ξέσπαγε σε λυγμούς μόλις δέκα μέτρα πιο δίπλα μας στην εξέδρα. Τους είχαμε χαλάσει το πάρτι. Επιστρέφοντας με τον Αλέξη Σπυρόπουλο στο ξενοδοχείο, το Πόρτο ήταν μία έρημη πόλη! Άδειοι δρόμοι χωρίς χορούς και τραγούδια. Πλην της Ριμπέιρα στο κέντρο. Εκεί οι Έλληνες είχαν στήσει χορό. Εκείνο το βράδυ, αν οι παίκτες έμπαιναν σε ένα αεροπλάνο και γύριζαν στη χώρα θα ήταν ήρωες, έτσι κι αλλιώς. Φυσικά έμειναν εκεί. Και τη συνέχεια θα την μαθαίνουν οι επόμενες γενιές σαν παραμύθι. Μόνο που δεν ήταν ξέρετε τέτοιο! Εμείς που το ζήσαμε εκεί καταλαβαίναμε ότι κάτι μεγάλο γίνεται…
Με την Ισπανία, στην έδρα της Μποαβίστα βρήκαμε το γκολ από την εκπληκτική πάσα, σχεδόν 30 μέτρων του Τσιάρτα και το σουτ του Χαριστέα. Με την Ρωσία στο Αλγκάρβε παραλίγο να πάθουμε το κάζο του αιώνα, αλλά μας γλύτωσε ο Βρύζας. Στα νοκ άουτ η Γαλλία μας περίμενε, αλλά ο Χαριστέας βρέθηκε στην άκρη της σέντρας που έβγαλε, μετά από την απίθανη ντρίμπλα στον Λιζαραζού, ο Ζαγοράκης. Μόλις σφύριξε ο Φρισκ την λήξη, βούρκωσα. Ηταν μία περίεργη αίσθηση, έμοιαζε παράλογο. Όλοι οι παίκτες άμα μιλήσεις μαζί τους, θεωρούν εκείνη τη νίκη την πιο δύσκολη. Ο Ντέμης Νικολαΐδης, που έπαιζε το τελευταίο του παιχνίδι λόγω του προβληματος στη μέση, και ο ίδιος το ήξερε (αλλά δεν μπορούσε να μας το πει), θυμάμαι να μου δηλώνει στη Μικτή ζώνη σε αυτήν που έμελλε να είναι η τελευταία συνέντευξη στην ποδοσφαιρική του καριέρα, πως πήραμε την πρόκριση κοιτώντας τους στα μάτια. «Σε όλες τις κατηγορίες της στατιστικής ήμασταν καλύτεροι, αφού αποκλείσαμε αυτούς όλα γίνονται»…
Πίσω στο Πόρτο για τον ημιτελικό, με την καλύτερη ομάδα του τουρνουά, την Τσεχία. Την ώρα που ο Δέλλας έβρισκε την μπάλα με το κεφάλι, βγάζοντας εκατομμύρια ανθρώπων στους δρόμους, είμασταν πια σε άλλη διάσταση. Η Ελλάδα στον τελικό! Μείναμε ξύπνιοι, σχεδόν όλο το βράδυ και προσπαθούσαμε να το πιστέψουμε.
Την μέρα του τελικού, η Λισσαβώνα ήταν «η πρωτεύουσα της Ελλάδας» όπως έλεγε στις περιγραφές ο Γιώργος Χελάκης. Η αισιοδοξία ξεχείλιζε από τα λόγια όλων μας. Δεν μπορώ να το εξηγήσω λογικά, χρόνια μετά, αλλά δεν νομίζω πως υπήρχε άνθρωπος που έλεγε πως φοβάται το ματς. Οι Πορτογάλοι μας περίμεναν για την ρεβάνς. Μία φορά τους κάναμε την πλάκα, τώρα ήταν η σειρά τους. Έτσι νόμιζαν. Και το έλεγαν. Το ματς δεν θα μπει ποτέ στο πάνθεον των ωραιότερων τελικών, αλλά μεταξύ μας ποιός ενδιαφέρεται; Για εμάς θα παραμένει αξέχαστος, γιατί και στο ποδόσφαιρο ισχύει ότι και για την ομορφιά: είναι ένα απόλυτα υποκειμενικό ζήτημα.
Το γκολ του Χαριστέα μας απογείωσε. Την ώρα της απονομής τρίβαμε τα μάτια μας και τσιμπιόμασταν μήπως και δεν γινόταν πραγματικά αυτό που βλέπαμε.
Στη μικτή ζώνη, λίγο αργότερα, ο Θοδωρής Ζαγοράκης μου έδινε να κρατήσω το Κύπελλο. Η λογική ξεπερνά ποτέ τα όνειρα; Η ίδια η ζωή έχει τελικά τόσες παραξενιές που αφήνει σύξυλη και την πιο καλπάζουσα φαντασία! Σε αυτή την ζωή παίζουμε απευθείας το έργο, έλεγε ο Ευγένιος Ο’Νιλ. Δεν υπαρχει χρόνος για πρόβες.
Το έργο που ανέβηκε το καλοκαίρι του 2004 στην Πορτογαλία κράτησε για σχεδόν ένα μήνα. Με κάθε ευκαιρία θα λέω ένα μεγάλο ευχαριστώ σε ολους αυτούς τους παίκτες και στον Ότο Ρεχάγκελ και τον Γιάννη Τοπαλίδη, αλλά και στον Βασίλη Γκαγκάτση τον τότε πρόεδρο της ΕΠΟ που στήριξε στα δύσκολα τον προπονητή. Όλοι αυτοι έκαναν τα πιο τρελά παιδικά όνειρα πραγματικότητα. Τα ελληνικά ταχυδρομεία για να τιμήσουν την μεγαλύτερη στιγμή στην ιστορία του ελληνικού ποδοσφαίρου έβγαλαν μία συλλεκτική σειρά από γραμματόσημα, που έστειλαν σε 2004 άτομα. Είμαι ένας από τους πολύ τυχερούς, ως γενικός διευθυντής τότε του ΣΠΟΡ FM, που με επέλεξαν να παραλάβω μια σειρά! Ακόμα και τώρα που την κοιτάω, μερικές φορές αδυνατώ να πιστέψω ότι όλα αυτά τα ζήσαμε πραγματικά και δεν ήταν απλώς ένα υπέροχο όνειρο θερινής νύχτας, όπως έγραφε κάποτε ο Σαίξπηρ!