
Η πιο μεγάλη ώρα, μέρος… πρώτο! Δεν είναι μόνο το διακύβευμα το κίνητρο. Είναι οι παράμετροι που το ενισχύουν, διαμορφώνοντας την παρούσα δυναμική, η οποία με τη σειρά επιτρέπει στους διεθνείς μας να ονειρεύονται το «upgrade» στην πρώτη κατηγορία του Nations League. Ο στόχος αυτός δεν είναι άπιαστο όνειρο, είναι σαφώς δικαίωμα, το οποίο κέρδισε με κόπο η Εθνική τα τελευταία χρόνια, γι’ αυτό και η κατάκτηση του στόχου αναμφίβολα θα συνιστά δικαίωση. Την πρώτη από τις δύο, μιας και το απόλυτο target είναι το Μουντιάλ των Ηνωμένων Πολιτειών – κυριολεκτικά πρόκειται για το ποδοσφαιρικό δικό μας «American dream».
Δεν πρόκειται για ρομαντισμό (μόνο). Έντεκα χρόνια αισίως θα «κλείσουμε» του χρόνου, δίχως τον Εθνικό Ύμνο μας σε τηλεοπτικούς δέκτες όπου γης και είναι πράγματι πολλά· «πολλαπλασιάζονται» στο μυαλό ίσως, αν αναλογιστούμε τι πέρασε στο (πολύ πρόσφατο) πικρό παρελθόν μας ή, καλύτερα, κατανοούμε, έτσι, τον δρόμο… μαρτυρίου που διήνυσε για να φτάσει έως εδώ. Ποιο είναι αυτό το «εδώ»; Μα, ό,τι ακριβώς της έλειπε: να μπορεί να αποδείξει στην ίδια πρωτίστως πως μπορεί ξανά να κοιτά ψηλά και να διεκδικεί την παρουσία της στα ποδοσφαιρικά καλοκαίρια (μας). Άμοιρη ευθυνών δεν είναι, όμως αυτή η ανάκτηση της αίσθησης συλλογικότητας είναι το μεγαλύτερο κατόρθωμα της τωρινής γενιάς, η οποία, σημειωτέον, έχει διαμορφωθεί και ωριμάσει στη διάρκεια του διαστήματος της εσωστρέφειας και της ασάφειας, της άγνοιας και της αφάνειας· η απουσία από τα δρώμενα ήταν φυσιολογική συνέπεια.
Λέμε – σωστά – πως τα αντιπροσωπευτικά συγκροτήματα είναι καθήκον. Σαφώς και το πλαίσιο είναι ανάλογο για τους συλλόγους, αλλά οι εθνικές ομάδες πραγματικά διαφέρουν. Δεν πρόκειται απλώς για τις επονομαζόμενες ευκαιρίες καριέρας, την αίσθηση τιμής και τις αποδείξεις δικαίωσης, δεν είναι φυσικά αποκλειστικά ούτε μαζώξεις – σπαζοκεφαλιές των εκλεκτόρων για την κατάρτιση ενδεκάδας και δημιουργίας κορμού παικτών σε συγκεκριμένο χρονικό (μικρό δηλαδή) διάστημα: το εθνόσημο συνιστά την απόλυτη αντιπροσώπευση και, μάλιστα, αμφίδρομη – όπως άλλωστε κάθε σωστή, ρεαλιστική και υγιειής σχέση: ο ποδοσφαιριστής υπερασπίζεται τη χώρα του και αγωνίζεται για την καταξίωσή της, ενώ αυτή του ανταποδίδει με σεβασμό και αναγνώριση κόπων την προσφορά. Φυσικά, η Εθνική ακόμη ψάχνει την επιστροφή, η ειδοποιός διαφορά είναι πως πια απέχει από την καρικατούρα ομάδας που έχανε από τα Φερόε. Δηλαδή, δημιουργεί και δημιουργείται, ωριμάζει και διεκδικεί – αυτό το τελευταίο είναι το καλύτερο αξιολογικό της κριτήριο, γιατί ακριβώς αυτή είναι η φάση της τώρα: αφορά στην ανανέωση και τη δυναμική της και την ταυτόχρονη ανάπτυξή τους εν τη γενέσει τους, μέσω της προόδου και των αποτελεσμάτων στο χορτάρι.
Αν και η Ιστορία την αναμένει ακόμη σε ένα από τα μεγάλα διεθνή ποδοσφαιρικά ραντεβού της 10 (και πλέον πια) χρόνια από την ύστατη παρουσία της, η Εθνική ομάδα έχει αλλάξει σελίδα. Πρώτον, προπονητής καθολικής - όχι απλώς ευρείας – αποδοχής από την πρώτη μέρα πρόσληψης, γνώστης χωρίς ανάγκη προσαρμογής, συμπαθής ανέκαθεν και «ποδοσφαιράνθρωπος»· δεύτερον, το κράμα γενεών περιλαμβάνει παίκτες με παραστάσεις διεθνείς που διψούν την πρώτη τους μεγάλη στιγμή με την Ελλάδα (Βλαχοδήμος, Χατζηδιάκος, Ρέτσος, Γιαννούλης, Τσιμίκας, Σιώπης, Μπακασέτας, Παυλίδης, Γιακουμάκης, Δουβίκας κα.), με τους νεότερους με πορεία αξιοπρόσεκτη στο εξωτερικό να ενσωματώνουν τα wonderkids, Καρέτσα… προεξάρχοντος (17), με τους Τζόλη (23), Κωνσταντέλια (21), Μουζακίτη (18), Κωστούλα (17)– αν και θα απουσιάσει από τα ματς με τη Σκωτία – Τζολάκη (22), Μανδά (23), Κουλιεράκη (21), Αλεξανδρόπουλος (22), μεταξύ άλλων να ακολουθούν· τρίτον, τα πρόσφατα αγωνιστικά αποτελέσματα: τα εύσημα της πορείας στη League B του Nations League, με αποκορύφωμα τη ιστορική νίκη επί της Αγγλίας στο «Γουέμπλει», δημιουργούν για πρώτη φορά μετά από τόσα χρόνια την πολυπόθητη πληρότητα συνθηκών και κυρίως, χάρη σ’ αυτές, την ικανότητα υποστήριξης και επιβεβαίωσής τους.
Ο αποκλεισμός από τη Γεωργία πέρυσι τέτοιες μέρες περίπου, που σφράγισε μια ακόμη απουσία και – κακά τα ψέματα αποτυχία – ήταν ο πρώτος μετά από τα χρονικά της Βραζιλίας και της Εθνικής του Φερνάντο Σάντος, που δεν κλόνισε την ομάδα στο βαθμό που αυτή θα έχανε την ταυτότητά της – την πόνεσε σαφώς, αλλά δεν προκάλεσε εσωστρέφεια. Αποτέλεσε μια άνω τελεία και είναι ο δυναμισμός και η σιγουριά για δικαίωση που έχει ξανά το αντιπροσωπευτικό συγκρότημα πως αυτό ήταν μια δυσκολία που θα μας δοκιμάσει πριν την επιτυχία. Ένα ανεκπλήρωτο χρέος, με μόνο διδακτικό στόχο την πληρωμή του, το οποίο η «Επίσημη Αγαπημένη» φαίνεται ικανή όσο ποτέ να φέρει εις πέρας, να δικαιωθεί η ίδια, να δικαιώσει τη γενιά που την ανέστησε και, φυσικά, να γαλουχήσει με την επιτυχία της την επόμενη. Να δημιουργήσει, δηλαδή, ξανά κληρονομιά…
Νικόλας Κανελλόπουλος