Τι πρωτάθλημα παρακολουθούμε. Πόσο απίστευτη σεζόν διανύουμε τη δεδομένη χρονική στιγμή στη Stoiximan Super League. Οκτώ αγωνιστικές να έχουν ολοκληρωθεί και ο Άρης με τον ΠΑΟΚ να βρίσκονται στην κορυφή της βαθμολογίας. Συμβαίνει για πρώτη φορά μετά από 44 χρόνια. Τι ακριβώς είχε λάβει χώρα όμως, τη σεζόν 1979-80, όταν η ιστορία είχε… επαναληφθεί; Είχαμε επτά ομάδες στην 1η θέση και ένα πρωτάθλημα να κρίνεται σε δύο μπαράζ!
Μετά το φινάλε της 8ης αγωνιστικής του πρωταθλήματος της Super League, Άρης και ΠΑΟΚ φιγουράρουν στην κορυφή της βαθμολογίας με 17 βαθμούς, έχοντας αφήσει πίσω τους την ΑΕΚ και τον Ολυμπιακό.
Η τελευταία φορά που συνέβη κάτι τέτοιο ήταν τη σεζόν 1979-80, όταν οι δύο ομάδες της Θεσσαλονίκης πάλεψαν για τον τίτλο.
Μάλιστα, ήταν στην 23η αγωνιστική του πρωταθλήματος εκείνης της χρονιάς, όταν ήταν αμφότεροι πρώτοι, σε μία αδιανόητη «κούρσα» γενικώς για την εποχή. Έναν «μαραθώνιο» που ολοκληρώθηκε με δύο μπαράζ και με επτά ομάδες στην κορυφή της Stoiximan Super League. Τι ακριβώς όμως, συνέβη τότε;
Η διείσδυση σε μια άλλη εποχή
Το ημερολόγιο έδειχνε 30 Σεπτεμβρίου του 1979 όταν δόθηκε το έναυσμα του πρώτου επαγγελματικού πρωταθλήματος στη χώρα. Ήδη από τον Ιανουάριο του ίδιου έτους, είχε προταθεί προς ψήφιση στη Βουλή ο νόμος 879/1979 περί αναδιάρθρωσης του «βασιλιά των σπορ» και καθιέρωσης επαγγελματικών κατηγοριών. Μια απόφαση «τομή» στην εξέλιξη του αθλήματος στη χώρα.
Δεν ήταν η πρώτη φορά που δίνονταν χρήματα στον αθλητισμό. Παρά ταύτα, καθιερώθηκαν τα συμβόλαια των ποδοσφαιριστών ενώ εισήχθη και δεύτερη μεταγραφική περίοδος, αυτή του χειμώνα, για πρώτη φορά στα χρονικά.
Μέσα σε λίγους μήνες τα ημιερασιτεχνικά σωματεία έπρεπε να γίνουν ανώνυμες εταιρίες με διοικητικά συμβούλια και μετοχικό κεφάλαιο. Η κυβέρνηση Καραμανλή σε μία ένδειξη «καλής θέλησης» διέγραψε όλα τα χρέη των συλλόγων που προϋπήρχαν και μετατρέπονταν σε ΠΑΕ, καθιστώντας την κατάσταση «παρθένα γη» για επιφανείς, οικονομικά, οικογένειες.
Η είσοδος των εφοπλιστών στη «σκακιέρα»
Οι κουμπάροι Σταύρος Νταϊφάς και Γιώργος Βαρδινογιάννης εκμεταλλεύτηκαν την τροπή που πήραν τα πράγματα και αποφάσισαν στη «δύση» της δεκαετίας των 70ς να ασχοληθούν και με το ποδόσφαιρο. Ο αστικός μύθος λέει ότι οι δύο εφοπλιστές κατέληξαν στη διεύρυνση των επαγγελματικών τους δραστηριοτήτων και οριζόντων παίζοντας τάβλι.
Ο Σταύρος Νταιφάς λοιπόν ηγήθηκε μιας ομάδας εφοπλιστών με στόχο να μεγαλώσουν και πάλι τον Ολυμπιακό. Οι ένδοξες στιγμές επί Γουλανδρή άνηκαν στο παρελθόν με τους Πειραιώτες να έχουν χάσει τη δυναμική τους, να παραμένουν άτιτλοι την περίοδο 1975-79 και τα τρόπαια να καταλήγουν στους δυο «δικεφάλους».
Οι Λιβανός, Νομικός, Ευθυμίου και Χατζηιωάννου, Χανδρής και άλλοι, συμμετείχαν στο εγχείρημα εκείνο, ωστόσο επικεφαλής ήταν ο αυτοδημιούργητος εφοπλιστής και ένας από τους ισχυρότερους ανθρώπους της ελληνικής ναυτιλίας. Ο Νταϊφάς διαδέχτηκε τον Ηρακλή Τσιτσαλή στον προεδρικό θώκο.
Η νέα τάξη πραγμάτων έφερε αλλαγές και στον Παναθηναϊκό. Οι «πράσινοι» με τη μετατροπή σε Ποδοσφαιρικές Ανώνυμες Εταιρίες εξέδωσαν τις μετοχές τους προς πώληση με την οικογένεια Γιαννακόπουλων να φαντάζει ως η επικρατέστερη και τον Παύλο, το αδιαφιλονίκητο φαβορί. Μέχρι όμως να εμφανιστούν οι Βαρδινογιάννηδες, οι οποίοι αγόρασαν το 54%.
Κανένα πρόσωπο δε γινόταν να κατέχει ποσοστό μεγαλύτερο του 20% και αυτό ίσως μπορούσε να αποτελέσει πρόβλημα. Όχι όμως για την οικογένεια Βαρδινογιάννη, όπως είχε πει και ο «καπετάνιος», Γιώργος. «Κανένα πρόβλημα. 20% εγώ, 20% ο αδελφός μου Βαρδής και 14% ο γαμπρός μου, όλοι μέλη του Παναθηναϊκού».
Όπως γίνεται εύκολα αντιληπτό από τα προαναφερθέντα, οι ισορροπίες άλλαξαν στο ελληνικό ποδόσφαιρο και η ΑΕΚ του Λουκά Μπάρλου, η οποία είχε κατακτήσει τα δυο τελευταία πρωταθλήματα, δεν έμοιαζε ως το μεγάλο φαβορί. Πόσο δε μάλλον και μετά την αποχώρηση των Μίμη Παπαιωάννου, Τσάμη, Τόσκα, Βιέρα και μεσούσης της σεζόν των Νικολούδη και Δομάζου. Οι ομάδες της Θεσσαλονίκης και της περιφέρειας ήταν επίσης ισχυρές και όλα έδειχναν ότι θα γινόταν μία αμφίρροπη κούρσα. Και η πραγματικότητα επιβεβαίωσε του λόγου του αληθές και με το παραπάνω.
Η μάχη της κορυφής είχε αρκετά επεισόδια και πολλούς διαφορετικούς πρωταγωνιστές
18 ΕΠΑΕ συμμετείχαν στην πρώτη έκδοση του επαγγελματικού πρωταθλήματος. Σχεδόν κάθε αγωνιστική άλλαζε η πρωτοπόρος, αφού συνολικά 7(!) ομάδες φιγούραραν έστω και για μία εβδομάδα στην κορυφή της βαθμολογίας (η ποντοδότηση τότε ήταν διαφορετική συγκριτικά με το σήμερα, με τη νίκη να δίνει δύο βαθμούς, την ισοπαλία έναν και την ήττα φυσικά κανένα).
Μέχρι και τα μισά της κούρσας, ο Ολυμπιακός και ο ΠΑΟΚ εναλλάσσονταν πιο συχνά στην πρώτη θέση, με τους Θεσσαλονικείς να έχουν «όπλο» την απόρθητη έδρα τους (σε σύνολο 17 αγωνιστικών μέτρησαν δεκαέξι νίκες και μία ήττα από τον Παναθηναϊκό). Την εμφάνισή τους στην κορυφή είχαν κάνει τόσο η Δόξα Δράμας, μόλις στην 3η στροφή, όσο και η Λάρισα, που είχε αρχίσει να κάνει όλο και πιο αισθητή την παρουσία της, πριν έρθουν και οι επιτυχίες (Κύπελλο 1985, πρωτάθλημα 87/88’).
Από τα μέσα της περιόδου και μετά ο Άρης, της πιο ταλαντούχας ίσως φουρνιάς της ιστορίας του από αρχής καταβολής της Α’ Εθνικής (1959-60) και της εντυπωσιακής πορείας στην Ευρώπη επίσης, κατοικοέδρευε συχνά πυκνά στο ρετιρέ της βαθμολογίας. Ο Παναθηναικός ήταν αυτός που κατάφερνε να αμφισβητήσει την πρωτοπορία του, μέχρι και τρεις στροφές πριν το τέλος, με τους «πράσινους» να κάνουν ένα εντυπωσιακό ντεμαράζ στο δεύτερο γύρο και ακόμα και όταν αδυνατούσαν να κερδίσουν, τουλάχιστον δεν έχαναν (τις περισσότερες ισοπαλίες (15) και τις λιγότερες ήττες (4) στον αριθμό). Εκτός των άλλων, την 21η αγωνιστική πέρασε και ο Εθνικός από την κορυφή, με τους Πειραιώτες να κάνουν ένα κακό finish στη σεζόν και ουσιαστικά να αδικούν την προσπάθειά τους.
Χρειάστηκαν δυο αγώνες μπαράζ για να επικυρωθεί η τελική βαθμολογία και να κατανεμηθούν οι τέσσερις πρώτες θέσεις, σε ένα από τα συγκλονιστικότερα πρωταθλήματα όλων των εποχών στην Ελλάδα με τη «φέξη» του επαγγελματισμού. Για να γίνει πιο εύκολα αντιληπτό, αν δεν έχει ήδη γίνει, αρκεί να αναφερθεί πως τον πρώτο με τον πέμπτο τους χώριζε απόσταση μόλις έξι βαθμών.
Τελικώς ο «γόρδιος δεσμός» ως προς τον πρώτο πρωταθλητή επί εποχής ΕΠΑΕ, «λύθηκε» στο Βόλο. Άρης και Ολυμπιακός είχαν τερματίσει στην κορυφή του βαθμολογικού πίνακα με 47 βαθμούς και έλυσαν τις διαφορές τους σε αγώνα μπαράζ. Οι «κίτρινοι», οι οποίοι και είχαν περάσει τις περισσότερες εβδομάδες στην πρώτη θέση (10) δεν τα κατάφεραν και ηττήθηκαν με 2-0 από τον Ολυμπιακό του Νοβοσέλατς, του Πέτρου Μίχου, του Μάικ Γαλάκου, του Μιχάλη Κρητικόπουλου, του Χούλιο Λοσάντα και άλλων. Μάλιστα, από τον πάγκο των «ερυθρολεύκων», οι οποίοι αναδείχτηκαν πρωταθλητές με επτά ήττες σε σύνολο 34 αγώνων, πέρασαν πέντε διαφορετικά πρόσωπα σε τρεις θητείες (υπηρεσιακή τριάδα Μπέμπη, Ζαντέρογλου και Γιούτσου μετά τον Βεσελίνοβιτς και πριν τον Γκόσκι) μέσα στην ίδια τη σεζόν.
Την τρίτη θέση που οδηγούσε στο Κύπελλο UEFA, κέρδισε ο Παναθηναικός επικρατώντας στο άλλο μπαράζ της ΑΕΚ με 1-0. Ούτως ή άλλως, όποιο και αν ήταν το αποτέλεσμα, το «τριφύλλι» θα έπαιρνε το ευρωπαϊκό εισιτήριο λόγω τιμωρίας και αποκλεισμού της «Ένωσης». Άλλο σημαντικό γεγονός ήταν ο υποβιβασμός του Ηρακλή, για πρώτη φορά στην ιστορία του. Ο «Γηραιός» αν και τερμάτισε στην 8η θέση, κρίθηκε ένοχος δωροδοκίας σε αγώνα Κυπέλλου με τον ΠΑΟΚ και ακολούθησε τη Ρόδο στην δεύτερη τη τάξει κατηγορία.