Ο Φερνάντο Σάντος παραχώρησε συνέντευξη εφ' όλης της ύλης σε ΜΜΕ της Πορτογαλίας! Αναφέρθηκε στο συμβάν στο Κατάρ με τον Κριστιάνο Ρονάλντο, τη σχέση του με την Ελλάδα και προφανώς, τον μεγάλο τελικό του EURO 2004, ανάμεσα στην πρώτη και τη δεύτερη πατρίδα του.
Αναλυτικά όσα ανέφερε ο Φερνάντο Σάντος μιλώντας στην «A Bola», περίπου έναν χρόνο (για την ακρίβεια 11 μήνες) μετά την αποχώρησή του από την εθνική ομάδα της Πορτογαλίας.
Η ΑΕΚ, ο Παναθηναϊκός, το EURO 2004, η Εθνική Ελλάδας και Πορτογαλίας, αλλά και ο τσακωμός με τον Κριστιάνο Ρονάλντο στο Παγκόσμιο Κύπελλο του Κατάρ, που τους κρατάει σε... απόσταση.
«Δεν μιλάμε πια. Δεν ξέρω τι μέρα ήταν. Δεν έχουμε μιλήσει από τότε που ήρθα από το Κατάρ. Δεν έχει καμία σχέση με το παιχνίδι κόντρα στην Ελβετία. Είχα μια πολύ δυνατή σχέση με τον Κριστιάνο. Παιδιά. Εκτός από την επαγγελματική σχέση. Γνωριστήκαμε στο Σπόρτινγκ όταν ήταν 19 ετών και αυτή η σχέση ενισχύθηκε από τη στιγμή που γνωριστήκαμε στην εθνική. Πάντα τα πηγαίναμε πολύ καλά.
Η έκφραση είναι λίγο δυνατή, αλλά σχεδόν σαν πατέρας και γιος, ή μικρότερος και μεγαλύτερος αδελφός. Είχαμε μια πολύ στενή, πολύ δυνατή σχέση, τόσο επαγγελματική όσο και προσωπική. Και επομένως, το ένα δεν είχε καμία σχέση με το άλλο. Πήρα μια απόφαση στρατηγικής σημασίας στο Κατάρ. Πρέπει να το καταλάβουν λίγο. Απλώς είπα ότι είναι ο καλύτερος στον κόσμο. Και είναι. Υπήρξε όμως μια στιγμή στην καριέρα μου που ήταν πολύ δύσκολη.
Αν με ρωτήσετε αν ο Κριστιάνο σωματικά και ατομικά ήταν στην κορυφή, θα σας πω ότι ήταν. Κανείς δεν φροντίζει καλύτερα το σώμα του, και τις επιδόσεις του, όπως αυτός. Αν κάναμε δοκιμές, ατομικά, θα ήταν στην κορυφή. Δεν έχουμε καμία αμφιβολία για αυτό. Ξέρετε, υπήρχαν πολλοί άνθρωποι που πίστευαν ότι δεν έπρεπε να παίξει και με επέκριναν γι' αυτό, αλλά τον ξέρω καλύτερα από τον καθένα. Όπως και να έχει, όσον αφορά τον ρυθμό του παιχνιδιού, ήταν η χειρότερη στιγμή του. Δεν είχε ρυθμό.
Προσπαθήσαμε, κατά τη διάρκεια αυτών των αγώνων πριν από το Παγκόσμιο Κύπελλο, και στη συνέχεια στα πρώτα παιχνίδια του ίδιου του Παγκοσμίου Κυπέλλου, να τον βάλουμε στον ρυθμό αγώνων, αυτό που του έλειπε. Για τα υπόλοιπα δεν του έλειπε τίποτα. Αν έκανε ένα σπριντ με οποιονδήποτε συμπαίκτη του, ή έκανε τεστ αντοχής, μάλλον θα κέρδιζε. Δεν έχει να κάνει με αυτό, ήταν στρατηγικό θέμα. Ένιωσα στα πρώτα παιχνίδια ότι τακτικά για την Πορτογαλία ήταν καλύτερα. Και για αυτόν θα μπορούσε να είναι και καλύτερο. Η σκέψη ήταν η εξής: "Θέλω να το αλλάξω λίγο, χρειάζομαι κάποιον με περισσότερα από αυτά τα χαρακτηριστικά". Όμως συνέχισε να είναι πολύ σημαντικός για την εθνική ομάδα».
Για την Ελλάδα και τους παίκτες που έχει προπονήσει:
«Είναι μεγάλη χαρά. Και θα πω ότι το 98% είναι φίλοι μου, με τους οποίους διατηρώ σχέσεις. Τις προάλλες σκεφτόμουν να φτιάξω μια ομάδα με τους καλύτερους που έχω προπονήσει. Το επόμενο πράγμα ήταν να διαλέξω τέσσερις για κάθε θέση και παρ΄ όλα αυτά, έπρεπε ακόμα να προσθέσω περισσότερους παίκτες! Είχα ποδοσφαιριστές τεράστιας ποιότητας. Στην Ελλάδα, στην Πορτογαλία, ξένους παίκτες. Ο Γκαμάρα για παράδειγμα, που τον είχα στην ΑΕΚ, ήταν σπουδαίος κεντρικός αμυντικός. Προπόνησα πολύ ποιοτικούς παίκτες.
Ο Κατσουράνης μου έδωσε δώρο μια φανέλα του Euro 2004. Έχω τεράστιο πάθος γι' αυτή τη χώρα. Οι πάντες το ξέρουν. Δεν κρύβω ποτέ τίποτα. Η Πορτογαλία είναι η χώρα μου, είναι αυτή για την οποία υποφέρω, αλλά η Ελλάδα είναι η δεύτερη χώρα μου. Δεν μπορώ καν να πω δεύτερη χώρα, δυσκολεύομαι να το προφέρω, καταλαβαίνετε τι λέω; Για μένα είναι και αυτή χώρα μου. Είναι διαφορετικό, αλλά νιώθω σαν στο σπίτι μου εκεί, όπως και στην Πορτογαλία».
Για τον τελικό του Euro 2004:
«Δεν ήταν εύκολο, αλλά είμαι Πορτογάλος και ήθελα να κερδίσει η Πορτογαλία. Σχολίαζα τον τελικό για ελληνικό ραδιόφωνο και υπέφερα πολύ με τη νίκη της Ελλάδας στην Πορτογαλία. Τώρα, η πληγή μειώθηκε λίγο γιατί ήταν νικήτρια ήταν η Ελλάδα κι επειδή από τους 23 παίκτες της ομάδας εκείνη την εποχή, οι 21 ήταν παίκτες μου στον Παναθηναϊκό και την ΑΕΚ. Ήθελα να κερδίσει η Πορτογαλία, αλλά αν δεν κέρδιζε κι έπρεπε να πάει σε κάποια άλλη ομάδα, ήθελα να το πάρει η Ελλάδα»
Για το αν η αναγνώριση του ήρθε πρώτα στην πρώτη ή στη δεύτερη πατρίδα του:
«Ημουν ήδη "μεγάλος" στην Πορτογαλία. Πρώτα ταυτίστηκα με την Μπενφίκα. Όλοι το ήξεραν αυτό και μετά πήγα να προπονήσω την Πόρτο. Και είχα πολύ ισχυρή σύνδεση μαζί της. Έχω δύο ξαδέρφια που είναι από την Μπενφίκα και σταμάτησαν να μου μιλάνε. Δεν δέχτηκαν ότι θα προπονούσα την Πόρτο. Στην Ελλάδα πέρασα από την ΑΕΚ, τον Παναθηναϊκό και δεν προέκυψε κάτι τέτοιο. Αλλά εδώ συνέβη. μετά την Πόρτο, πήγα στη Σπόρτινγκ και μετά πλέον, ως προπονητής, στην Μπενφίκα, μ' ένα πέρασμα από την Ελλάδα ενδιάμεσα
Για τα χρόνια του ως μηχανικός στο ξενοδοχείο Palácio στο Εστορίλ: «Σε κάποιο σημείο της ζωής μου σκέφτηκα ότι αυτό το ξενοδοχείο θα ήταν η αιώνια αγάπη μου. Όταν σταμάτησα να παίζω, απλά πίστευα ότι η ζωή μου θα ήταν πάντα στον ξενοδοχειακό κλάδο. Αυτό θα ήταν το πάθος της ζωής μου σε καθημερινούς όρους, αλλά σήμερα συνεχίζει να είναι, γιατί έρχομαι εδώ κάθε φορά που βρίσκομαι στην Πορτογαλία».
www.bnsports.gr
Η ΑΕΚ, ο Παναθηναϊκός, το EURO 2004, η Εθνική Ελλάδας και Πορτογαλίας, αλλά και ο τσακωμός με τον Κριστιάνο Ρονάλντο στο Παγκόσμιο Κύπελλο του Κατάρ, που τους κρατάει σε... απόσταση.
Αναλυτικά όσα ανέφερε:
Για τον Ρονάλντο και το περιστατικό στο Παγκόσμιο Κύπελλο του Κατάρ:«Δεν μιλάμε πια. Δεν ξέρω τι μέρα ήταν. Δεν έχουμε μιλήσει από τότε που ήρθα από το Κατάρ. Δεν έχει καμία σχέση με το παιχνίδι κόντρα στην Ελβετία. Είχα μια πολύ δυνατή σχέση με τον Κριστιάνο. Παιδιά. Εκτός από την επαγγελματική σχέση. Γνωριστήκαμε στο Σπόρτινγκ όταν ήταν 19 ετών και αυτή η σχέση ενισχύθηκε από τη στιγμή που γνωριστήκαμε στην εθνική. Πάντα τα πηγαίναμε πολύ καλά.
Η έκφραση είναι λίγο δυνατή, αλλά σχεδόν σαν πατέρας και γιος, ή μικρότερος και μεγαλύτερος αδελφός. Είχαμε μια πολύ στενή, πολύ δυνατή σχέση, τόσο επαγγελματική όσο και προσωπική. Και επομένως, το ένα δεν είχε καμία σχέση με το άλλο. Πήρα μια απόφαση στρατηγικής σημασίας στο Κατάρ. Πρέπει να το καταλάβουν λίγο. Απλώς είπα ότι είναι ο καλύτερος στον κόσμο. Και είναι. Υπήρξε όμως μια στιγμή στην καριέρα μου που ήταν πολύ δύσκολη.
Αν με ρωτήσετε αν ο Κριστιάνο σωματικά και ατομικά ήταν στην κορυφή, θα σας πω ότι ήταν. Κανείς δεν φροντίζει καλύτερα το σώμα του, και τις επιδόσεις του, όπως αυτός. Αν κάναμε δοκιμές, ατομικά, θα ήταν στην κορυφή. Δεν έχουμε καμία αμφιβολία για αυτό. Ξέρετε, υπήρχαν πολλοί άνθρωποι που πίστευαν ότι δεν έπρεπε να παίξει και με επέκριναν γι' αυτό, αλλά τον ξέρω καλύτερα από τον καθένα. Όπως και να έχει, όσον αφορά τον ρυθμό του παιχνιδιού, ήταν η χειρότερη στιγμή του. Δεν είχε ρυθμό.
Προσπαθήσαμε, κατά τη διάρκεια αυτών των αγώνων πριν από το Παγκόσμιο Κύπελλο, και στη συνέχεια στα πρώτα παιχνίδια του ίδιου του Παγκοσμίου Κυπέλλου, να τον βάλουμε στον ρυθμό αγώνων, αυτό που του έλειπε. Για τα υπόλοιπα δεν του έλειπε τίποτα. Αν έκανε ένα σπριντ με οποιονδήποτε συμπαίκτη του, ή έκανε τεστ αντοχής, μάλλον θα κέρδιζε. Δεν έχει να κάνει με αυτό, ήταν στρατηγικό θέμα. Ένιωσα στα πρώτα παιχνίδια ότι τακτικά για την Πορτογαλία ήταν καλύτερα. Και για αυτόν θα μπορούσε να είναι και καλύτερο. Η σκέψη ήταν η εξής: "Θέλω να το αλλάξω λίγο, χρειάζομαι κάποιον με περισσότερα από αυτά τα χαρακτηριστικά". Όμως συνέχισε να είναι πολύ σημαντικός για την εθνική ομάδα».
Για την Ελλάδα και τους παίκτες που έχει προπονήσει:
«Είναι μεγάλη χαρά. Και θα πω ότι το 98% είναι φίλοι μου, με τους οποίους διατηρώ σχέσεις. Τις προάλλες σκεφτόμουν να φτιάξω μια ομάδα με τους καλύτερους που έχω προπονήσει. Το επόμενο πράγμα ήταν να διαλέξω τέσσερις για κάθε θέση και παρ΄ όλα αυτά, έπρεπε ακόμα να προσθέσω περισσότερους παίκτες! Είχα ποδοσφαιριστές τεράστιας ποιότητας. Στην Ελλάδα, στην Πορτογαλία, ξένους παίκτες. Ο Γκαμάρα για παράδειγμα, που τον είχα στην ΑΕΚ, ήταν σπουδαίος κεντρικός αμυντικός. Προπόνησα πολύ ποιοτικούς παίκτες.
Ο Κατσουράνης μου έδωσε δώρο μια φανέλα του Euro 2004. Έχω τεράστιο πάθος γι' αυτή τη χώρα. Οι πάντες το ξέρουν. Δεν κρύβω ποτέ τίποτα. Η Πορτογαλία είναι η χώρα μου, είναι αυτή για την οποία υποφέρω, αλλά η Ελλάδα είναι η δεύτερη χώρα μου. Δεν μπορώ καν να πω δεύτερη χώρα, δυσκολεύομαι να το προφέρω, καταλαβαίνετε τι λέω; Για μένα είναι και αυτή χώρα μου. Είναι διαφορετικό, αλλά νιώθω σαν στο σπίτι μου εκεί, όπως και στην Πορτογαλία».
Για τον τελικό του Euro 2004:
«Δεν ήταν εύκολο, αλλά είμαι Πορτογάλος και ήθελα να κερδίσει η Πορτογαλία. Σχολίαζα τον τελικό για ελληνικό ραδιόφωνο και υπέφερα πολύ με τη νίκη της Ελλάδας στην Πορτογαλία. Τώρα, η πληγή μειώθηκε λίγο γιατί ήταν νικήτρια ήταν η Ελλάδα κι επειδή από τους 23 παίκτες της ομάδας εκείνη την εποχή, οι 21 ήταν παίκτες μου στον Παναθηναϊκό και την ΑΕΚ. Ήθελα να κερδίσει η Πορτογαλία, αλλά αν δεν κέρδιζε κι έπρεπε να πάει σε κάποια άλλη ομάδα, ήθελα να το πάρει η Ελλάδα»
Για το αν η αναγνώριση του ήρθε πρώτα στην πρώτη ή στη δεύτερη πατρίδα του:
«Ημουν ήδη "μεγάλος" στην Πορτογαλία. Πρώτα ταυτίστηκα με την Μπενφίκα. Όλοι το ήξεραν αυτό και μετά πήγα να προπονήσω την Πόρτο. Και είχα πολύ ισχυρή σύνδεση μαζί της. Έχω δύο ξαδέρφια που είναι από την Μπενφίκα και σταμάτησαν να μου μιλάνε. Δεν δέχτηκαν ότι θα προπονούσα την Πόρτο. Στην Ελλάδα πέρασα από την ΑΕΚ, τον Παναθηναϊκό και δεν προέκυψε κάτι τέτοιο. Αλλά εδώ συνέβη. μετά την Πόρτο, πήγα στη Σπόρτινγκ και μετά πλέον, ως προπονητής, στην Μπενφίκα, μ' ένα πέρασμα από την Ελλάδα ενδιάμεσα
Για τα χρόνια του ως μηχανικός στο ξενοδοχείο Palácio στο Εστορίλ: «Σε κάποιο σημείο της ζωής μου σκέφτηκα ότι αυτό το ξενοδοχείο θα ήταν η αιώνια αγάπη μου. Όταν σταμάτησα να παίζω, απλά πίστευα ότι η ζωή μου θα ήταν πάντα στον ξενοδοχειακό κλάδο. Αυτό θα ήταν το πάθος της ζωής μου σε καθημερινούς όρους, αλλά σήμερα συνεχίζει να είναι, γιατί έρχομαι εδώ κάθε φορά που βρίσκομαι στην Πορτογαλία».
www.bnsports.gr