Η Επιτροπή Εφέσεων έκρινε ότι η ΑΕΚ δεν έχει έννομο συμφέρον σε αγώνα που έπαιζε η ίδια. Αναλυτικά το σκεπτικό της απόφασης για το παιχνίδι στο Περιστέρι!
Δόθηκε στη δημοσιότητα το σκεπτικό με βάση το οποίο πάρθηκε η απόφαση για την έφεση της ΑΕΚ μετά την απόρριψη της ένστασης για τον αγώνα με τον Ατρόμητο.
Συγκεκριμένα, η απόφαση αναφέρει ότι η «Ένωση» δεν είχε έννομο συμφέρον να κάνει έφεση από την στιγμή που η υπόθεση είχε κριθεί οριστικά σε πρώτο βαθμό.
Αναλυτικά το σκεπτικό της απόφασης:
«Η ΑΕΚ αντίπαλος της γηπεδούχου ΑΤΡΟΜΗΤΟΣ, υπέβαλε από 5.2.2023 ένσταση, προβάλλοντας την αντικανονικότητα του γηπέδου, για τους αναφερόμενους σε αυτήν λόγους. Ο διαιτητής κατά παραδοχή της ενστάσεως, χαρακτήρισε το γήπεδο αντικανονικό και αποφάσισε τη μη τέλεση του αγώνος, ενώ το συνταχθέν από 5.2.2023 φύλλο αγώνος διαβιβάσθηκε στην SUPER LEAGUE προκειμένου αυτή, κατόπιν εφαρμογής της νόμιμης διαδικασίας να διερευνήσει τις συνθήκες τελέσεως της ως άνω πειθαρχικής παραβάσεως και σε περίπτωση ενοχής της εγκαλούμενης να επιβάλει τις προβλεπόμενες πειθαρχικές ποινές.
Η ως άνω κρίση, μη αμφισβητηθείσα μάλιστα από την Π.Α.Ε. ΑΤΡΟΜΗΤΟΣ με σχετική ένσταση ενώπιον της αρμόδιας Πειθαρχικής Επιτροπής, αποτελεί ζήτημα, το οποίο, όπως έγινε δεκτό και με την εκκαλούμενη απόφαση, είχε οριστικώς κριθεί. Επομένως και ενόψει όσων έγιναν δεκτά στη μείζονα σκέψη, η δεύτερη από 6.2.2023 ένσταση της ήδη εκκαλούσας Π.Α.Ε. Α.Ε.Κ. ενώπιον του Μονομελούς Πειθαρχικού Οργάνου αποβλέπουσα στην επαναφορά προς κρίση ζητήματος το οποίο είχε οριστικώς επιλυθεί και μάλιστα με την αναγνώριση υπέρ αυτής δικαιώματος, ασκήθηκε άνευ εννόμου συμφέροντος και ήταν για το λόγο τούτο απορριπτέα.
Άλλωστε και αν η εν λόγω ένσταση ήθελε θεωρηθεί ως πρόσθετη παρέμβαση υπέρ του κύρους της αποφάσεως του διαιτητού περί αντικανονικότητος του γηπέδου αυτή είναι απαράδεκτη, ενόψει του ότι, όπως αναφέρθηκε, ενώπιον του Πειθαρχικού Οργάνου δεν εισάγεται το ζήτημα τούτο ως μη αμφισβητηθέν από την βλαπτόμενη γηπεδούχο ομάδα. Για τον ίδιο λόγο δεν είναι δυνατόν το εν λόγω δικόγραφο να κριθεί ως πρόσθετος λόγος επί του αρχικού».