Βραζιλία και ποδόσφαιρο αποτελούν έννοιες ταυτόσημες, για την χώρα του καφέ μια επιτυχία σε συλλογικό ή ακόμα καλύτερα σε εθνικό επίπεδο μπορεί να φτιάξει ή να καταστρέψει την ζωή των Βραζιλιάνων για μήνες και χρόνια. Δεν είναι τυχαία τα παραδείγματα όπως το Μαρακανάζο του 1950 όταν η ήττα της «σελεσάο» μέσα στο Μαρακανά από την Ουρουγουάη προκάλεσε εθνική τραγωδία με αυτοκτονίες ανθρώπων που δεν μπορούσαν να πιστέψουν πως η Βραζιλία έχασε το Παγκόσμιο Κύπελλο.
Το ποδόσφαιρο είναι τόσο συνδεδεμένο με την καθημερινότητα των ανθρώπων αυτής της χώρας που δεν είναι υπερβολή να πει κάποιος πως μπορεί να καθορίσει ακόμα κι ένα εκλογικό αποτέλεσμα όπως είναι αυτός της Κυριακής. Σε αυτή την μονομαχία αναμετρώνται ο νυν πρόεδρος, Μπολσονάρο, ο οποίος είναι γνωστός για τις ακροδεξιές του θέσεις που οι πολιτικές του έχουν οδηγήσει σε αποψίλωση των δασών στον Αμαζόνιο, τεράστια αύξηση της φτώχειας καθώς και σχεδόν 700.000 νεκρούς από τον Covid-19. Αντίπαλός του είναι ο κεντροαριστερός Λούλα, άλλοτε πρόεδρος της χώρας ο οποίος υπόσχεται ότι τουλάχιστον θα προσπαθήσει να βγάλει από το τέλμα μια φτωχοποιημένη χώρα.
Οι εκλογές αυτές-όπως είναι λογικό-δεν θα μπορούσαν να αφήσουν αδιάφορους ακόμα και τα πιο μεγάλα αστέρια του ποδοσφαίρου παρότι ουσιαστικά το αποτέλεσμα αυτό δεν τους αγγίζει. Πριν λίγες ημέρες ο πιο διάσημος αυτή την στιγμή Βραζιλιάνος ποδοσφαιριστής, το αστέρι της Παρί, ο Νεϊμάρ, εξέφρασε την υποστήριξή του στον Μπολσονάρο τονίζοντας μάλιστα πως το πρώτο του γκολ στο Μουντιάλ του Κατάρ θα είναι αφιερωμένο στον νυν πρόεδρο της χώρας με τον Λούλα να απαντά πως πίσω από την υποστήριξη αυτή κρύβεται μια συμφωνία μεταξύ των δύο πλευρών ώστε ο Νεϊμάρ να μην διωχθεί για φορολογικούς λόγους.
Η στήριξη του Νεϊμάρ ήρθε να προστεθεί σε αυτές των Ριβάλντο και Ροναλντίνιο που στο παρελθόν είχαν στηρίξει τον ακροδεξιό ηγέτη της Βραζιλίας. Γιατί όμως τα μεγάλα αστέρια της χώρας είναι με τον Μπολσονάρο; Και όμως δεν προκαλεί καμία εντύπωση. Ένας βασικός λόγος είναι η ζωή των ποδοσφαιριστών που δεν έχει καμία απόλυτως σχέση με αυτή του φτωχού βραζιλιάνου πολίτη. Παίκτες κορυφαίου επιπέδου ταξιδεύουν με ακριβά αυτοκίνητα και με ιδιωτικά αεροπλάνα, από το σπίτι στην προπόνηση από το ξενοδοχείο στο γήπεδο και κυρίως μακριά από την χώρα τους. Λίγοι είναι αυτοί που θα δουν πώς οι πολιτικές του Μπολσονάρο στα χρόνια της διακυβέρνησής του έχουν προκαλέσει τόσο μεγάλο κακό σε μία από τις μεγαλύτερες οικονομίες της υφηλίου.
Ένας άλλος λόγος είναι η θρησκεία. Στην Βραζιλία τα τελευταία χρόνια παρατηρείται μια ευαγγελική στροφή και ο Νεϊμάρ από την πλευρά του είναι ευαγγελικός προτεστάντης, όπως και σχεδόν το 1/3 του πληθυσμού. Οι Ευαγγελιστές διέδωσαν αυτό που ονομάζεται δόγμα ευημερίας, υπόσχοντας προσωπική σωτηρία και οικονομική επιτυχία σε ανθρώπους που εμπιστεύονται τον Θεό, εργάζονται σκληρά και κόβουν όλο το αλκοόλ, τα τυχερά παιχνίδια και άλλες κακίες. Και για τους φτωχούς στις φαβέλες, το δόγμα αυτό αποτελεί κάτι σαν σωτηρία.
Πολλοί ποδοσφαιριστές είναι ευαγγελιστές, αρκεί να δει κάποιος πόσοι δείχνουν προς τον ουρανό αφού σκοράρουν ή ευχαριστούν τον Θεό στις συνεντεύξεις τους μετά τον αγώνα – και η πλειοψηφία τους έχει τέτοιο μπακράουντ που το να φτάσουν στην κορυφή ενός τέτοιου αθλήματος θεωρείται ως δώρο από τον Θεό. Σε αυτές τις κοινότητες ο Μπολσονάρο έχει τεράστια υποστήριξη όπου οι ευαγγελικοί ηγέτες όχι απλά τον στηρίζουν αλλά μπαίνουν σε μια διαδικασία να παρουσιάζουν τον Λούλα ως το απόλυτο κακό με κακόβουλες αλλά κυρίως ψεύτικες ιστορίες. Την ίδια πολιτική έχει ακολουθήσει και ο ίδιος ο Μπολσονάρο στην προεκλογική του εκστρατεία έχοντας προβεί σε μια μεγάλη προσπάθεια παραπληροφόρησης, όπως και οι υποστηρικτές του σαν τον Νεϊμάρ ο οποίος πριν λίγες ημέρες είχε δημοσιεύσει βίντεο με έναν ακροδεξιό πάστορα που αντί για τον λόγο της αγάπης κήρυττε αυτόν του, με τον με λεζάντα: «Ο Θεός να ευλογεί τη Βραζιλία». Η δημοσίευση αυτή κατέβηκε μετά από λίγο αφού η πλατφόρμα του Instagram την χαρακτήρισε ψεύτικη.
Το δόγμα της ευημερία βρίσκει απόλυτη ταύτιση στους αστέρες της εθνικής Βραζιλίας. Μόνο οι εβδομαδιαίες αποδοχές του ξεπερνάνε τα όσα θα κερδίσει ένας απλός πολίτης της χώρας σε όλη του την ζωή. Για έναν πολιτικό, όπως ο Μπολσονάρο, ο οποίος οικειοποιήθηκε την κίτρινη φανέλα της «σελεσάο» και δαιμονοποίησε τους φτωχούς, χαρακτηρίζοντας τους ως αναλφάβητους κι εγκληματίες τα πλούτη των διεθνών αποτελεί γι αυτόν κάτι σαν δικαίωση.
Μάλιστα, στον πρώτο γύρο οι μεγαλουπόλεις όπως το Σάο Πάολο και Ρίο Ντε Τζανέιρο, όπου γεννήθηκε η πλειοψηφία των παικτών της νυν εθνικής Βραζιλίας φανερώνει την ταύτιση που υπάρχει. Αντίθετα, ο Λούλα κέρδισε τον πρώτο γύρο των εκλογών αποκλειστικά στους ψήφους των χαμηλότερων κοινωνικών στρωμάτων και ειδικά αυτών στα βορειοανατολικά της χώρας, που εξακολουθεί να είναι μια από τις φτωχότερες περιοχές της Βραζιλίας. Η έλλειψη ενσυναίσθησης είναι εντυπωσιακή ειδικά για τους ποδοσφαιριστές που ζουν κυριολεκτικά στον δικό τους κόσμο.
Όπως ανέφερε κι ένας εκ των κορυφαίων αθλητικογράφων της χώρας σε άρθρο του: «Οι παίκτες που υποστηρίζουν τον Μπολσονάρο ενδιαφέρονται μόνο για τον εαυτό τους, και αν σκέφτονται κάποιον άλλο είναι η οικογένεια και οι φίλοι τους και τίποτα άλλο».
Βέβαια, υπάρχουν και αυτοί οι ποδοσφαιριστές, κυρίως παλαίμαχοι που έχουν δείξει την αντίθεση τους στον ακροδεξιό πρόεδρο όπως ο Ζουνίνιο Περναμπουκάνο.
Για μια χώρα που έχει ζήσει δικτατορίες και φασισμό κι αναδείξει ποδοσφαιριστές όπως ο σπουδαίος Σόκρατες, ο οποίος συνέβαλλε τα μέγιστα με την Democratia Corinthiana στον εκδημοκρατισμό της χώρας, το γεγονός πως η τωρινή γενιά δεν δείχνει τα ίδια αντανακλαστικά φανερώνει το τεράστιο κοινωνικό πρόβλημα της χώρας, και κυρίως την έλλειψη παιδείας στη νέα γενιά της Βραζιλίας και ειδικά στους αστέρες της ασπρόμαυρης μπάλας.
Θοδωρής Βασίλης
www.bnsports.gr