Από το αήττητο του Αρσέν Βενγκέρ και την «δεδομένη» τέταρτη θέση, στην μέση της βαθμολογίας και την απουσία από την Ευρώπη...
Πέρασαν 25 ολόκληρα χρόνια από την τελευταία φορά που η Άρσεναλ έμεινε εκτός από οποιαδήποτε Ευρωπαϊκή διοργάνωση. Από τότε που περιορίστηκε μόνο στο εγχώριο πρωτάθλημα και απώλεσε την ευρωπαϊκή ταυτότητα που όλοι είχαν συνηθίσει. Φέτος επέστρεψε στο παρελθόν, κάνοντας ένα «ταξίδι στον χρόνο» που θα ήθελε να έχει... ξεχάσει.
Το μακρινό 1995 και ο Σκωτσέζος που την επανέφερε σε τροχιά Ευρώπης
Ήταν 14 Μαίου του 1995 όταν η Άρσεναλ έχανε από την Τσέλσι με 2-1, παρέμενε στην 12η θέση της βαθμολογίας και «υπέγραφε» μία από τις χειρότερές της σεζόν στην δεκαετία του ’90. Μία σεζόν που ολοκληρώθηκε με συγκομιδή 51 μόλις βαθμών και 17 ηττών, την οποία ούτε ο Τζορτζ Γκράχαμ, ο οποίος είχε οδηγήσει την Άρσεναλ νωρίτερα σε δύο πρωταθλήματα και ένα Κύπελλο Πρωταθλητριών, ούτε ο Στιούαρτ Χιούστον που ανέλαβε τον Φλεβάρη είχαν την ικανότητα να διαχειριστούν.
Κάπως έτσι ήρθε την επόμενη χρονιά στο Λονδίνο ο Μπρους Ρίοχ, ένας Σκωτσέζος, ο οποίος όντας ποδοσφαιριστής της Ντέρμπι την δεκαετία του 70’, είχε κατακτήσει το πρωτάθλημα, και επανάφερε την Άρσεναλ σε «τροχιά Ευρώπης», επικρατώντας στην τελευταία αγωνιστική επί της Μπόλτον με 2-1 στο Highbury.
Παρόλα αυτά, παρέμεινε στο τιμόνι της ομάδας μόνο για μία σεζόν, με τον Αρσέν Βενγκέρ να αποτελεί τον αντικαταστάτη του. Η άφιξη του Αλσατού στο Βόρειο Λονδίνο, σηματοδότησε την αλλαγή τόσο της ιστορίας της Άρσεναλ, όσο και της γενικότερης βελτίωσης του αγγλικού ποδοσφαίρου.
Η άφιξη του Αρσέν Βενγκέρ στην Άρσεναλ και οι «αμφιβολίες»
Ήρθε στην Άρσεναλ από την Ιαπωνία, όπου βίωσε μία πρωτόγνωρη εμπειρία στην Nagoya Grampus Eight. Πάτησε στο Λονδίνο και όλοι απόρησαν. Ένας «άγνωστος» άλλωστε Γάλλος, ήρθε σε έναν σύλλογο όπως η Άρσεναλ, με στόχο να την ξανακάνει μεγάλη. Να την καθιερώσει στις υψηλές θέσεις, να την μετατρέψει σε υπολογίσιμη δύναμη και να αποχωρήσει από τον πάγκο της, όταν βρεθεί μία καλύτερη περίπτωση από αυτή των «κανονιέρηδων».
Οι καινοτόμες ιδέες που διέθετε έκαναν εντύπωση σε όλους. Το επιθετικό ποδόσφαιρο που θέλησε να υιοθετήσει εντυπωσίασε τους φίλους της ομάδας και προξένησε το ενδιαφέρον των υπολοίπων.
«Θα ήθελα να μας στηρίξουν οι οπαδοί μας, όταν έρθει μία δύσκολη περίοδος κατά την διάρκεια της σεζόν. Θα συμβεί, είναι μέσα στο πρόγραμμα. Εγώ και οι ποδοσφαιριστές μου θα τους δώσουμε το παιχνίδι που αγαπούν», ήταν μία από τις πρώτες του δηλώσεις.
Ζήτησε ενότητα και υπομονή. Ξεκάθαρος και ρεαλιστής. Ένας Αλσατός που ήρθε στην Αγγλία και άλλαξε... την νοοτροπία των «ντόπιων».
«Δεν έχει καμιά εμπειρία απ'το αγγλικό ποδόσφαιρο. Έχει έρθει απ' την Ιαπωνία και τώρα λέει σε όλους στην Αγγλία πως να οργανώσουν το ποδόσφαιρό τους», είχε πει ο Σερ Άλεξ Φέργκιουσον. Το εντυπωσιακό όμως είναι πως κατάφερε να κάνει κάθε Άγγλο να τον ακούσει...
Τα δύο νταμπλ σε μία τετραετία και το επίτευγμα των Invincibles
Η πρώτη του σεζόν ήταν αναμφίβολα «κυκλοθυμική». Η Άρσεναλ επέστρεψε ναι μεν στην τριάδα, πραγματοποιώντας ένα εξαιρετικό ξεκίνημα, με μία ήττα σε 12 παιχνίδια, αλλά αποκλείστηκε από νωρίς τόσο από την Ευρώπη, όσο και από τα εγχώρια κύπελλα, ενώ παρέμεινε δίχως επικράτηση σε ολόκληρη την περίοδο των Χριστουγέννων, χάνοντας έδαφος στην μάχη της κορυφής.
Επρόκειτο άλλωστε για μία φυσιολογική εξέλιξη των πραγμάτων, μιας και οι νεοαφειχθέντες στο Λονδίνο, Πατρίκ Βιείρα και Νικολάς Ανελκά χρειάστηκαν το δικό τους χρόνο προσαρμογής, σε αντίθεση με τον Ίαν Ράιτ που για ακόμη μία χρονιά, αναδέιχθηκε πρώτος σκόρερ, με 30 γκολ σε 41 εμφανίσεις.
Κάπου εκεί το πράγμα άλλαξε και ακολούθησε μία επταετία, γεμάτη τίτλους, διακρίσεις και ισχυρές μεταγραφικές κινήσεις, οι οποίες καθιέρωσαν την Άρσεναλ σαν την μεγαλύτερη δύναμη της Αγγλίας, από τα τέλη του 2000, μέχρι και το 2004.
Αναλυτικότερα, σε αυτό το διάστημα η Άρσεναλ πραγματοποίησε το νταμπλ την σεζόν 1997-1998, έκανε δικό της τον Τιερί Ανρί, απέκτησε ποδοσφαιριστές όπως ο Κάμπελ και ο Πιρές, διατήρησε τον Ντένις Μπέργκαμπ και επανέλαβε το συγκεκριμένο επίτευγμα και το 2001-2002, όπου πανηγύρισε την κατάκτηση τόσο του πρωταθλήματος, όσο και του Κυπέλλου, ούσα μία ομάδα που ξέρει τι θέλει και διαθέτει τον τρόπο να το πάρει μέσα στο γήπεδο.
Η επόμενη χρονιά αποτελεί και μία από τις ιστορικότερες στο αγγλικό ποδόσφαιρο. Μία σεζόν που δεν έχει επαναληφθεί και δύσκολα θα αναβιώσει από οποιαδήποτε αγγλική ομάδα. Η χρονιά των Invincibles. Το αήττητο πρωτάθλημα της Άρσεναλ. Ένα ρεκόρ που κράτησε 49 παιχνίδια και με απόλυτους πρωταγωνιστές τους Λέμαν, Βιεϊρα, Ζιλμπέρτο Σίλβα, Πιρές, Λιούγκμπεργκ, Μπέργκαμπ και Ανρί πέρασε στην ιστορία.
Αν αναλογιστεί μάλιστα κανείς πως αυτή η σεζόν ολοκληρώθηκε με το 2-2 μέσα στο White Hart Lane με την Τότεναμ και το πρωτάθλημα πανηγυρίστηκε στο «σπίτι» της «αιώνιας αντιπάλου», θα αντιληφθεί κανείς πως αυτό το σύνολο του Αρσέν Βενγκέρ αποτέλεσε μία από τις μεγαλύτερες ομάδες που έχουν περάσει ποτέ από την Premier League.
Το Champions League και το νεοσύστατο Emirates
Πλέον ο Αρσέν Βενγκέρ είχε να πραγματοποίησει μόλις ένα πράγμα. Το όνειρο κάθε προπονητή, το όνειρο κάθε μεγάλου ποδοσφαιριστή. Ένα τρόπαιο που όλοι θα ήθελαν να έχουν στην συλλογή τους. Μιλάμε βεβαίως για το Champions League.
Τον Μάϊο του 2006 η Άρσεναλ έδωσε ραντεβού με την ιστορία, καθώς απέκλεισε τις Γιουβέντους, Ρεάλ Μαδρίτης και Βιγιαρεάλ, δίχως να δεχθεί γκολ, και συνάντησε την Μπαρτσελόνα στο Παρίσι, στην χώρα του Αρσέν Βενγκέρ.
Πρόκειται άλλωστε για ένα ματς που δεν θα ξεχάσει σύμφωνα με τα λεγόμενά του. Η Άρσεναλ έμεινε με 10 ποδοσφαιριστές από νωρίς, προηγήθηκε με το γκολ του Κάμπελ αλλά δεν τα κατάφερε. Ο Τιερί Ανρί αστόχησε σε ευκαιρίες που δεδομένα μετέτρεπε σε γκολ σε άλλες καταστάσεις, ο Σάμουελ Ετό ισοφάρισε και ο Μπελέτι πέτυχε το 6ο γκολ στη καριέρα του, στερώντας από την Άρσεναλ το πολυπόθητο τρόπαιο.
Σύμφωνα με πολλούς, εκείνο το βράδυ στην Γαλλία, καθόρισε το μέλλον της Άρσεναλ. Η ήττα «πόνεσε» άπαντες, ο Τιερί Ανρί έναν χρόνο μετά αποφάσισε να μεταβεί στην Βαρκελώνη για να κατακτήσει αυτό... που η κόκκινη του Γιενς Λέμαν του στέρησε, και η εντυπωσιακή 10ετία της Άρσεναλ δειλά δειλά έλαβε τέλος.
Παρόλα αυτά, ο Αρσέν Βενγκέρ δεν τα παράτησε αλλά συνέχισε να προσπαθεί για την αγαπημένη του ομάδα. Η κατασκευή άλλωστε ενός υπερσύγχρονου γηπέδου, όπως το Emirates, με χωρητικότητα σχεδόν 61.000 θεατών, αποτέλεσε παρακαταθήκη για τον σύλλογο.
Η φτωχή δεκαετία της γκρίνιας και το «φινάλε»
Κάποια στιγμή θα ερχόταν και η αμφισβήτηση. Ακόμα και για τον Αρσέν Βενγκέρ. Ακόμα και για τον άνθρωπο που πέραν των νταμπλ, της ομάδας των Invincibles, του «χαμένου τελικού», του δημιουργού του Emirates και τον εμπνευστή ενός διαφορετικού στυλ παιχνιδιού, όπως το tiki taka.
Ο κόσμος της Άρσεναλ δεν ξέχασε γρήγορα, αλλά δεν μπορούσε να δεχθεί πως η ομάδα του πλέον δεν είναι η ίδια με αυτή της προηγούμενης δεκαετίας. Δεν συμβιβαζόταν με την «δεδομένη» τέταρτη θέση και την έξοδο στο Champions League, και γκρίνιαζε για τον καλό, πλην όμως αναποτελεσματικό τρόπο παιχνιδιού, την απουσία της νοοτροπίας του νικητή στα παιχνίδια με τους «μεγάλους» και για τις περιορισμένες μεταγραφικές κινήσεις, καθώς πλάνο όλων στο σύλλογο αποτέλεσε η αποπληρωμή του Emirates και η οικονομική κατάσταση της Άρσεναλ, ώστε να υπάρξει επόμενη ημέρα.
Κάπως έτσι οι αρμοδιότητες του Αλσατού «μπλέχτηκαν». Έπαψε πλέον να είναι μόνο προπονητής των «κανονιέρηδων» και ασχολήθηκε πολύ με τα οικονομικά του συλλόγου. Τα αποτελέσματα πέρασαν σε δεύτερη μοίρα, και οι τίτλοι έπαψαν να βάφονται «κόκκινοι».
Το πλήρωμα του χρόνου είχε φτάσει. Οι φίλαθλοι της ομάδας είχαν χωριστεί στα δύο ως προς την παραμονή του ή όχι στον σύλλογο και αυτός πήρε την απόφαση να αποχωρήσει.
Στις 6 Μαϊου του 2018 έδωσε το τελευταίο του παιχνίδι στο Emirates. Στο δικό του δημιούργημα. Έτσι αποχαιρέτησε και τον κόσμο της ομάδας. Το μήνυμα του ήταν ξεκάθαρο και έμοιαζε με το πρώτο του πριν από 22 χρόνια. «Να στηρίζετε τον σύλλογο και να προστατεύετε τις αρχές και τις αξίες της ομάδας. Θα είμαι πάντα δίπλα σας».
Πήρε άλλωστε τον χρόνο που ήθελε... Έλαβε την στήριξη που ζήτησε. Και αποχώρησε ως ο κορυφαίος προπονητής που πέρασε ποτέ από την Άρσεναλ.
Η άφιξη του Έμερι και ο χαμένος τελικός
Το αντίκτυπο της αποχώρησης του Αρσέν Βενγκέρ ήταν σε κάθε περίπτωση «ισχυρό», με τον διάδοχό του να κληθεί να διαχειριστεί πιθανώς το δυσκολότερο έργο όλων, μιας και μοιραία θα τιθόταν σε σύγκριση με τον Αλσατό τεχνικό.
Εκλεκτός της διοίκησης της Άρσεναλ ήταν ο Ουνάϊ Έμερι, με τον Ισπανό να θέτει σαν στόχο την επιστροφή της ομάδας στο Champions League, την βελτίωση της ψυχολογίας τόσο του συνόλου, όσο και των οπαδών και την διεκδίκηση του Europa League, ώστε αν η τετράδα δεν επιτευχθεί, να κατορθώσει η Άρσεναλ να... «μπει» από το παράθυρο στην κορυφαία διασυλλογική διοργάνωση.
Παρόλα αυτά, οι στόχοι δεν στέφθηκαν από επιτυχία, δίχως όμως να απέχουν και σημαντικά. Αναλυτικότερα, η Άρσεναλ τερμάτισε 5η, δίχως να θέλξει με την απόδοσή της, αγωνιζόμενη κυνικά, και έφτασε στον τελικό του Europa League στον οποίο ηττήθηκε από την Τσέλσι με 4-1, με απόλυτο πρωταγωνιστή τον πρώην επιθετικό της, Ολιβιέρ Ζιρού.
Συνολικά, ο Ουνάϊ Έμερι κάθισε για 78 ματς στον πάγκο της Άρσεναλ σε όλες τις διοργανώσεις και συγκέντρωσε 144 βαθμούς, έχοντας 43 νίκες, με τις μισές να έρχονται δίχως να δεχθεί τέρμα, 15 ισοπαλίες, με μία μόλις να χαρακτηρίζεται «λευκή» και 151 γκολ υπέρ του.
Θετικό ήταν και το ξεκίνημά του με τον Ισπανό να έχει συγκεντρώσει στα 10 πρώτα του παιχνίδια, 22 βαθμούς αλλά να ολοκληρώνει την θητεία του με μόλις 25 στα 17 πιο πρόσφατα παιχνίδια που έδωσε με τους Κανονιέρηδες, προτού απολυθεί.
Η επιστροφή του Μικέλ Αρτέτα στο Λονδίνο στην πρώτη του προπονητική δουλειά
Και κάπως έτσι φτάνουμε στο σήμερα. Ο Έμερι αποχώρησε, ο Φρέντι Λιούγκμπεργκ κλήθηκε να βοηθήσει την κατάσταση, αλλά δεν ήταν ο κατάλληλος και ο Μικέλ Αρτέτα αποτέλεσε προσωπική επιλογή της διοίκησης της ομάδας για να επαναφέρει την Άρσεναλ στον δρόμο των επιτυχιών.
Τα πρώτα του δείγματα ήταν θετικά. Κατέκτησε το FA Cup και το Community Shield, επανέφερε την καλή ψυχολογία στις τάξεις της ομάδας αλλά φτάνοντας στο σήμερα, όλα δείχνουν πως έχει αποτύχει πλήρως.
Τα προβλήματα της Άρσεναλ άλλωστε φαντάζουν αμέτρητα. Οι μέτριες σχέσεις που φημολογείται πως διαθέτει με την πλειονότητα των ποδοσφαιριστών, το παρατεταμένο ντεφορμάρισμα του Ομπαμεγιάνγκ, η διαχείριση του ρόστερ με τις διαρκείς αλλαγές και την αδυναμία καθιέρωσης ενός συστήματος, σε συνδιασμό με το τραγικό δίμηνο που βίωσε από τα τέλη Οκτώβρη, μέχρι και την Boxing Day, προξένησαν μία μεγάλη αμφισβήτηση στον κόσμο της ομάδας.
Η Άρσεναλ έμεινε αρκετά πίσω, και ο μόνος τρόπος για να αποφύγει μία «ιστορική απουσία» από τις Ευρωπαϊκές διοργανώσεις ήταν να κατακτήσει το Europa League. Ο αποκλεισμός από την Βιγιαρεάλ ωστόσο αποτέλεσε ένα από τα χειρότερα αποτελέσματα στην ιστορία του συλλόγου.
Και αυτό διότι οι «κανονιέρηδες» ολοκλήρωσαν την σεζόν στην 8η θέση και στο -5 από την 5η θέση, γύρισαν στην εποχή του 1995, όπου ήταν η τελευταία φορά που δεν πήραν κάποιο ευρωπαϊκό εισιτήριο, απουσιάζουν από τελικό για πρώτη φορά έπειτα από έξι χρόνια και δεν βρίσκουν δίχτυα στο Emirates για 10η φορά στην σεζόν, πράγμα που δεν έχουν ξανακάνει ποτέ.
Συνοψίζοντας...
Το πείραμα του Αρτέτα φαίνεται πως έχει αποτύχει. Η Άρσεναλ γύρισε τον χρόνο πίσω και έκανε ένα ταξίδι, που όλοι όσοι θυμούνται, θα ήθελαν να ξεχάσουν. Η συνέχεια είναι άγνωστη. Ο «κόσμος» της Άρσεναλ έχει ραγίσει. Η πραγματικότητα της ομάδας περικλείεται πλέον μόνο στα αγγλικά σύνορα.
Η Ευρώπη ήταν μακριά, και θα συνεχίσει να είναι πιθανώς μέχρι ο Σταν Κρόνκε να καταλήξει στην πώληση της Άρσεναλ στον «Mr Spotify». Σε διαφορετική περίπτωση, το ψυχολογικό προφίλ της ομάδας δείχνει… μόνο Αγγλία μέχρι νεοτέρας.
Δημήτρης Μανάκος