Ένας από τους σπουδαιότερους μπασκετμπολίστες της χώρας. Κατέγραψε μεγάλες επιτυχίες με τον Παναθηναϊκό και την Εθνική Ελλάδος, με συνολικά 14 τίτλους και 151 συμμετοχές με τα «γαλανόλευκα». Ο Τάκης Κορωναίος σε μία δυναμική συνέντευξη, που μας παραχώρησε στο κατάστημα του, μας είπε τη γνώμη του για το ΝΒΑ, την καριέρα του και τον Παναθηναϊκό του σήμερα, ενώ ξεχωριστή αναφορά έγινε στο θέμα της υγείας του και σε ονόματα που σημάδεψαν το άθλημα γενικότερα.
Συνέντευξη στον Λοΐζο Λαϊνίδη, σπουδαστή στο Κέντρο Αθλητικού Ρεπορτάζ
Ξεκινώντας την κουβέντα μας, δεν θα μπορούσαμε να μην αναφερθούμε στην περιπέτεια υγείας που πέρασε, πριν από περίπου 2 χρόνια. Το διάστημα της αποθεραπείας ήταν δύσκολο και επίπονο, ενώ συνεχίζεται καθημερινά η προσπάθεια της αποκατάστασης.«Είμαι σε μία κατάσταση συνεχούς εξέλιξης και καλυτερεύω συνεχώς. Σε ένα μικρό χρονικό διάστημα θα μπορέσω να φτάσω στο επίπεδο ενός φυσιολογικού ανθρώπου, παρόλο που ακόμα ελαφρώς κουτσαίνω» λέει ο ίδιος.
Το ισχαιμικό επεισόδιο που πέρασε ήταν μία πολύ δύσκολη στιγμή για τον ίδιο και έγινε την ώρα που βρίσκονταν στον αγαπημένο του χώρο. Σε ένα γήπεδο μπάσκετ. Εκεί προπονούσε ένα παιδί και προσπαθούσε να του δείξει τα βασικά, όπως λέει ο ίδιος, του αθλήματος. «Ένα σημαντικό κομμάτι της αποθεραπείας, για τους βετεράνους αθλητές, είναι το να μπορούν να μείνουν δίπλα στο άθλημά τους. Βοηθάει στο ψυχολογικό κομμάτι και νιώθεις πως είσαι κοντά σε αυτό που αγάπησες».
Ο Τάκης έχει επιλέξει να προπονεί νέους αθλητές σε ιδιαίτερα μαθήματα. Ο στόχος είναι να τους δώσει τις βασικές αρχές του μπάσκετ και να κάνουν τα πρώτα τους βήματα, βελτιώνοντας παράλληλα το παιχνίδι τους. Πάνω σε αυτό, μας ανέφερε το ηλικιακό «γκρουπ» των μαθητών του. «Στις πιο μικρές ηλικίες η ουσιαστική δουλειά είναι να μάθουν τα βασικά του μπάσκετ, ενώ στα 15 γίνεται μία προσπάθεια βελτίωσης των στοιχείων που ήδη διαθέτουν».
Η κουβέντα οδηγήθηκε στις συγκρίσεις αθλητών, ενώ αναφερθήκαμε στη δήλωσή του σχετικά με το μπασκετικό στυλ του Βασίλη Σπανούλη. Ο ίδιος αρνείται να συγκρίνει μπασκετμπολίστες διαφορετικών εποχών, με δεδομένο πως δεν υπάρχει κάποιο κοινό μέτρο σύγκρισης. «Έχω πει πως το στυλ μου έμοιαζε με αυτό του Σπανούλη. Κυρίως επειδή το παιχνίδι του βασίζονταν στη γρήγορη κίνηση και στο ένστικτο του σκόρερ που είχε. Η ταχύτητα δυσκολεύει πάντα τον αμυντικό και εκεί θεωρώ πως μοιάζαμε με το Βασίλη. Ωστόσο είμαι κατά των συγκρίσεων, ακόμα και μεταξύ παικτών της ίδιας εποχής».
Το ΝΒΑ, οι «κρυφές» επιστροφές και η τελική απόφαση
Ο Τάκης Κορωναίος ήταν από τους πρώτους Έλληνες μπασκετμπολίστες που πήγε με υποτροφία σε Αμερικανικό κολλέγιο. Το 1970 ταξίδεψε στο Μισισίπι, για να αγωνιστεί και να σπουδάσει οικονομικά. «Έπρεπε να δείξω στην υδρόγειο που είναι η Ελλάδα. Η χώρα μας ήταν άγνωστη μπασκετικά αλλά και γεωργαφικά. Σήμερα είμαστε μία γνωστή δύναμη». Βάζοντάς μας στο κλίμα της εποχής συμπλήρωσε πως το να παίξεις σε ένα καλό πανεπιστήμιο, τότε, ήταν σαν να παίζεις στο ΝΒΑ.
Στο διάστημα που βρέθηκε εκεί, ωστόσο, γύρισε αρκετές φορές και έπαιξε για τον Παναθηναϊκό και την Εθνική Ελλάδος. Ο ίδιος ανέφερε πως οι επιστροφές αυτές ήταν μυστικές. «Την εποχή εκείνη, για την Αμερική, ήμασταν επαγγελματίες. Δεν μας άφηναν να φεύγουμε και αν έπιαναν κάποιον του αφαιρούσαν την ταυτότητα». Με αυτόν τον τρόπο διατήρησε και καλή επικοινωνία με την οικογένειά του, που ζούσε στην Ελλάδα.
«ΤΟ ΔΥΣΚΟΛΟ ΔΕΝ ΗΤΑΝ ΝΑ ΓΥΡΙΣΩ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ. ΤΟ ΔΥΣΚΟΛΟ ΗΤΑΝ ΝΑ ΑΦΗΣΩ ΤΗΝ ΕΠΑΓΓΕΛΜΑΤΙΚΗ ΚΑΡΙΕΡΑ ΠΟΥ ΘΑ ΕΙΧΑ ΕΚΕΙ, ΠΕΡΑ ΑΠΟ ΤΟ ΑΘΛΗΤΙΚΟ ΚΟΜΜΑΤΙ. ΘΑ ΜΠΟΡΟΥΣΑ ΝΑ ΜΕΙΝΩ ΣΑΝ ΟΙΚΟΝΟΜΟΛΟΓΟΣ, ΑΛΛΑ ΤΟΤΕ ΣΚΕΦΤΟΜΟΥΝ ΜΟΝΟ ΤΟ ΜΠΑΣΚΕΤ, ΗΤΑΝ ΚΟΜΜΑΤΙ ΤΗΣ ΖΩΗΣ ΜΟΥ».
Η επιστροφή του στη χώρα μας, το 1974, έκλεισε επίσημα κάθε σκέψη για να παίξει ΝΒΑ. «Η επιστροφή μου ήταν «δώρο Θεού» για εμένα γιατί γύρισα στην πατρίδα μου. Για να είμαι ειλικρινής δεν πιστεύω πως θα μπορούσα να παίξω στο ΝΒΑ.. Δοκιμάστηκα στους Memphis Pros (ομάδα του ΑΒΑ), ωστόσο ο προπονητής μου είπε πως είχε στην ομάδα παίκτες με το ύψος και τις δυνατότητές μου. Έτσι, κατόπιν συμβουλής του, γύρισα στην Ευρώπη και αποφάσισα να μην ξαναπροσπαθήσω να επιστρέψω εκεί».
Ο κ.Κορωναίος μπορεί να μην επέστρεψε στις ΗΠΑ αλλά κράτησε σημαντικά μαθήματα που πήρε εκεί. Αγωνίστηκε στον Παναθηναϊκό και κατέκτησε 11 πρωταθλήματα και 3 Κύπελλα. Τη σεζόν 85-86 έπαιξε στον ΠΑΟΚ, ενώ επέστρεψε στην Αθήνα για τον Πανιώνιο. Τη χρονιά 89-90 έκλεισε την καριέρα του στον Παναθηναϊκό.
Προπονητική καριέρα, Γκάλης και Ευρωμπάσκετ 1987
Ο Τάκης Κορωναίος ήθελε να μείνει κοντά στο μπάσκετ. Έτσι μετά την απόσυρσή του, από μπασκετμπολίστας, ακολούθησε προπονητική καριέρα. Το ξεκίνημα ήταν περίεργο, αφού ο ίδιος δεν είχε αποφασίσει ακόμα την επόμενη κίνησή του. «Η καριέρα μου, ως προπονητής, ξεκίνησε με παράξενο τρόπο. Ο φίλος μου και τότε πρόεδρος ομάδας Γ ΕΣΚΑΝΑ μου ζήτησε να ασχοληθώ και έτσι μπήκα σε μία διαδικασία που τελικά ανακάλυψα πως μου αρέσει πολύ».
Προσωπικά, ήθελα να εστιάσουμε στα δύο τελευταία χρόνια όπου ο Τάκης προπόνησε τις γυναικείες ομάδες του Πανιωνίου και του Παναθηναϊκού. «Ο Πανιώνιος μου έκανε μία πολύ καλή πρόταση. Είχαν πάρει τότε το πρωτάθλημα και η ομάδα θα έπαιζε στην Ευρώπη, με ένα πολύ μεγάλο μπάτζετ. Ακόμα και ο δικός μου μισθός έφτανε σε επίπεδα προπονητή μεγάλης ομάδας αντρικού τμήματος. Ήταν πρόταση που δεν μπορούσα να αρνηθώ». Η χρονιά χαρακτηρίζεται, από τον ίδιο, ως επιτυχημένη στο Ευρωπαϊκό κομμάτι αλλά του άφησε μία πικρία η μη κατάκτηση του πρωταθλήματος. «Η πορεία μας στην Ευρώπη ήταν πολύ καλή. Αποκλείσαμε δυνατές ομάδες όπως η Φενέρμπαχτσε και τελικά χάσαμε από την ΤΣΣΚΑ Μόσχας. Θυμάμαι μια Αμερικανίδα που μας διέλυσε. Στο πρώτο μάτς έβαλε 30 και στο δεύτερο 40 πόντους. Ήταν γυναίκα που κάρφωνε τη μπάλα και αυτό ήταν πολύ σπάνιο για την εποχή. Το πρωτάθλημα, δυστυχώς, το χάσαμε για έναν πόντο».
Στον Παναθηναϊκό αποτέλεσε υπηρεσιακό προπονητή και οι λόγοι ήταν συναισθηματικοί. «Ο τότε προπονητής δεν μπορούσε να παραβρεθεί στον τελικό και έτσι μου ζήτησαν να πάρω τη θέση του. Έτσι έγινα προπονητής για μία εβδομάδα για να βοηθήσω την ομάδα», δήλωσε ο ίδιος.
Μία από τις στιγμές που επηρέασαν και στιγμάτισαν την καριέρα του ήταν το Ευρωμπάσκετ του 1987. Τότε αγωνίζονταν στον Πανιώνιο και προέρχονταν από εξαιρετική χρονιά. Ο προπονητής τον κάλεσε στην Εθνική, με την προϋπόθεση πως θα είναι τρίτος στην ιεραρχία πίσω από Γκάλη και Γιαννάκη. Ο Τάκης αρνήθηκε να πάει και έχασε μία μεγάλη ευκαιρία να αγωνιστεί σε εκείνη τη σπουδαία ομάδα. Θέλοντας να ρωτήσουμε κάτι διαφορετικό προσεγγίσαμε το θέμα από την πλευρά του «καλύτερου» παίκτη της ιστορίας.
Ποιος είχε τη μεγαλύτερη προσφορά στο Ελληνικό μπάσκετ;
«Θα σου απαντήσω όπως και πριν. Δεν μπορώ να συγκρίνω αθλητές διαφορετικών εποχών. Δεν θεωρώ πως ένας παίκτης μπορεί να πάρει όλη την επιτυχία πάνω του. Αυτό που μπορώ να πω εύκολα είναι πως η ομάδα του 1987, που πήρε το πρώτο χρυσό μετάλλιο, στην μεταπολεμική εποχή, έφερε την μεγάλη επιτυχία και επηρέασε τις υπόλοιπες γενιές. Αυτό που θα μπορούσα να σου πω είναι το ποιος άλλαξε το τρόπο που αντιμετωπιζόταν το μπάσκετ και οι αθλητές. Η απάντηση είναι ο Νίκος Γκάλης. Λόγο της αξίας και της προσφοράς του έπαιρνε μεγάλα ποσά και αυτό ανέβασε τους μισθούς όλων των αθλητών της εποχής. Το τοποθετώ στο οικονομικό κομμάτι γιατί ο επαγγελματισμός υπάρχει και στην προπόνηση. Και την εποχή εκείνη πολλοί αθλητές έκαναν επαγγελματική προπόνηση».
«Σήμερα πρωταγωνιστεί ο Γιάννης Αντετοκούνμπο. Με την εθνική, δεν έχει φέρει τις επιτυχίες που θα μπορούσε να έχει φέρει. Όμως δεν φταίει αυτός. Είναι μεγάλη συζήτηση το ποιος φταίει. Ο ίδιος κατάφερε και έκανε γνωστή την Ελλάδα. Το γεγονός πως είναι “έγχρωμος” Έλληνας επηρέασε την κατάσταση. Ο Γιάννης είναι Έλληνας και όποιος το αμφισβητεί είναι λάθος. Έχει καταγωγή απο τη Νιγηρία, όπως έχει πει, αλλά αγαπάει την χώρα μας και την τιμάει. Στο ΝΒΑ γράφει “country of birth Greece” και αυτό δεν θα αλλάξει. Έβαλε τη χώρα στον παγκόσμιο χάρτη και σε αυτό συνέβαλλε και η ευρεία ανάπτυξη του διαδικτύου».
Το θέμα αυτό είναι πολύ σημαντικό και τον κ.Κορωναίο τον απασχολεί η κατάσταση που επικρατεί στους συλλόγους. «Στις ομάδες αγωνίζονται λίγοι Έλληνες και συνήθως είναι κομπάρσοι. Αυτός είναι ο “θάνατος” του αμιγώς ελληνικού μπάσκετ». Συμπλήρωσε πως η ευθύνη είναι της Ομοσπονδίας που θα πρέπει να επιβάλλει από τα μικρά τμήματα να αγωνίζονται περισσότεροι Έλληνες αθλητές, για να ξαναφτιάξουμε εθνικό μπάσκετ. «Είμαστε μπασκετική χώρα και παράγουμε παίκτες. Είναι στο DNA μας. Πάντα θα έχουμε αξιόλογους αθλητές, απλά θα έχουμε τα πάνω μας και τα κάτω μας».
Σημερινός Παναθηναϊκός, διοίκηση και επιλογές καριέρας
Η αγάπη του για το μπάσκετ δεν σταματάει στην προπονητική. Ο Τάκης παρακολουθεί, από την πλευρά του φιλάθλου, αγώνες ομάδων και της εθνικής. Έχει γνώμη για την «πτώση» του μπασκετικού Παναθηναϊκού και μας την εξέφρασε. Παράλληλα αναφερθήκαμε και στον Ολυμπιακό, τον οποίο χρησιμοποίησε ως παράδειγμα προς μίμηση. «Η συνταγή της επιτυχίας είναι απλή και την γνωρίζουν όλοι. Ο κορμός της ομάδας χτίζεται με τον “άσσο” και το “πεντάρι”. Σε ειδικές περιπτώσεις και το “τριάρι”. Χρειάζονται 4-5 παίκτες που θα δημιουργήσουν τον κορμό. Σημαντικό κομμάτι αποτελεί και ο προπονητής. Δεν μπορεί να αλλάζει κάθε χρόνο. Πρέπει να μείνει ένας άνθρωπος και να χτίσει την ομάδα σταδιακά. Ομάδες σαν τον Ολυμπιακό και τον Παναθηναϊκό αποζητούν τη γρήγορη επιτυχία. Ακόμα και αν αλλάξει ο προπονητής, ο επόμενος θα πρέπει να χρησιμοποιήσει τους παίκτες του κορμού. Κοίτα τον Ολυμπιακό. Την εποχή του Διαμαντίδη και του Ομπράντοβιτς ήταν στα “τάρταρα” και τώρα πρωταγωνιστεί σε Ελλάδα και Ευρώπη. Έχει κερδίσει τον Παναθηναϊκό πάνω από 10 φορές και αυτό πιστώνεται στην δουλειά που έκανε ο Μπαρτζώκας. Στον οποίο δόθηκε χρόνος να χτίσει».
Μίλησε για το Δημήτρη Γιαννακόπουλο, όπου ανέφερε πως η κριτική είναι δύσκολη υπόθεση. Ειδικά όταν την κάνουμε εμείς σε αυτούς που βάζουν τα χρήματά τους. «Αν με καλούσε ποτέ σαν σύμβουλο θα του έδειχνα το σκεπτικό και τη νοοτροπία, της ομάδας που σταδιακά θα χτιστεί».
Την εποχή που έπαιξε στον Παναθηναϊκό δεν ήταν σύνηθες οι αθλητές να παίζουν σε διαφορετικές μεγάλες ομάδες. «Την εποχή που έπαιξα στον Παναθηναϊκό μου έγινε μία πολύ καλή προσφορά από τον Ολυμπιακό. Δεν υπήρχε περίπτωση να πάω. Υπήρχε επαγγελματισμός αλλά βασικά ήμασταν ερασιτέχνες. Θα έλεγα πως κανένας από τους συμπαίκτες μου δεν θα έκανε αυτό το άλμα. Το έκανε ο Σπανούλης και δεν τον κατηγορώ. Εμείς δεν θα το κάναμε ποτέ».
«Ο ΚΟΝΤΟΣ ΠΗΓΕ ΣΤΗΝ ΑΕΚ ΚΑΙ ΕΓΩ ΠΗΓΑ ΣΤΟΝ ΠΑΟΚ. ΣΤΟΝ ΟΛΥΜΠΙΑΚΟ ΔΕΝ ΘΑ ΠΗΓΑΙΝΑΜΕ ΠΟΤΕ. ΕΤΣΙ ΜΕΓΑΛΩΣΑΜΕ.»
Προχωρώντας προς το τέλος της συνέντευξης, επιστρέψαμε στο αρχικό μας θέμα. Η ενασχόλησή του με νέους παίκτες μας έδωσε την απάντηση σε ένα θέμα που απασχολεί τους βετεράνους αθλητές. Κατά πόσο τα νέα παιδιά του χώρου μαθάινουν την ιστοριά τους. Του άρεσε η ερώτηση και προέκυψε μία τοποθέτηση που περιγράφει τη γενική κατάσταση. «Δυστυχώς, όπως σε όλα τα πράγματα στη χώρα μας η ιστορία δεν εκτιμάται όπως πρέπει. Γενικότερα όχι μόνο στον αθλητισμό. Τώρα σκέφτονται να κάνουν μουσείο για το μπάσκετ. Τώρα σκέφτονται να κάνουν “Hall of Fame”. Το 2023 είναι απίστευτο να μην υπάρχουν αυτά. Πως γίνεται να μην υπάρχει ένα μουσείο για τις επιτυχίες του Παναθηναϊκού. Και πριν από την δική μου εποχή. Γιατί να μην ξέρω την ιστορία της ομάδας; Τα πρωταθλήματα που πήραμε εμείς ήταν σε κάτι κούτες μέσα στα γραφεία. Θα έπρεπε να υπάρχουν φωτογραφίες της εποχής»
«Πας στην Αγγλία και έχουν τα πάντα. Εκτός από το συναισθηματικό κομμάτι υπάρχει και το οικονομικό. Οι ομάδες βγάζουν εκατομμύρια από τα σουβενίρ που πουλάνε».
«Στους Σικάγο Μπουλς έχουν πάρα πολλές φανέλες αθλητών που τίμησαν την ομάδα. Όπως έχω ξαναπεί η μπασκετική ιστορία του Παναθηναϊκού δεν ξεκίνησε το 1996. Υπάρχουν σπουδαίοι αθλητές που δεν τιμήθηκαν όπως θα έπρεπε και στο ΟΑΚΑ έχουν μόνο τη φανέλα του Αλβέρτη και του Διαμαντίδη. Καλά έκαναν και τους τίμησαν αλλά υπάρχουν και άλλοι».
Κλείνοντας, αναφερθήκαμε στην μεγάλη αγάπη του Τάκη για το τένις. Ένα άθλημα που ακολούθησε του μπάσκετ, με τον ίδιο ωστόσο να ασχολείται μαζί του από τις εποχές του κολλεγίου. «Το τένις έχει την ίδια κίνηση με το μπάσκετ. Ίδιες κινήσεις και ίδια ταχύτητα. Όταν τελείωσα το μπάσκετ, που είναι πολύ επίπονο, το τένις ήταν το επόμενό μου άθλημα. Μου αρέσει ο ανταγωνισμός. Μου αρέσει η νίκη και η ήττα. Ειδικά η νίκη. Εφόσον δεν μπορούσα να παίξω πια μπάσκετ ασχολήθηκα με αυτό. Μου έλεγαν από την εθνική παλαιμάχων να παίξουμε και τους έλεγα δεν μπορώ έχω τουρνουά στο τένις. Πήγαινα για μπάσκετ και απογοητευόμουν όταν έχανα εύκολα σουτ, τα οποία στα καλά μου τα έβαζα για πλάκα. Μοιραία αποφάσισα να μείνω στο τένις, στο οποίο έπαιζα με πολύ πάθος. Σαν “τρελός” θα έλεγα. Έχω παίξει με αξιόλογους αντιπάλους και έχω κατακτήσει κύπελλα. Ως θεατής παρακολουθώ πολλούς αγώνες και έχω άποψη για τα τουρνουά».