Ένας από τους σπουδαιότερους Γάλλους μπασκετμπολίστες όλων των εποχών, ο Ρισάρ Ντακουρί, μιλά αποκλειστικά στο BN Sports για τον… σεισμό που προκάλεσε η Ελλάδα στο ευρωπαϊκό μπάσκετ το 1987 και τις επικές μάχες του με τον Νίκο Γκάλη!
Τρεισήμισι δεκαετίες συμπληρώνονται σήμερα από εκείνο το βράδυ της 14ης Ιουνίου του 1987. Το βράδυ που η Ελλάδα βρέθηκε στην κορυφή της Ευρώπης. Το βράδυ που οι Έλληνες αγάπησαν το μπάσκετ. Το BN Sports, λοιπόν, σε μια προσπάθεια να γυρίσει τον χρόνο πίσω σε εκείνο το αξέχαστο βράδυ, συνομίλησε με ένα από τα ιερά τέρατα του γαλλικού μπάσκετ.
Ο λόγος για τον Ρισάρ Ντακουρί, το όνομα του οποίου έχει συνδεθεί άρρηκτα με τη Λιμόζ, στην οποία αγωνίστηκε επί 18 συναπτά έτη, από το 1978 έως και το 1996, κατακτώντας οκτώ φορές το εγχώριο πρωτάθλημα (1983-85, 1988-90, 1993-94), επτά φορές το Κύπελλο Γαλλίας (1982, 1983, 1985, 1988, 1990, 1994, 1995), δύο φορές το Κύπελλο Κόρατς (1082-83), μία φορά το Σαπόρτα (1988) και μία φορά την Euroleague (1993). Προς τιμήν του Ρισάρ Ντακουρί, λοιπόν, η φανέλα με το Νο.7 κρέμεται από την οροφή του «Beaublanc από το 2010!
Πέραν όμως από τη μεγάλη καριέρα που έκανε σε συλλογικό επίπεδο, ο παλαίμαχος γκαρντ/φόργουορντ είχε λαμπρά πορεία και με τους «τρικολόρ», με τους οποίους μέτρησε 160 εμφανίσεις -μέσα σε αυτές ήταν και το Eurobasket του 1987- σκοράροντας συνολικά 2.228 πόντους.
Συνέντευξη στη Βασιλική Καραμούζα
- Ποιο είναι το πρώτο πράγμα που σας έρχεται στο μυαλό όταν κάποιος αναφέρει το Eurobasket του 1987;
«Το αποτέλεσμα φυσικά. Πριν αρχίσει το τουρνουά κανείς δεν περίμενε ότι η Ελλάδα μπορούσε να κατακτήσει το χρυσό. Ότι θα μπορούσε να κερδίσει στον τελικό τη Σοβιετική Ένωση. Μέχρι τότε το ελληνικό μπάσκετ δεν ήταν τόσο δυνατό, όμως το 1987 ήταν σαν σεισμός. Ήταν πραγματικό τρομερό όλο αυτό».
- Αυτή η έκπληξη σας επηρέασε κάπως; Σας έδωσε παραπάνω κίνητρο σε προσωπικό ή ακόμα και εθνικό επίπεδο;
«Όχι δεν θα το έλεγα. Ως ομάδα μας έκανε απλά να καταλάβουμε ότι όλα μπορούν να συμβούν. Μου έκανε όμως πολύ μεγάλη εντύπωση η τεράστια στήριξη του κόσμου προς την Εθνική Ελλάδας. Τους έδωσαν πολύ μεγάλη ώθηση και μετά από αυτό άλλαξε πάρα πολύ η σχέση τους με το μπάσκετ. Θυμάμαι ότι πανηγύριζαν όλοι σαν τρελοί».
- Ποια είναι η πιο έντονη ανάμνηση που έχετε από τον Νίκο Γκάλη. Είχατε παράλληλες καριέρες και ήσασταν ένας από τους λίγους αθλητές που μπορούσαν να τον περιορίσουν κάπως στο παρκέ.
«Ήταν εξαιρετικός παίκτης και αποτέλεσε έμπνευση για πολλούς επόμενους μπασκετμπολίστες. Ήξερες τι ακριβώς θα κάνει, είχε μερικές αγαπημένες κινήσεις, αλλά και πάλι δεν μπορούσες να τον σταματήσεις. Το έκανε όμως με ταπεινότητα. Όταν ήταν στο παρκέ ήταν πολύ δυνατός και σωματικά και πνευματικά, όμως στην πραγματική του ζωή, μετά το παιχνίδι, ήταν πάντα ταπεινός και προσβάσιμος, τουλάχιστον με εμένα. Ακόμα κι αν τον…μισούσα επειδή ήταν ασταμάτητος, τον αγαπούσα γιατί ήταν σπουδαίος άνθρωπος».
- Αν μπορούσατε να παίξετε ξανά ένα παιχνίδι εναντίον του, ποιο θα ήταν αυτό;
«Δεν μπορώ να πω κάποιο παιχνίδι συγκεκριμένα. Αν μπορούσα όμως να παίξω ξανά εναντίον του; Πρώτα από όλα θα προσπαθούσα να τον κλειδώσω στα αποδυτήρια για να μην μπορεί να βγει στο παρκέ (γέλια). Ήταν πολύ ευγενικό εκ μέρους σας που είπατε νωρίτερα ότι ήμουν από τους παίκτες που μπορούσα να τον περιορίσω έστω και λίγο, αλλά επιθετικά ήταν σχεδόν ασταμάτητος. Τόσο δυνατός. Αν ξαναέπαιζα λοιπόν εναντίον του θα προσπαθούσα να είμαι πιο physical στο μαρκάρισμά του ή θα προσπαθούσα να μιλήσω στους διαιτητές, όπως έκανε κι εκείνος όλη την ώρα (ξανά γέλια) για να με αφήσουν να παίξω πιο σκληρά. Ή ακόμα καλύτερα, θα προσπαθούσα να πάρω την ελληνική υπηκοότητα για να παίξω στην ίδια ομάδα με εκείνον.
Σοβαρά όμως, ακόμα κι αν το μπάσκετ είναι εντελώς διαφορετικό τώρα, είμαι σίγουρος ότι ο Γκάλης θα έβρισκε έναν τρόπο να λάμψει όπως έκανε τότε».
- Πέραν του Γκάλη, είχατε ξεχωρίσει κάποιον άλλο παίκτη από την ελληνική ομάδα σε εκείνο το Eurobasket του 1987;
«Ναι φυσικά. Εγώ έπαιζα πάντα απέναντι στον Νίκο Γκάλη ή τον Παναγιώτη Γιαννάκη. Υπήρχε φυσικά και ο Παναγιώτης Φασούλας, που ήταν εξαιρετικός, αλλά αυτοί οι δύο ήταν η καρδιά της ομάδας. Διπλά τους είχαν και πολύ καλούς ρολίστες, που έκαναν τη.. βρώμικη δουλειά. Παίκτες που πρέπει να έχει μία ομάδα για να κερδίζει τίτλους. Θυμάμαι και την τελευταία φάση με τις βολές του Καμπούρη. Καμπούρη δεν τον έλεγαν; Ναι. Δεν θέλω να γίνω αγενής μαζί του, αλλά δεν ήταν γνωστός στο ευρωπαϊκό μπάσκετ, όμως έκανε το σωστό πράγμα, την σωστή στιγμή για να δώσει στην ομάδα του τι νίκη. Και ο Χριστοδούλου ήταν σε αυτή την ομάδα, σωστά;
Τους θυμάμαι αυτούς τους τύπους. Πάνε πολλά χρόνια από τότε, 35. Τους θυμάμαι γιατί δεν ήταν μια ομάδα πυροτέχνημα και έπαιζαν το μπάσκετ που μου άρεσε κι εμένα να παίζω. Μετά από αυτό το τουρνουά η Εθνική Ελλάδας ήταν η πιο σκληρή ομάδα για να παίζεις ως αντίπαλος, για τα επόμενα 10-20 χρόνια. Ακόμα και τώρα, μπορεί να μην έχουν τις ίδιες επιτυχίες αλλά παραμένουν μία πολύ καλή ομάδα, που δεν είναι εύκολο να αντιμετωπίζεις».
- Για το τέλος, υπάρχει κάποια ανείπωτη ιστορία από εκείνο το τουρνουά που θα θέλατε να μοιραστείτε μαζί μας;
«Ιστορία εε; Ναι, νομίζω ότι πολύς κόσμος δεν το ξέρει αυτό, αλλά χρειάστηκε να φύγω από το Eurobasket για δύο μέρες, έδινα εξετάσεις για να γίνω φυσιοθεραπευτής και δεν γινόταν να λείψω. Οπότε έφυγα για δύο μέρες και ξαναγύρισα στην ομάδα. Είχα χάσει ένα παιχνίδι αν θυμάμαι καλά (σς. δεν είχε αγωνιστεί στο ματς κόντρα στο Ισραήλ)».
ΥΓ. Λίγο πριν κλείσουμε το τηλέφωνο, ο κ. Ντακουρί μου ζήτησε να μεταφέρω τα χαιρετίσματά του στον Νίκο Γκάλη και του εξήγησα ότι αυτό είναι μάλλον λίγο δύσκολο να συμβεί, αφού δεν γνωριζόμαστε. Του υποσχέθηκα όμως ότι αν ποτέ μιλήσω στον «γκάνγκστερ» θα τα μεταβιβάσω, έστω και με καθυστέρηση.
www.bnsports.gr