Ένας Βραζιλιάνος βιρτουόζος των προηγούμενων δύο 10ετιών του ελληνικού πρωταθλήματος, σε μία εξομολόγηση για πρόσωπα και καταστάσεις που συνάντησε στην 12ετη παρουσία του στη χώρα μας. Το BN Sports εντόπισε τον Σίλβα Κλέιτον στο Σάο Πάολο, επικοινώνησε μαζί του και κατέγραψε όσα θέλησε να βγάλει από την καρδιά του.
Συνέντευξη στον Αντώνη Νιανιά
Ιούλιος του 2003 και ο 19χρονος τότε Κλέιτον πραγματοποιεί το υπερατλαντικό δρομολόγιο Βραζιλία-Ελλάδα με σκοπό να εγκατασταθεί στην Θεσσαλονίκη και την όμορφη Καλαμαριά. Εκεί όπου σαν ένας άγνωστός μεταξύ γνωστών κατόρθωσε να διαπρέψει με την φανέλα του Απόλλωνα και μετέπειτα να διαγράψει σπουδαία πορεία στα γήπεδα του τόπου μας.
Πρώτα στην Λάρισα, όπου κατέκτησε το κύπελλο και αγαπήθηκε όσο λίγοι, για να έρθει μετέπειτα η μεταγραφή του στον πανίσχυρο τότε Παναθηναϊκό. Στην Αθήνα κατέκτησε το double και αγωνίστηκε στο Champions League, αφού νωρίτερα είχε κάνει το ευρωπαϊκό του ντεμπούτο με την ΑΕΛ, για το κύπελλο UEFA.
Ακολούθησε το επόμενο κεφάλαιο της καριέρας του στην Τουρκία, για να κλείσει με άσχημες αναμνήσεις την καριέρα του από εκεί που ξεκίνησε, την Θεσσαλονίκη, αγωνιζόμενος με την φανέλα του Ηρακλή. Για αυτά και για ακόμη περισσότερα μου μίλησε, σε μία άκρως ενδιαφέρουσα συζήτηση, με αρκετά μεγάλη δόση νοσταλγίας.
Ποιoς ήταν ο παράγοντας που σε ώθησε να έρθεις από την πατρίδα σου στην Ελλάδα σε μία ομάδα χαμηλής δυναμικής όπως ήταν ο Απόλλων Καλαμαριάς;
«Η ομάδα της Καλαμαριάς είχε έναν πρόεδρο που έμενε 30 χρόνια στην Βραζιλία και ήταν ιδιοκτήτης μίας μικρής ομάδας. Σκοπός του ήταν να φτιάξει νεαρούς ποδοσφαιριστές και να τους φέρει μετέπειτα στον Απόλλωνα. Είχε επιχειρηματικό μυαλό. Ήταν businessman. Είδε ότι εγώ τα πήγαινα καλά και αποφάσισε να με πάει στην Ελλάδα.
Για 'εμένα ήταν πολύ καλό το να φύγω από μία ομάδα χαμηλής δυναμικής και να μετακομίσω σε ένα ευρωπαϊκό πρωτάθλημα. Με βοήθησε να έρθω και μετέπειτα να δείξω το ταλέντο μου. Να λάβουμε όμως υπόψιν ότι έκανε μία επένδυσε από την οποία κέρδισε επί δέκα. Η απόφαση του να με φέρει στην Ελλάδα πριν από 20 χρόνια, απέδειξε το πόσο διορατικός ήταν.»
Πως ήταν το κλίμα στην Λάρισα μετά την κατάκτηση του κυπέλλου, περιέγραψε μου εκείνες τις ημέρες στην πόλη;
«Κοίτα, 15 χρόνια μετά, σήμερα καταλαβαίνω την μεγάλη αξία εκείνου του κυπέλλου. Εκείνη την περίοδο έλεγα οκ, ωραία σηκώσαμε τη κούπα πάμε να το γιορτάσουμε, όλα καλά! Ήταν μία δύσκολη εβδομάδα γιατί την επόμενη εβδομάδα παίζαμε την παραμονή της κατηγορίας μέσα στην Καλαμαριά. Δεν προλάβαμε και πολύ να το γιορτάσουμε.
Φαντάσου να ήμασταν κυπελλούχοι και η ομάδα να υποβιβαζόταν... Θα ήταν τραγικό! Ωστόσο όλα καλά, πήγαμε στην Καλαμαριά, κερδίσαμε τον αγώνα (σ.σ. 2-1) και όλα ήταν οκ. Εν τέλη χαρήκαμε πολύ. Όσον αφορά την κόσμο, το κλίμα ήταν φανταστικό! Στην επιστροφή από τον Βόλο μέχρι την Λάρισα αυτά που έζησα ήταν φανταστικά.»
Με την ΑΕΛ πραγματοποίησες τις πρώτες σου συμμετοχές στην Ευρώπη. Σκόραρες το γκολ της πρόκρισης με την Μπλάκμπερν και μετέπειτα με την Έβερτον. Τι θυμάσαι από εκείνη την περίοδο;
«Όλα ήταν καινούρια για εμένα, νέες εμπειρίες. Η ομάδα είχε έμπειρα παιδιά, με ανάλογες παραστάσεις σε ομάδες όπως ο Ολυμπιακός και ο Παναθηναϊκός, εγώ ήμουν από τους μικρότερους. Πόσο μάλλον το γεγονός ότι πρωταγωνιστούσα, ήταν πολύ όμορφο όλο αυτό. Στην Λάρισα έχω ζήσει δύο χρόνια, αλλά οι χρονιές μου ήταν τόσο έντονες που μου φαίνεται σαν να έχουν παίξει για μία 5ετια.
Με όλα αυτά που έχω βιώσει και έχω περάσει εκεί... Πολύ ωραία συναισθήματα, από ένα παιδί που έφυγε από μία χώρα και μία πόλη, όπου δεν φανταζόταν ποτέ ότι θα καταφέρει να φτάσει και να παίξει σε αυτό το επίπεδο.»
Ποια ήταν η σχέση σου με τον Γιώργο Δώνη, θεωρείς ότι σε βοήθησε να εξελιχθείς σαν παίκτης;
«Αποτέλεσε τον άνθρωπο που μου άλλαξε το μυαλό σαν ποδοσφαιριστή. Από μία μικρή ομάδα στην Καλαμαριά όπου τα πράγματα ήταν χωρίς πίεση και πιο χαλαρά, ήρθα στην Λάρισα που είχε διαφορετικές απαιτήσεις. Δουλεύοντας μαζί του βοηθήθηκα πάρα πολύ για την μετέπειτα πορεία μου. Εξαιρετικός προπονητής, με έχει βοηθήσει τόσο εντός όσο και εκτός του γηπέδου, σε διάφορες καταστάσεις.
Τον εκτιμώ πάρα πολύ σαν άτομο, όπου έχω πάει προσπαθούσα να κρατάω πράγματα από όσα έχω βιώσει μαζί του. Εξάλλου δεν είναι τυχαίο, πως έχει περάσει όλους αυτούς τους μεγάλους συλλόγους. Πιστεύω ότι μπορεί και παραπάνω, έχει ακόμη πολλά να δώσει. Εύχομαι τα καλύτερα για τον Γιώργο!»
Mε τον Παναθηναϊκό κατέκτησες το πρωτάθλημα, μαζί με εξαιρετικούς συμπαίκτες. Ποιος θεωρείς ότι ήταν ο ποιοτικότερος παίκτης εκείνης της ομάδας;
«Πολλές φορές ο πιο ποιοτικός δεν σημαίνει πως είναι και ο πιο σημαντικός. Το μεγαλύτερο ταλέντο ήταν ένας, ο Κούινσι. Απίστευτο ταλέντο. Δεν σημαίνει ότι ήταν ο πιο καθοριστικός, η ποιότητα του ήταν το κάτι άλλο, αυτά που έβλεπα ήταν φανταστικά!
Ακολούθησε η Τουρκία. Σε βοήθησε ο άλλοτε συμπαίκτης σου Τουμέρ Μετίν στην προσαρμογή;
«Όταν ήρθε η πρώτη προσέγγιση από την Σίβασπορ μίλησα με τον Τουμέρ. Μου είχε πει διάφορα, με προϊδέασε θετικά. Κατά την άποψη μου, το τούρκικο πρωτάθλημα είναι πολύ καλύτερο συγκριτικά με το ελληνικό.
Σε συνθήκες, σε γήπεδα, προπονητικά κέντρα και στα οικονομικά... Σε όλους τους τομείς. Η διαφορά είναι μεγάλη. Αν εξαιρέσεις κάποιες ομάδες, όλα τα υπόλοιπα είναι μέρα με την νύχτα. Αυτά που άκουσα από τον Μετίν με έκαναν να θέλω να πάω, για ποδοσφαιρικού λόγους. Ήταν η καλύτερη απόφαση που έχω πάρει.»
Σημαντικότερος τίτλος το πρωτάθλημα με Παναθηναϊκό ή το κύπελλο με την Λάρισα;
«Δύσκολη ερώτηση. Εγώ προσωπικά επιλέγω το κύπελλο με την Λάρισα, γιατί βοήθησα περισσότερο. Στο πρωτάθλημα με τον Παναθηναϊκό δεν ήμουν τόσο χρήσιμος όσο ήμουν στην ΑΕΛ, οπότε για εμένα μέτρησε παραπάνω το πρώτο. Το να καταφέρει να κερδίσεις ένα κύπελλο με την Λάρισα είναι μεγαλύτερος άθλος, είναι πιο δύσκολο. Την περίοδο που ήμουν στον Παναθηναϊκό είχαμε μία πολύ δυνατή ομάδα τόσο οικονομικά όσο και αγωνιστικά.
Δεν έχει σχέση με το σημερινό επίπεδο της ομάδας. Για εμένα ήταν σαν υποχρέωση να κατακτήσουμε τον τίτλο εκείνης της σεζόν. Και ο Ολυμπιακός ήταν και είναι μία πάρα πολύ δυνατή ομάδα, ένας πολύ ισχυρός αντίπαλος, αλλά πιστεύω ότι ο Παναθηναϊκός τότε είχε τα πάντα για να κερδίσει το πρωτάθλημα. Όχι μόνο το 09/10 αλλά και τις υπόλοιπες θα μπορούσε να τα καταφέρει.»
Ποιο είναι το αγαπημένο σου γκολ στην Ελλάδα και γιατί;
Δώσε μου λίγο χρόνο να σκεφτώ... Θα θυμηθώ ένα γκολ που πέτυχα σε μία χαρούμενη σεζόν, με τον ΠΑΟΚ μέσα στην Τούμπα. Απευθείας εκτέλεση φάουλ. Είχε ωραία ατμόσφαιρα, ήταν ωραίο γκολ και τότε είχε γίνει viral το όλο περιστατικό. Δεν είχε ιδιαίτερη κρισιμότητα το γκολ, αλλά ήταν μία χαρούμενη φάση που μου άρεσε αρκετά.
Είσαι ανοιχτός άνθρωπος και ο κόσμος το αναγνωρίζει. Ποιος είναι ο καλύτερος φίλος που έκανες στην χώρα μας;
«Μπορώ να σου πω ότι ήταν τα παιδία που πήγαμε μαζί στην Καλαμαριά, κρατάω επαφή μαζί τους μέχρι και σήμερα. Ο Ουέλινγκτον και ο Γκουέλα, ο οποίος μετέπειτα έπαιξε κι αυτός στην Λάρισα. Αυτοί είναι οι φίλοι μου από το ποδόσφαιρο που έχω κρατήσει μέχρι σήμερα. Από εκεί και πέρα είναι δύσκολο να επιλέξω, γιατί είναι αμέτρητοι οι συμπαίκτες που είχα όλα αυτά τα χρόνια.
Εγώ προσωπικά δεν είχα πρόβλημα με κανέναν, απλά μπορεί να μην δένεσαι με τους πάντες. Με την έννοια του να μπορείς να τους καλείς στο σπίτι και να βγαίνεις για φαγητό. Αλλό το να είσαι συμπαίκτης και άλλο φίλος. Έχω πολύ καλή σχέση με όλους και είμαι σίγουρος ότι με όποιον έχω συνεργαστεί έχει την ίδια άποψη για εμένα.»
Που συναντάμε σήμερα τον Σίλβα Κλέιτον, ποια είναι τα επαγγελματικά σου πλάνα;
«Τώρα βρίσκομαι στην Βραζιλία, όταν σταμάτησα το ποδόσφαιρο ήταν για εμένα κάτι ξαφνικό. Είχα ακόμη συμβόλαιο με τον Ηρακλή, αλλά έτσι όπως ήταν η κατάσταση εκεί, με αυτά που έζησα εκείνη την χρονιά, με έκαναν να πω καλύτερα σταματήσω με τα πράγματα που είδα... Πήρα μετέπειτα την απόφαση να επιστρέψω στην πατρίδα μου για να είμαι κοντά στην οικογένεια μου. Ακολούθησε και η πανδημία που άφησε πολύ κόσμο αβέβαιο για το αύριο.
Είχα κάποιες προτάσεις από ανθρώπους για να συνεργαστούμε σαν μάνατζερ ποδοσφαιριστών, αλλά δεν ξέρω αν είναι αυτό που πραγματικά θέλω. Δεν είναι κάτι που μου αρέσει. Μετά μου πρότειναν από μία ακαδημία ποδοσφαίρου αλλά και πάλι αρνήθηκα, γιατί επιθυμώ να εργαστώ με καλούς ανθρώπους που νοιάζονται για το ποδόσφαιρο, όχι μόνο για τα οικονομικά.
Ακόμη είμαι στο ψάξιμο αλλά η αλήθεια είναι ότι απέχω από το άθλημα, δεν βλέπω πολλούς αγώνες. Με παίρνουν τηλέφωνο για να με ρωτήσουν για κάτι που μπορεί να έγινε και τους λέω ότι δεν έχω παρακολουθήσει αρκετά. Τώρα που φτάνουμε στο τέλος, μετά από το διάλειμμα της πανδημίας, ίσως σιγά σιγά να ασχοληθώ λίγο πιο ενεργά με το αντικείμενο.»