Ανέβασε την Κηφισιά σε επαγγελματική κατηγορία για πρώτη φορά στην ιστορία της και θεωρείται ένας από τους πιο ανερχόμενους προπονητές της Ελλάδας. Ο Νίκος Κούστας ανοίγεται στο BN Sports και κάνει αναδρομή στα πρώτα του προπονητικά βήματα.
Συνέντευξη στον Νότη Χάλαρη
Η Ελλάδα σφίζει από ταλέντα. Ποδοσφαιρικά και προπονητικά. Δεν το λέμε μόνοι μας αλλά και στο εξωτερικό, έχουν να λένε τα καλύτερα για το ελληνικό στοιχείο σε τερέν ή σε πάγκο. Ένα από τα ονόματα που έχει πολλά να δώσει στην προπονητική της χώρας μας, είναι αναμφίβολα ο Νίκος Κούστας. Ο μόλις 36 ετών κόουτς, έδειξε με την ομάδα της Κηφισιάς πως έχει όλο το μέλλον μπροστά του.
Ξεκίνησε από τις χαμηλές κατηγορίες των τοπικών του Πειραιά και έμαθε από… ανόδους. Με την Κύπρου Κορυδαλλού ανέβηκε δύο κατηγορίες σε ισάριθμες σεζόν, φτάνοντας μία ανάσα από την Γ’ Εθνική. Ακολούθησε ο Άγιος Ιερόθεος και το Μοσχάτο πριν καταλήξει στην Κηφισιά. Η ομάδα των Βορείων Προαστίων ήταν στην Γ’ Εθνική και ο Έλληνας κόουτς κατάφερε να την ανεβάσει για πρώτη φορά στην ιστορία της, στην επαγγελματική Superleague 2.
Το απίθανο της υπόθεσης, είναι πως και για το νεαρό τεχνικό, ήταν η παρθενική του εμφάνιση σε τέτοιου επιπέδου κατηγορία. Ο ίδιος, μίλησε αποκλειστικά στο BN Sports και ξετύλιξε όλο το κουβάρι της ιστορίας του. Το ατύχημα που τον οδήγησε στην προπονητική, η άποψή του για τους Έλληνες προπονητές και η αποχώρηση από την Κηφισιά την κατάλληλη στιγμή.
Λύση συνεργασίας με τον Νίκο Κούστα. #KifisiaFChttps://t.co/uSjf2vxP2v
— Kifisia FC (@KifisiaFC) January 18, 2022
Αναλυτικά είπε:
- Πως σου ήρθε η ιδέα να γίνεις προπονητής;
«Από μικρός και όταν έπαιζα ακόμα μπάλα, μου άρεσε η προπονητική αρκετά. Με έλκυε η εικόνα του προπονητή που προσπαθούσε να βοηθήσει την ομάδα του, να εξελίξει τους ποδοσφαιριστές του. Μου άρεσε να έχω το συναίσθημα πως θα μπω σε μία διαδικασία τακτικής, στρατηγικής απέναντι στην αντίπαλη ομάδα. Στο πως θα μπορέσουμε να κερδίσουμε. Έτσι όταν σταμάτησε βίαια το ποδόσφαιρο από ένα ατύχημα που είχα με την μηχανή, μπήκα στον κόσμο της προπονητική και επέλεξα να ξεκινήσω από μικρή ηλικία. Δεν μου έλειψε καθόλου το ποδόσφαιρο γιατί εν τέλει η προπονητική μου ταίριαξε περισσότερο και το αγάπησα περισσότερο»
- Θεωρείς πως αν δεν είχε συμβεί εκείνο το ατύχημα, θα συνέχιζες για μεγάλο διάστημα ως ποδοσφαιριστής ή σύντομα θα το γύρναγες σε προπονητική;
«Αυτή την στιγμή που μιλάμε, το πιο ωραίο πράγμα που μου άφησε αυτό το ατύχημα, ήταν που σταμάτησα το ποδόσφαιρο και ξεκίνησα την προπονητική. Αν μπορούμε να πούμε για κάτι θετικό που είχα από αυτό. Πιστεύω πως σύντομα θα σταματούσα τη μπάλα για να αρχίσω την προπονητική, απλώς πιο μετά. Όχι τόσο σύντομα»
- Υπήρχε κάποιο πρόσωπο που σε έκανε να σκεφτείς πιο έντονα την προπονητική;
«Ναι, όταν έπαιζα μπάλα, είχα έναν προπονητή, ο οποίος με έκανε να αγαπήσω την προπονητική. Του είχα και αδυναμία αλλά εκείνος, όταν με είχε παίκτη, που είχε έλεγε πως πρέπει να σταματήσω το ποδόσφαιρο και να αρχίσω την προπονητική. Μου είχε παραδεχθεί πως έχω ταλέντο, είμαι καλός σε αυτό και δεν σου κρύβω πως από ένας από τους βασικούς λόγους που το αποφάσισα, ήταν τα λόγια αυτού του προπονητή. Μου άρεσε ο τρόπος που προπονούσε»
- Ξεκίνησες από ακαδημίες, ξεκινώντας από το Σοκερίνο, μετά ήρθαν εκείνες των Άρσεναλ και Άγιαξ, μέχρι την Κύπρο Κορυδαλλού. Μέχρι τότε, ποια στιγμή σε έκανε να πεις πως θα καθιερωθείς σε αυτό το επάγγελμα;
«Εγώ είχα την τύχη να ξεκινήσω την προπονητική από την αρχή της. Από τα μωρά που λέμε και βήμα-βήμα να ανέβω κατηγορίες. Πέρασα από όλα τα στάδια αλλά το σημείο που με έκανε να αγαπήσω ακόμα περισσότερο την προπονητική, ήταν στις ακαδημίες του Άγιαξ. Μας δόθηκε η δυνατότητα να παρακολουθήσουμε ένα σεμινάριο στο προπονητικό κέντρο της ομάδας στην Ολλανδία. Είδαμε τις εγκαταστάσεις, την πρώτη ομάδα. Με έκανε να αγαπήσω ακόμα παραπάνω αυτό το επάγγελμα και εκεί μπήκε μέσα μου η απόφαση»
- Πάμε στο κεφάλαιο της Κύπρου Κορυδαλλού. Από αυτό το ταξίδι στις χαμηλές κατηγορίες, τι θυμάσαι και τι έχεις κρατήσει;
«Η Κύπρος Κορυδαλλού ήταν η πρώτη μου ομάδα σε ανδρικό επίπεδο. Ξεκίνησε από την τρίτη κατηγορία των ερασιτεχνικών πρωταθλημάτων. Έχω να θυμάμαι μόνο φίλους, ανθρώπους που με βοήθησαν να εξελιχθώ στην προπονητική και να ξεκινήσω. Ήμουν αρκετά νέος για να με εμπιστευθεί γενικά κάποια ομάδα ακόμα και σε αυτό το επίπεδο. Όμως μου έδωσε τη δυνατότητα η ομάδα. Υπήρχαν αρκετά λάθη αλλά ήταν το ιδανικότερο ξεκίνημα που θα μπορούσα να έχω γιατί με άφησαν να πειραματιστώ όσο ήθελα. Μακάρι κάθε νέος προπονητής να έχει το ξεκίνημα που είχα εγώ. Ήταν ένα πολύ καλό ξεκίνημα και ανεβήκαμε αρκετές κατηγορίες, φτάσαμε ένα βήμα από την Γ’ Εθνική»
- Αυτή η πορεία στην Κύπρο Κορυδαλλού σε διαμόρφωσε σαν προπονητή;
«Δεν ξέρω αν με διάμορφωσε γιατί συνέχεια αλλάζουμε παραστάσεις και εξελισσόμαστε. Σίγουρα, όμως, μου έδωσε την ώθηση να με γνωρίσει ο κόσμος μέσα από την δουλειά μου. Είχα την ασφάλεια πως μπορώ να πειραματιστώ χωρίς να φοβάμαι την επόμενη μέρα. Η εμπιστοσύνη της ομάδας μου έδειχνε πως και να χάσω, δεν θα φύγω. Έτσι δοκίμασα πράγματα και αρκετά μου βγήκαν. Έτσι με γνώρισε ο κόσμος»
- Στη Γ’ Εθνική βρέθηκε για πρώτη φορά με τον Άγιο Ιερόθεο. Τι διαφορές εντόπισες στον εαυτό σου, όταν ανέλαβες την Κηφισιά και την οδήγησες Β’ Εθνική;
«Όταν πήγα στην Κηφισιά ήμουν πιο ώριμος και έμπειρος να διαχειριστώ τα πράγματα. Είχα να διαχειριστώ ένα περιβάλλον γεμάτο υγεία, όραμα, οργάνωση. Ήξεραν που θέλουν να οδηγήσουν το κλάμπ και έβγαζαν μία εμπιστοσύνη. Η πρώτη χρονιά ήταν διερευνετική για εμάς και είχε στόχο μία καλή πορεία. Η συνεργάσια ήταν εξαιρετική και έτσι οργανωσάμε την ομάδα ώστε να έχουμε ως μοναδικό στόχο την άνοδο. Με πολύ καλό προγραμματισμό, ένα εξαιρετικό επιτέλειο, κάναμε εξαιρετική χρονιά και η ομάδα ανέβηκε στην Β’ Εθνική. Το πιο σημαντικό είναι η έξελιξη του κλαμπ. Η ομάδα είχε τόσο καλό σχεδιασμό, που έπαιζε στη Β΄Εθνική με επτά και οκτώ παίκτες της περσινής ομάδας. Δείγμα της πολύ καλής επιλογής των ποδοσφαιριστών και οι βάσεις που μπήκαν»
- Η άνοδος στην Superleague2 είναι η καλύτερη της μέχρι στιγμής προπονητικής σου καριέρας;
«Μία άνοδος που συνδυάζει σε μία ομάδα να παίξει για πρώτη φορά σε επαγγελματική κατηγορία αλλά και για εμένα, να είναι η παρθενική σεζόν σε τέτοιο επίπεδο, δεν θα μπορούσε να μην αποτελεί την κορυφαία μου στιγμή έως τώρα. Όμως πίστεψέ με, σε όλες τις κατηγορίες είχα ακριβώς το ίδιο άγχος. Ένιωθα ότι κάνω κάτι ωραίο σε κάθε άνοδο και όλες αυτές οι στιγμές θα μείνουν χαραγμένες μέσα μου»
- Σαν προπονητής, ποια είναι η φιλοσοφία που θες να περάσεις σε ένα σύνολο;
«Κοίτα, για να περάσεις μία συγκεκριμένη φιλοσοφία σε μία ομάδα και έναν συγκεκριμένο τρόπο παιχνδιού, είναι κάτι εξαιρετικά δύσκολο. Θέλει χρόνο, κόπο και υπομονή. Πρέπει το προπονητικό επιτελείο να δουλεύει συνέχεια και με τους ίδιους ποδοσφαιριστές. Να υπάρχει χημεία. Αν με ρωτάς ποιο θα ήταν το ιδανικό ποδόσφαιρο για εμένα, θα ήθελα να παίζω παιχνίδι κυριαρχίας. Χωρίς να φοβάται η ομάδα να επιτεθεί. Να χτίζει από τον τερματοφύλακά της, να είναι αθλητική, να πιέζει σε όλο το γήπεδο. Ωστόσο, αυτά είναι δύσκολο να συμβούν. Πρέπει να χτιστεί από το καλοκαίρι, να κρατήσει τον προπονητή, να τον εμπιστεύτει και να δοθεί πίστωση χρόνου. Βλέπουμε τα μεγάλα παραδείγματα σε Μάντσεστερ Σίτι και Λίβερπουλ που έχουν τον προπονητή της πάνω από πέντε με έξι χρόνια και παίζουν σχεδόν οι ίδιοι παίκτες. Το αποτέλεσμα είναι εμφανή. Όλα θέλουν τον χρόνο τους. Αν ήταν όλ αγγελικά πλασμένα, θα έπαιζα με αυτό το στυλ. Αλλά πρέπει να προσαρμοστώ αναλόγως την κατηγορία και τις συνθήκες»
- Θεωρείς εσύ δίκαιη την κίνηση της Κηφισιάς να σε απομακρύνει από την τεχνική ηγεσία;
«Οι κύκλοι στην ζωή είναι για να κλείνουν. Ο κύκλος της Κηφισιάς μάλλον έχει κλείσει και θεωρώ πως πολύ σωστά έγινε αυτή η αλλαγή. Έγινε την κατάλληλη στιγμή για να φύγω όπως μου αξίζει και η ομάδα να το κοιτάξει διαφορετικά. Να το δω και εγώ όπως πρέπει. Η ομάδα ήταν μέσα στους στόχους της, που δεν είναι άλλος από το να παραμείνει στην εύκολα στην κατηγορία, ενώ κάναμε και μία πολύ καλή πορεία στο κύπελλο. Οι άνθρωποι της Κηφισιάς, όμως, είναι πολύ καλοί σε αυτό που κάνουν. Ξέρουν τι θέλουν και έχουν τους λόγους που έφυγα, τους οποίους σέβομαι και συνεχίζουμε»
- Ποιοι είναι οι στόχοι σου για το μέλλον;
«Οι στόχοι για το μέλλον είναι να μπορέσω να σταθεροποιηθώ στην κατηγορία. Θα ήθελα να προπονήσω μία ομάδα της Β’ Εθνικής και να με βοηθήσει να εργαστώ και να καθιερωθώ εκεί. Μέσα από την εξέλιξη και την βελτίωση, θα ήθελα να βρεθώ και στα μεγάλα σαλόνια του ελληνικού πρωταθλήματος»
- Ποιες διαφορές εντόπισες μεταξύ των ερασιτεχνικών κατηγοριών και της Β’ Εθνικής;
«Η πιο μεγάλη διαφορά που είδα είναι πως στις ερασιτεχνικές κατηγορίες, ο ισχυρός μπορεί, σχεδόν πάντα, να εκμεταλλευτεί τα λάθη των αδύναμων και να κερδίσει ένα ματς ότι και να γίνει. Στη Β’ Εθνική είδα ότι ανεξάρτητα από την βαθμολογική θέση των ομάδων, όλα τα ματς είναι εξαιρετικά δύσκολα και έστω και μία στιγμή αδράνειας, υπάρχει το επίπεδο ώστε να το πληρώσεις ακριβά»
- Στο κεφάλαιο της Superleague 1, πως σου φαίνεται η φετινή σεζόν; Θεωρείς δίκαιη την βαθμολογία ή θα άλλαζες κάτι;
«Κοίτα, με την πορεία που έχουν οι ομάδες, στις πρώτες θέσεις, η βαθμολογία είναι αρκετά δίκαιη. Ο ΠΑΣ Γιάννινα έχει ξεχωρίσει αρκετά σχέση με τις υπόλοιπες ομάδες και το μοντέλο με τους Ελληνογερμανούς προπονητές, τους δικαιώνει. Ο Παναιτωλικός έχει επίσης έναν εξαιρετικό προπονητή και θαυμάζω την διοίκησή του για την σταθερότητα που έχει στις επιλογές του και την φιλοσοφία του. Δεν θέλω να αδικήσω καμία ομάδα βέβαια για την προσπάθεια που κάνουν»
- Θεωρείς πως πρέπει να υπάρξει μεγαλύτερη εμπιστοσύνη στους Έλληνες προπονητές και γιατί δεν δίνονται ευκαιρίες;
«Εγώ προσωπικά, είμαι της άποψης πως πρέπει να δουλεύουν οι ικανοί. Δεν με ενδιαφέρει αν είναι ξένος ή Έλληνας. Το θέμα είναι να δουλεύουν οι ικανοί. Σίγουρα, οι παράγοντες θα πρέπει να δείξουν μεγαλύτερη εμπιστοσύνη στους Έλληνες προπονητές αλλά δεν πρέπει να κρύψουμε ότι θα πρέπει και εκείνοι να βελτιωθούν, να εξελιχθούν και να φτάσουν σε υψηλό επίπεδο. Για παράδειγμα, ένας Ισπανός προπονητής έχει εξελιχθεί περισσότερο λόγω της κουλτούρας του, των σχολών της χώρας του κλπ. Αυτό δεν σημαίνει πως είναι πιο ταλαντούχος από εμάς. Εγώ πιστεύω πως οι Έλληνες προπονητές είναι εξαιρετικά ταλαντούχοι απλά αυτό το ταλέντο πρέπει να το καλλιεργήσουμε. Βάζω και εμένα μέσα. Έτσι για να μπορέσουμε να είμαστε ακόμα καλύτεροι. Δεν έχουμε να ζηλέψουμε απολύτως τίποτα από τους ξένους»