Ο άλλοτε άσος των ισπανικών γηπέδων, Χουανφράν, με θητεία στην ΑΕΚ, μίλησε στο BN Sports για την αναμέτρηση της Ελλάδας με την Ισπανία, εστιάζοντας στα σημεία-κλειδιά του παιχνιδιού, στη νέα γενιά του ισπανικού ποδοσφαίρου, στον Τσάβι και προφανώς, στο πέρασμά του από την «Ένωση»!
Βασικό στέλεχος της Ισπανίας στο Μουντιάλ της Νότιας Κορέας και της Ιαπωνίας το 2002 και παράλληλα 376 συμμετοχές στη La Liga, με τη φανέλα της Βαλένθια, της Θέλτα, της Σαραγόσα και της Λεβάντε. Έπειτα, σκάουτερ για λογαριασμό της Άστον Βίλα στην Ιβηρική χερσόνησο και στο σήμερα... προπονητής!
Ο Χουανφράν γνωρίζει από «πρώτο χέρι» το ποιόν του ισπανικού ποδοσφαίρου και σε συνδυασμό με το σύντομο πέρασμά του από τα μέρη μας και την ΑΕΚ συγκεκριμένα, κρίνεται ως ο πλέον κατάλληλος για να δώσει μία εικόνα όσων περιμένει να δει στην αναμέτρηση της Ελλάδας με την Ισπανία (11/11, 21:45).
Το σύνολο του Τζον Φαν’τ Σχιπ μπορεί να βρίσκεται με την «πλάτη στον τοίχο», αναζητώντας μόνο τη νίκη, αλλά ο άλλοτε άσος της «Ένωσης» έμαθε με τον δύσκολο τρόπο ένα βράδυ στη Σαραγόσα πριν 18 χρόνια, διά... ποδός Στέλιου Γιαννακόπουλου, πως δεν μπορείς να ξεγράφεις την «γαλανόλευκη».
«Η αλήθεια είναι πως μας εξέπληξαν. Δεν περιμέναμε τέτοια αντίδραση, τέτοια αντίσταση. Ναι, γνωρίζαμε πως η Ελλάδα ήταν μία δυνατή ομάδα, αλλά θεωρούσαμε πως η δύναμή της πηγάζει από την έδρα της. Τέτοια εμφάνιση μέσα στο δικό μας σπίτι, δεν την είχαμε φανταστεί», ανέφερε όταν του ζητήθηκε να σχολιάσει εκείνο το ματς των προκριματικών, προς το πιο όμορφο ποδοσφαιρικό ταξίδι της χώρας μας.
Στο σήμερα, όμως, τα δεδομένα αλλάζουν.
«Ποτέ δεν μπορείς να αποκλείσεις ένα αποτέλεσμα, αφού μέσα σε πέντε λεπτά μπορεί να αλλάξουν τα πάντα. Όμως, με την έως τώρα εικόνα των δύο ομάδων και με βάση την ιστορία τους εντός αγωνιστικού χώρου, η Ισπανία θα κερδίσει, χωρίς κάτι τέτοιο να σημαίνει πως ως ομάδα παραμένει στα υψηλά επίπεδα του παρελθόντος. Σίγουρα διαθέτει καλούς παίκτες, παίζει καλό ποδόσφαιρο, αλλά χωρίς την μπάλα στα πόδια μοιάζει χαμένη στον αγωνιστικό χώρο».
Κάπου εδώ, ξεκινούν και οι μεγάλες του ενστάσεις για το σύνολο του Λουίς Ενρίκε.
«Υπάρχουν σπουδαίες μονάδες, αλλά δεν αποτελούν ένα δεμένο σύνολο, όπως η Ελλάδα. Αν υποτιμήσουν τον αντίπαλο, είναι εξαιρετικά πιθανό να βρεθούν σε μπελάδες. Σε περίπτωση που το παιχνίδι κατοχής στο οποίο αρέσκεται η Ισπανία ‘σπάσει’, σίγουρα θα βρεθούν ανοιχτοί χώροι και αμυντικά κενά για να χτυπήσει η Ελλάδα στις αντεπιθέσεις. Από εκείνο το σημείο κι έπειτα, υπάρχουν παίκτες, όπως ο Παυλίδης και ο Μασούρας που μπορούν να σε τιμωρήσουν».
Στην απορία πώς και γιατί ξεχώρισε τους προαναφερθέντες, φαίνεται να απαντά από τη σκοπιά του προπονητή.
«Ο Παυλίδης έχει χτίσει το όνομά του στην Ευρώπη μέσω της Eredivisie, ενώ ο Μασούρας αγωνίζεται τα τελευταία χρόνια με τον Ολυμπιακό στις μεγάλες διοργανώσεις. Προσφέρουν διαφορετικά πράγματα, αλλά είναι εξίσου επικίνδυνοι. Ο πρώτος συμβάλει και σε άλλους τομείς, εκτός του επιθετικού. Σπάει υπέροχα την μπάλα και ξέρει πώς να δημιουργεί χώρους για τους συμπαίκτες του μακριά από την περιοχή. Εκεί ‘δένει’ με τον Μασούρα, που έχει εξαιρετικές κινήσεις στον χώρο και μπορεί να εκμεταλλευτεί τα αμυντικά κενά».
Η συνύπαρξη με τους Τσάβι - Γκουαρδιόλα
Ακούγοντάς τον να αναλύει ουσιαστικά τον τρόπο που θα έστηνε ο... ίδιος την Εθνική Ελλάδος απέναντι στην Ισπανία, εμβαθύνοντας στο κομμάτι της τακτικής, αβίαστα η συζήτηση κινήθηκε προς τον νέο τεχνικό της Μπαρτσελόνα και παλιό συμπαίκτη του στο εθνικό συγκρότημα της χώρας τους, τον Τσάβι.
«Συνεργαστήκαμε και γνωριστήκαμε καλύτερα το καλοκαίρι του 2002, στο Παγκόσμιο Κύπελλο της Νότιας Κορέας και της Ιαπωνίας. Από τότε μέχρι και σήμερα, μου δείχνει πως έχει μείνει πιστός στις ιδέες του. Είναι ένας άνθρωπος γέννημα-θρέμμα της Μασία, γαλουχημένος με την ποδοσφαιρική ιδεολογία του Γιόχαν Κρόιφ.
Πολλοί θα βιαστούν να θέσουν τον πήχη του στα επίπεδα του Πεπ Γκουαρδιόλα. Είναι λάθος! Έχουν ως κοινό παρονομαστή τα προαναφερθέντα, αλλά ο ένας έχει δοκιμαστεί στο κορυφαίο επίπεδο, ενώ ο άλλος μόνο στο Κατάρ. Ουσιαστικά μας είναι άγνωστος προπονητικά και τα κίνητρα της επιλογής του δεν ήταν καθαρά αγωνιστικά.
Η Μπαρτσελόνα βιώνει μία δύσκολη κατάσταση τόσο εντός, όσο και εκτός αγωνιστικού χώρου και ο Τσάβι είναι μία προσωπικότητα που θα απορροφήσει τους κραδασμούς. Μακάρι να πετύχει, αλλά μόνο ο χρόνος θα το δείξει».
Το ιδιαίτερο κεφάλαιο, «ΑΕΚ»!
Ήταν ορισμένο εξαρχής, η συζήτηση να κλείσει με τις αναμνήσεις του από το χρονικό διάστημα του καλοκαιριού του 2008, έως τον Ιανουάριο του 2010, όταν φόρεσε τη φανέλα της ΑΕΚ.
«Ήταν μία δύσκολη περίοδος, οικονομικά και διοικητικά. Πρόλαβα την αποχώρηση του προέδρου, του Ντέμη Νικολαΐδη, αλλά και του προπονητή, του Γιώργου Δώνη. Καταλάβαινα πως δεν υπήρχε καμία σταθερότητα. Όσο κι αν προσπαθούσαμε να κρύψουμε τα προβλήματα κάτω από το ‘χαλί’, δεν ήταν εύκολο.
Η κατάσταση έγινε ανυπόφορη για εμένα, όταν προέκυψε ένα σοβαρό πρόβλημα υγείας της μητέρας μου, λίγους μήνες πριν ολοκληρωθεί το συμβόλαιό μου και ενώ ζήτησα να φύγω, δεν μου το επέτρεψαν. Παρόλα αυτά, όταν πήγα στη Λεβάντε, προτίμησα να κρατήσω μόνο τις όμορφες αναμνήσεις από την Ελλάδα. Άλλωστε, αυτός είναι και ο λόγος που κρατάω ακόμη επαφή με τους τότε συμπαίκτες μου, όπως ο Νάτσο Σκόκο, ο Σεμπάστιαν Σάχα, ο Ίσμαελ Μπλάνκο».
Μία νέα καριέρα, μετά το «σκανάρισμα» της Ιβηρικής για λογαριασμό της Άστον Βίλα!
«Μόλις δύο χρόνια μετά την απόσυρσή μου από τους αγωνιστικούς χώρους, ήρθα σε συμφωνία με την Άστον Βίλα. Ανέλαβα χρέη σκάουτερ και ενώ είχα τις αμφιβολίες μου στην αρχή, μέσα σε δύο εβδομάδες είχα αρχίσει να το απολαμβάνω.
Στο διάστημα που συνεργαστήκαμε, ο σύλλογος δεν επέλεξε να αγοράσει κανέναν παίκτη από όσους πρότεινα, ακόμα κι αυτούς που χαρακτήριζα ως εξαιρετικές περιπτώσεις στις εκθέσεις μου. Αλλά δεν νιώθω πως μείωσαν τη δουλειά μου. Γιατί;
Ένας από αυτούς ήταν ο Πάμπλο Μαρί που κατέληξε στην Άρσεναλ και ο άλλος ο Πάου Τόρες, που σήμερα κοστίζει περίπου 40 εκατ. ευρώ. Εγώ είχα κλείσει και τους δύο για 2 εκατ. ευρώ!».
Κλείνοντας, αναφέρθηκε στο νέο του ξεκίνημα, αφού μόλις πριν έναν χρόνο ανέλαβε πρώτος προπονητής της Λούγκο. Το ορμητικό κλείσιμο της σεζόν 2019/20 στη La Liga 2, το διαδέχθηκε ένα νωχελικό ξεκίνημα στην επόμενη, που έφερε και την απομάκρυνσή του.
Ο ίδιος δηλώνει αισιόδοξος και σίγουρος για τη δουλειά του, ενώ κλείνει με την ευχή να έρθει το πλήρωμα του χρόνου και να επιστρέψει στη χώρα μας, πόσο μάλλον στην ΑΕΚ αν είναι εφικτό, από νέο πόστο.
«Η εμπειρία μου στη Λούγκο ήταν κάτι απίστευτο. Πραγματικά δραματικές σκηνές. Όταν ανέλαβα την ομάδα, βρισκόταν τέσσερις βαθμούς μακριά από τον υποβιβασμό με έξι αγωνιστικές να υπολείπονται. Από τους 18 διαθέσιμους βαθμούς, πήραμε τους 14! Ήταν κάτι το μοναδικό!
Πιστεύω πως πλέον προπονητής δεν σημαίνει μόνο τακτική. Πρέπει να είσαι ένα είδος ψυχολόγου, που θα πείθει με τις ιδέες του, παραμένοντας ο εαυτός του. Αν λες κάτι χωρίς να το πιστεύεις, γνωρίζω από πρώτο χέρι πως οι παίκτες το αντιλαμβάνονται.
Οφείλεις να γίνεις κομμάτι της ομάδας τους, να βασιστείς στα χαρακτηριστικά τους και να εφαρμόσεις τις ιδέες σου πάνω τους. Αν τα παραπάνω τα φέρω εις πέρας, έχοντας τα ηνία της ΑΕΚ, θα είναι ακόμα μεγαλύτερη η χαρά μου!»
Φάνης Τσοκανάς
www.bnsports.gr