Η ιστορία του Γιάννη Αθανασόπουλου είναι από αυτές που σε κάνουν να πιστεύεις στα όνειρα και πως αξίζει να τα κυνηγάς. Στα 24 του δούλευε το πρωί στην τράπεζα και το απόγευμα έπαιζε βόλεϊ, με αρκετούς να πιστεύουν πως έχει βρει την ισορροπία που θα ήθελες κάποιος στην ζωή του. Ωστόσο αποφάσισε πως είχε έρθει η ώρα για μία αλλαγή, αρχής γενομένης ως βοηθός στον πάγκο της γυναικείας ομάδας βόλεϊ του Ολυμπιακού το 2011.
Έμεινε στις «ερυθρόλευκες» για δύο χρόνια, προτού αποφασίσει να αφήσει τα πάντα πίσω του και να κυνηγήσει την καριέρα του ως προπονητής στο εξωτερικό. Πρώτη στάση η Τσεχία και η Αγκέλ Πρόστεγιοφ την σεζόν 2013-14, πριν εμφανιστεί η προοπτική της Στουτγκάρδης στην Γερμανία. Ο Έλληνας τεχνικός έμεινε στην γερμανική ομάδα για εξήμισι χρόνια, με αποκορύφωμα το πρωτάθλημα του 2018-19, το πρώτο στην ιστορία του συλλόγου.
Όλα αυτά την ώρα που βρισκόταν και στο τιμόνι της εθνικής Τσεχίας από το 2019, γνωρίζοντας εξίσου μεγάλες επιτυχίες. Αποκορύφωμα η κατάκτηση της European Golden League το 2019, ενώ φέτος έχει την ευκαιρία να το επαναλάβει, με την Τσεχία να αντιμετωπίζει την Βουλγαρία στα ημιτελικά της διοργάνωσης.
Σε τι βαθμό επηρέασε ο COVID-19 την δουλειά σας, τόσο σε εθνικό, όσο και σε συλλογικό επίπεδο;
Σε πολύ μεγάλο βαθμό, στην Στουτγκάρδη ήμασταν έτοιμοι να ξεκινήσουμε τους επίσημους αγώνες και είχαμε πέντε κρούσματα, όλη η ομάδα έπρεπε να μπει σε καραντίνα 14 ημερών, χωρίς προπόνηση. Αυτό άλλαξε το πρόγραμμα μας, κάναμε 4 προπονήσεις και μετά έπρεπε να δώσουμε 7 παιχνίδια σε 18 μέρες.
Χάσαμε τον ημιτελικό του Κυπέλλου επειδή είχαμε 4 τραυματίες, όλο αυτό από τον μεγάλο αριθμό παιχνιδιών που δώσαμε σε τόσο σύντομο χρονικό διάστημα.
Όσον αφορά την Τσεχία, οι κοπέλες δεν είχαν πιάσει μπάλα για ένα μήνα πριν ξεκινήσουμε την προετοιμασία, το πρωτάθλημα τους είχε σταματήσει νωρίτερα. Ήταν δύσκολο να επανέλθουν σε πλήρη φόρμα, ειδικά όταν δεν είχαν πρόσβαση σε γυμναστήρια.
Πόσο δύσκολο ήταν για εσάς να φύγετε από την Στουτγκάρδη μετά από τόσα χρόνια;
Ήταν πολύ δύσκολο, όταν πήγα εκεί η ομάδα ήταν 9η στην βαθμολογία και τώρα είναι μία από τις καλύτερες ομάδες στην Ευρώπη. Όμως όταν βρίσκεσαι τόσα χρόνια σε έναν σύλλογο κάποια πράγματα τα οποία έχουν συμβεί μένουν, έτσι φθείρονται οι σχέσεις. Υπήρξε ένα δημοσίευμα το οποίο έκρινε την δουλειά μου, η διοίκηση αντί να μιλήσει σε εμένα, πήγαν και μίλησαν στις εφημερίδες.
Λόγω αρχών δεν υπήρχε κάποια άλλη επιλογή για εμένα και υπέβαλα την παραίτηση μου. Όλα όσα κάναμε εκεί ήταν το αποτέλεσμα της σκληρής δουλειάς των ανθρώπων βρίσκονταν δίπλα στην ομάδα, του πρώην προπονητή, της διοίκησης, του κόσμου και όλων των παικτών. Βλέποντας ότι είναι πλέον ένας από τους καλύτερους συλλόγους στην Ευρώπη, τότε ξέρεις ότι έκανες καλή δουλειά. Δεν ήταν εύκολο να φύγω, αλλά ήταν η μόνη λύση.
Από τη νέα σεζόν επιστρέφετε ως προπονητής και σε συλλογικό επίπεδο, αυτή την φορά με την Βάσας στο πρωτάθλημα της Ουγγαρίας. Τι σας έκανε να την επιλέξετε;
Μόλις έφυγα από την Στουτγκάρδη είχαν περίπου 10 προτάσεις στα χέρια μου για να αναλάβω άμεσα κάποια ομάδα, όμως αποφάσισα να σταματήσω για λίγο και να σκεφτώ τι είναι καλύτερο για εμένα. Είχα προτάσεις ενόψει της νέας σεζόν από πολύ καλά πρωταθλήματα, ανάμεσα τους από την Βάσας και από την Ελλάδα.
Είδα ότι στην Βάσας υπήρχαν κάποια κοινά στοιχεία με στην Στουτγκάρδη, υπάρχουν άνθρωποι στην διοίκηση που αγαπούν το βόλεϊ και τα τελευταία χρόνια έχει σημειώσει σημαντική άνοδο. Είναι ένα πρότζεκτ το οποίο ήθελε να επενδύσει στο τεχνικό επιτελείο και να “μεγαλώσουμε” μαζί. Πήγα εκεί για δύο μέρες και συναντήθηκα με τον πρόεδρο και τον αγωνιστικό διευθυντή της ομάδας, είδα τις εγκαταστάσεις, μιλήσαμε και έτσι αποφάσισα πως αυτή ήταν η σωστή επιλογή για την καριέρα μου.
Το καλοκαίρι είναι ήδη «γεμάτο» για εσάς, με την Τσεχία να αντιμετωπίζει στις 19/7 την Βουλγαρία για τα ημιτελικά του Golden League. Υπάρχει αισιοδοξία στην ομάδα για να πετύχει ότι έκανε και το 2019;
Το φαβορί είναι η Βουλγαρία, είναι μία πολύ δυνατή ομάδα. Δεν θα έχουμε στην διάθεση μας την καλύτερη επιθετικό μας, έχει ένα πρόβλημα στο χέρι και δεν θέλαμε να το ρισκάρουμε ενόψει του European League αργότερα μέσα στο καλοκαίρι. Στα προηγούμενα παιχνίδια αγωνιστήκαμε χωρίς εκείνη και δείξαμε ότι μπορούμε να παίξουμε καλό βόλεϊ. Όλοι στην ομάδα ανυπομονούν για τον ημιτελικό, μπορούμε να κερδίσουμε, αλλά θα πρέπει να δώσουμε τον καλύτερο μας εαυτό. Πρώτος στόχος για εμάς είναι η πρόκριση στον τελικό.
Ποια ήταν η πρώτη σας αντίδραση όταν μάθατε πως η Τσεχία θα παίξει με την Ελλάδα στον 2ο όμιλο του European League;
Πολλά ανάμεικτα συναισθήματα, όχι μόνο για την Ελλάδα, αλλά και για την Γερμανία που βρίσκεται στον όμιλο και ήμουν εκεί για 6,5 χρόνια. Δεν έχω αντιμετωπίσει ποτέ την Ελλάδα, δεν το είχα συνειδητοποιήσει στην αρχή. Θα είναι περίεργο για εμένα, ειδικά τώρα που εμείς με την Ελλάδα και την Ισπανία βρισκόμαστε σχεδόν στο ίδιο επίπεδο και θα παλέψουμε για μία θέση στην τετράδα του ομίλου. Θα τραγουδήσω τον εθνικό μας ύμνο, δεν το πολυσκέφτομαι ακόμα, αλλά εκείνη την ώρα θα είναι ένα πολύ περίεργο συναίσθημα.
Βλέποντας το υλικό της Εθνικής, πιστεύετε ως είναι μία ομάδα που μπορεί να φτάσει μακριά στην διοργάνωση;
Όλα εξαρτώνται από το πώς θα είναι η κατάσταση, ειδικά τώρα με τον κορονοϊό. Αν υπάρξουν ένα ή δύο κρούσματα, τότε μπορούν να αλλάξουν τα πάντα. Όλα κρίνονται από την αγωνιστική φόρμα των αθλητριών εκείνη την περίοδο, αλλά και την υγεία τους. Θεωρώ πως έχει πολύ καλό υλικό, όμως βρισκόμαστε στον πιο δύσκολο όμιλο, σε αυτό που κάθε ομάδα μπορεί να κερδίσει την άλλη. Τα πρώτα πέντε ματς θα δείξουν για το τι είναι ικανή να κάνει η κάθε ομάδα.
Στην Ελλάδα έχουν υπάρξει αρκετές μεγάλες επιτυχίες στο βόλεϊ ανδρών και γυναικών στο παρελθόν, ωστόσο φαίνεται να έχει μείνει αρκετά «πίσω» σε σχέση με το ποδόσφαιρο και το μπάσκετ. Ποια είναι η σχέση του κόσμου στην Γερμανία με το βόλεϊ και η αντιμετώπιση τους προς αυτό;
Στην Γερμανία το αντιμετωπίζουν ως γιορτή, για αυτούς είναι σαν να πηγαίνεις στο θέατρο. Δεν υπάρχει γήπεδο το οποίο δεν είναι γεμάτο, όλες οι ομάδες συντηρούνται από τους χορηγούς, κανένας Δήμος ή το κράτος δεν χορηγεί λεφτά. Στην Ελλάδα δεν είναι επαγγελματικό, τουλάχιστον το γυναικείο, είναι ημιεπαγγελματικό. Πιστεύω όμως ότι βασικό θέμα είναι η οργάνωση, αυτή είναι η βασική διαφορά. Υπάρχουν κανόνες που δεν τηρούνται, στην Ελλάδα η προβολή και το μάρκετινγκ του αθλήματος βρίσκεται πολύ πίσω.
Βλέπω πλέον πως οι ελληνικές ομάδες επενδύουν περισσότερο από αυτό το καλοκαίρι, με βάση τις μεταγραφές που έχουν κάνει. Ελπίζω όλο αυτό να μην είναι εφήμερο και οι παράγοντες να δώσουν βάση στο πώς να χτίσουν έναν σύλλογο που θα τραβά τους θεατές και θα στηρίζεται στο μάρκετινγκ. Πρέπει πρώτα να γίνουν όλα αυτά και μετά να προχωρήσουν στην ενίσχυση της ομάδας. Αν ο κόσμος αρχίσει να δείχνει περισσότερο ενδιαφέρον, τότε όλα θα γίνουν πιο εύκολα.
Ποια στιγμή από την προπονητική σας καριέρα είναι αυτή που σας έχει μείνει περισσότερο ως τώρα;
Σίγουρα το πρωτάθλημα με την Στουτγάρδη ήταν αξέχαστο, κερδίσαμε το πρώτο πρωτάθλημα την ιστορία του συλλόγου στο 5ο σετ του 5ου αγώνα. Κάτι άλλο ήταν το χρυσό στο Golden League του 2019 με την Τσεχία, αλλά και το πρωτάθλημα του Ολυμπιακού απέναντι στην ΑΕΚ το 2013, στον 5ο αγώνα μέσα σε ένα γεμάτο γήπεδα στη Νέα Φιλαδέλφεια.
Έχετε ζήσει τόσο την οπτική ενός παίκτη, όσο και αυτή του προπονητή, ποια είναι η πιο δύσκολη;
Ξεκάθαρα του προπονητή, μου είχαν πει στο παρελθόν πως όταν είσαι προπονητής οι κακές στιγμές είναι πολλαπλάσιες από τις καλές. Τώρα που είμαι προπονητής και το ζω το καταλαβαίνω, μπορεί να έχεις κερδίσει 3-0, αλλά και πάλι να μην είσαι ικανοποιημένος για κάποιους λόγους. Ψάχνεις συνεχώς τρόπους να ανεβάσεις επίπεδο την ομάδα, το μυαλό σου λειτουργεί συνεχώς και χάνεις τον ύπνο σου.
Μετά από τόσα χρόνια, νιώθετε δικαιωμένος με την απόφαση σας να κυνηγήσετε αποκλειστικά το βόλεϊ;
Όταν το είπα στους φίλους και την οικογένεια πως θα αφήσω την δουλειά μου στην τράπεζα και πως θα πάω να κυνηγήσω το όνειρο μου στο εξωτερικό, οι περισσότεροι μου είπαν πως είμαι τρελός. Τώρα μου λένε πως είχες... καρύδια για να κάνεις τέτοιο. Νιώθω δικαιωμένος, κάνω αυτό που αγαπώ και δεν υπάρχει κούραση για εμένα. Μπορεί να δουλεύω πολύ παραπάνω από 8 ώρες την ημέρα, ωστόσο είναι κάτι που κάνω με μεράκι.
Έχουμε καταφέρει εγώ και η οικογένεια μου να ζούμε από αυτό, δεν νιώθω πως πηγαίνω στην δουλειά. Μπορεί να είμαι όλη την ημέρα στο γήπεδο και μόλις γυρίσω στο σπίτι να δω αγώνες από κάποιο άλλο πρωτάθλημα. Θεωρώ τον εαυτό που ευλογημένο που κάνω κάτι το οποίο δεν μου φαίνεται σαν δουλειά.
Υπάρχει στα σχέδια σας η επιστροφή στην Ελλάδα στο μέλλον;
Ποτέ μην λες ποτέ, υπήρξαν κάποιες προτάσεις αυτή την σεζόν, ωστόσο δεν το σκέφτηκα καθόλου. Με αυτά που έχω ζήσει και συνεχίζω να ζω στο εξωτερικό πιστεύω πως είμαστε αρκετά πίσω στο θέμα οργάνωσης, γίνονται σωστά βήματα, αλλά ποτέ δεν ξέρεις. Σίγουρα θα ήθελα να βρεθώ στον πάγκο μίας μεγάλης ομάδας, με την πίεση που υπάρχει και τον κόσμο. Δεν υπάρχουν φίλαθλοι σαν τους Έλληνες στο εξωτερικό, αλλά δεν είναι στα άμεσα πλάνα μου. Υπέγραψα τριετές συμβόλαιο στην Βάσας, όμως το μέλλον θα δείξει.
Μάριος Αγγελέτος