γράφει : Δημήτρης Μανάκος
Δεν πρέπει να μιλάς, αν είσαι Ολυμπιακός. Δεν πρέπει να μιλάς, αν είσαι Παναθηναϊκός. Δεν πρέπει, γενικώς. Θα πεις κάτι, θα σε στηρίξουν όσοι φορούν ίδιο χρώμα. Δεν εκπροσωπείς το σύνολο. Εκπροσωπείς μόνο το σωματείο σου. Καλά έκανε και επικοινώνησε αυτό που σκεφτόταν ο Γιώργος Μπαρτζώκας στο ΠΑΟΚ – Ολυμπιακός. Κακώς συνέβησαν όλα αυτά. Αλλά πέρυσι, σε κάτι ανάλογο, σε βάρος των διαιτητών, γιατί η διακοπή «εκλογικεύτηκε» και έγινε αποδεκτή, στο Άρης – Περιστέρι;
Ξεκαθαρίζω κάτι, για να είμαστε από την αρχή αφοπλιστικά ειλικρινείς και να συζητάμε στην ίδια βάση.
Δεν γράφω για μπάσκετ. Δεν ασχολούμαι με το μπάσκετ. Παρακολουθώ, γνωρίζω, ενημερώνομαι, βλέπω. Αλλά δεν είναι το αντικείμενό μου. Είναι «τόσο – όσο» στα πλαίσια της δουλειάς. Προχωράμε παρακάτω.
Θέλω να θίξω ένα ζήτημα, όπως έχω κάνει σε αυτήν εδώ την στήλη σε αμέτρητες περιπτώσεις. Όπως κάναμε με την ανακοίνωση του Ηρακλή, με τον Ιβάν Γιοβάνοβιτς και τον Παναθηναϊκό, με την ισοπαλία του Λεβαδειακού στο «Καραϊσκάκης», με τον θάνατο του Τζορτζ Μπάλντοκ και τη συζήτηση για το… εμβαδόν του σπιτιού του, με την Κηφισιά, με την Καλαμάτα, με τον Ατρόμητο, με τον Πανιώνιο, με την Καλλιθέα, με την τεράστια αποκλειστικότητα του BN Sports για την άφιξη του Κλοντ Μακελελέ.
Διευκρίνιση: δεν τα έβαλα με σειρά προτεραιότητας, σε καμία περίπτωση. Αν το έκανα, θα έπρεπε ο Τζορτζ Μπάλντοκ να είναι πρώτος και να συνιστά μία ολόκληρη πρόταση μόνος του. Προχωράμε παρακάτω ξανά.
Η ερώτηση λοιπόν και το θέμα που πραγματεύομαι έχει να κάνει με τις δηλώσεις του Γιώργου Μπαρτζώκα που είδα και διάβασα. Με το βίντεο που «ακουγόταν» ο Εθνικός Ύμνος και ο κόσμος έβριζε. Με το ότι ο ΠΑΟΚ ηττήθηκε από τον Ολυμπιακό, ο προπονητής των «ερυθρολεύκων» έκανε δηλώσεις και ένα ολόκληρο γήπεδο είχε ξεσηκωθεί εναντίον του.
Ας διευκρινίσω ξανά κάτι. Δεν έχει σημασία ποιας ομάδας είναι ο κόσμος. Σε ποιο γήπεδο γίνεται το ματς. Το τι φώναζε το κοινό, κατά τη διάρκεια του Εθνικού Ύμνου. Και το γιατί έβριζε ένα γήπεδο έναν άνθρωπο. Όπως φυσικά, ουδεμία σημασία έχει και το τελικό αποτέλεσμα.
Είπε λοιπόν ο προπονητής του Ολυμπιακού πως οι συνθήκες δεν ήταν «νορμάλ», πως για 40 λεπτά του έβριζαν τη μητέρα, πως κάτι πρέπει να αλλάξει. Και είδα σχόλια που συμφωνούν, άλλους να λένε «γιατί το λέει τώρα», άλλους να υποστηρίζουν πως «αυτά γίνονται παντού».
Τα ακούω όλα. Και τα καταλαβαίνω όλα. Αλλά το ότι αυτό συμβαίνει παντού, δεν υφίσταται. Δεν λέω να μην συμβαίνει πουθενά. Αλλά δεν είναι επιχείρημα. Δεύτερον… Γιατί το λέει τώρα; Η απάντηση είναι απλή. Ο οποιοσδήποτε θα πει ό,τι θέλει να πει, όταν ο ίδιος αισθάνεται καλά με αυτό που επισημαίνει. Διότι πριν από 10 χρόνια ίσως τον ενδιέφερε λιγότερο, διότι πριν από μία πενταετία κέρδιζε δυσκολότερα εκεί και δεν τον απασχολούσε ο κόσμος, διότι πέρυσι, ήταν άρρωστος και δεν ήθελε να μπει στη διαδικασία. Δεν μας απασχολεί το «γιατί τώρα».
Το «γιατί τώρα» αντιστρέψτε το και βάλτε το δίπλα στον Μπαρτζώκα. Γιατί να βρίσουν τώρα τόσο χυδαία έναν προπονητή, που τον «ξέρουν», γνωρίζουν πώς αντιδρά, έχει προσφέρει στο ελληνικό μπάσκετ και μας κάνει «καλό» που το υπηρετεί. Είτε είσαι Παναθηναϊκός, είτε Ολυμπιακός, είτε ΑΕΚ, είτε ΠΑΟΚ, είτε Άρης, είτε το οτιδήποτε, σε οποιαδήποτε κατηγορία. Δεν λέω να τον «αποδεχθείς». Λέω ότι… μάλλον, αν βλέπω και ακούω σωστά, στη χειρότερη των περιπτώσεων, δεν σε έβρισε!
Συνεπώς, ανεξάρτητα από το αν ήταν εκεί ο Αταμάν, ο Μπαρτζώκας, ο κάθε προπονητής, πετυχημένος ή μη, μικρός ή μεγάλος, έχει κάθε δικαίωμα να πει αυτό που πιστεύει. Όπως και αντίστοιχα ο coach του ΠΑΟΚ, όταν έρθει στον Πειραιά, αν βιώσει κάτι ανάλογο και αισθανθεί πως δεν χρειάζεται. Διότι πράγματι, δεν χρειάζεται. Συζητάμε για ένα ματς με ξεκάθαρο φαβορί, με διαφορά 30 πόντων, με μία ομάδα που «μετρά δυνάμεις» και μία άλλη που πρέπει να «παίξει… και αυτό το ματς». Καλώς ή κακώς, αυτή είναι η Stoiximan Basket League, όταν υπάρχουν αυτές οι δύο ομάδες να την απαρτίζουν. Αλλά δεν θα χρειαζόταν και σε ένα ντέρμπι Ολυμπιακού και Παναθηναϊκού. Απλώς το έχουμε συνηθίσει. Είδατε πόσο κακό πράγμα είναι η συνήθεια, ακόμη στον αθλητισμό;
Από εκεί και πέρα… Η ερώτηση που έχω πηγαίνει προς πάσα κατεύθυνση. Δεν μπορώ να αντιληφθώ γιατί ένας διαιτητής έχει την ευχέρεια να διακόψει ένα παιχνίδι όταν βρίζουν τον ίδιο και όχι όταν βρίζουν έναν προπονητή, έναν παίκτη, έναν άνθρωπο στον πάγκο. Ο κανονισμός λέει:
Άρθρο 30 παράγραφος 15
«α) Σε περίπτωση που ακουστούν για 1η φορά ομαδικά υβριστικά συνθήματα ή αναρτηθούν πανό με ανάλογο περιεχόμενο με στόχο διαγωνιζόμενα Σωματεία, μέλη αυτών (αθλητές, προπονητές, προσωπικό,), ή το Σώμα των Διαιτητών, ο Α’ Διαιτητής ζητά από τον Παρατηρητή του Αγώνα να αναγραφούν στο Φύλλο Αγώνα και να γίνει σχετική σύσταση από την μικροφωνική εγκατάσταση (1η προειδοποίηση), (β) Όταν τα ομαδικά υβριστικά συνθήματα ακουστούν για 2η φορά, ή το πανό δεν αποσυρθεί, ακολουθείται η ίδια διαδικασία (2η προειδοποίηση), (γ) Όταν τα ομαδικά υβριστικά συνθήματα συνεχίζουν να ακούγονται για 3η φορά ή το πανό δεν αποσυρθεί παρά τις προηγούμενες δύο παρατηρήσεις κατά την διάρκεια του ιδίου αγώνα, τότε ο Α ́ διαιτητής έχει το δικαίωμα να διακόψει προσωρινά τον αγώνα, (δ) Σε περίπτωση που κατά τον ίδιο αγώνα τα υβριστικά συνθήματα και παρά τις γενόμενες παρατηρήσεις επαναλαμβάνονται με συνεχή τρόπο δημιουργώντας έντονα δυσφημιστική εικόνα για το άθλημα ή το πανό δεν αποσύρεται παρά τις προηγηθείσες τρεις παρατηρήσεις, τότε ο Α ́ διαιτητής έχει το δικαίωμα να ζητήσει τη μερική ή ολική εκκένωση του γηπέδου ή τη διακοπή του αγώνα.»
Αν λοιπόν, βρίσεις έναν διαιτητή, όπως συνέβη πέρυσι τον Δεκέμβριο, με την κ. Τσαρούχα σε ένα Άρης – Περιστέρι, μπορεί να μπει στα αποδυτήρια και να ζητήσει εκκένωση του γηπέδου. Όταν όμως, ένας προπονητής, όποιος και να είναι, μιλήσει ενώ… δεν έφυγε, για όσα έζησε σε ένα γήπεδο, αναρωτιόμαστε γιατί το κάνει τώρα…
Κάτι πάει λάθος! Θα γίνει, θα ξαναγίνει, συνέβαινε παλιά, θα συμβαίνει για πάντα. Δεν το εκλογικεύω. Είναι η πραγματικότητα. Και δεν είναι ελληνικό φαινόμενο. Το «ελληνικό» λάθος έγκειται στο ότι οι δηλώσεις ενός προπονητή θα είναι σωστές ή όχι, ανάλογα με το χρώμα της ομάδας που εκπροσωπεί. Έτσι θα τον κρίνει ο κόσμος. Στη λεκτική «βία» όμως, δεν θα έπρεπε να υπάρχει μαύρο, άσπρο, κόκκινο και πράσινο. Μόνο ο «Εθνικός Ύμνος»…