γράφει : Γιάννης Ψαράκης
Καταρχάς δηλώνω φαν του Εργκίν Αταμάν before it was cool που λένε και στο χωριό μου. Από τότε που έτρωγε κατραπακιές στις προηγούμενες θητείες του στην Εφές, που τα άκουγε από εχθρούς και φίλους για την πολυτάραχη προσωπική του ζωή, που τα έβαζε με κοτζάμ Ομπράντοβιτς αμφισβητώντας την κυριαρχία του όταν ο τελευταίος βρισκόταν στη Φενέρμπαχτσε.
Γράφει ο Γιάννης Ψαράκης
Έχω μία ιδιαίτερη συμπάθεια σε vocal τύπους σαν τον Εργκίν που δεν κρατάνε το στόμα τους κλειστό. Ακόμη και αν όσα λένε «ενοχλούν» τους «τύπους» και αυτό που έχουμε συνηθίσει να ακούμε ειδικά από προπονητές. Ο Αταμάν δεν πήγε σχεδόν ποτέ με το ρεύμα, έλεγε πάντα αυτό που έβγαινε από το ξερό του το κεφάλι και ας γνώριζε πως ίσως κάνει κακό στην εικόνα του. Δεν τον ένοιαξε ποτέ, όπως δεν έδωσε… μία όταν του την έπεσαν επειδή είχε βάψει... χρυσόξανθα τα μαλλιά του πριν μερικά χρόνια σε μία mid-age crisis κίνηση.
Ο Αταμάν για να φτάσω και στο προκείμενο ήταν αυτό που ζητούσε τη συγκεκριμένη χρονική στιγμή ο Παναθηναϊκός και η μετακόμιση που χρειαζόταν κι ο ίδιος για να ανανεωθεί μιας και η Εφές της τελευταίας σεζόν στο μεγαλύτερο διάστημα της έμοιαζε να βρίσκεται σε έναν αυτόματο πιλότο, άδεια από κίνητρο και ενέργεια και μόνο όταν πάτησαν τον… κάλο προπονητή και παικτών οι της Φενέρ με τους 42 πόντους διαφοράς στον πρώτο ημιτελικό των πλέι-οφ έβγαλε εγωϊσμό και νύχια κατασπαράζοντας τους πάντες στο διάβα της στο φινάλε της σεζόν.
Ο Παναθηναϊκός μετά την πλέον (αυτο)καταστροφική σεζόν στην ιστορία του που έκλεισε με τον χειρότερο δυνατό τρόπο, μερίδα των οπαδών του να κάνει στον υπερθετικό βαθμό μάλιστα όσα κορόϊδευε τα προηγούμενα χρόνια τους «απέναντι» για να «γλιτώσει» ένα ιστορικό κάζο διαφοράς πόντων. Βέβαια αυτό ήταν η κορυφή του παγόβουνου πάνω στο οποίο έπεσε ο πράσινος «Τιτανικός» αφού τα λάθη, κυρίως διοικητικά, προπονητικά κ.α. είχαν ξεκινήσει ένα χρόνο πριν με την αποκαθήλωση (και) του Πρίφτη ως συνέχεια της διοικητικής ασυδοσίας και έλλειψης μέτρου και υπομονής στο χτίσιμο μιας ομάδας. Οι πράσινοι αναζητούσαν έναν προπονητή που θα προκαλέσει «σοκ» και εντός της ομάδας αλλά και στον κόσμο, μία ισχυρή προσωπικότητα που θα βγει μπροστά, έναν πετυχημένο όσον αφορά το παλμαρέ του τεχνικό για να στηρίξουν το «εδώ και τώρα επιστροφή στο προσκήνιο». Ούτε «χτίζουμε ομάδα μέλλοντος» ούτε «να παίξουν οι Έλληνες» ούτε τίποτα από όσα απέτυχαν -παταγωδώς μάλιστα- επικοινωνιακά και αγωνιστικά τα προηγούμενα χρόνια. Εξασφαλίζει η παρουσία του Αταμάν επιτυχία στο νέο αυτό εγχείρημα; Σαφέστατα και όχι, ήταν όμως, επικοινωνιακά η πιο ενδεδειγμένη επιλογή. Βλέπετε (και) σε αυτό το κομμάτι οι πράσινοι που είχαν πάρει βαθμό κάτω από τη βάση εδώ και πολλά χρόνια, όσον αφορά στον τρόπο διαχείρισης κρίσεων δίχως μάλιστα να μαθαίνουν από τα λάθη τους.
Ο Τούρκος τεχνικός είναι μία πληθωρική προσωπικότητα που ξέρει να παίζει επικοινωνιακά παιχνίδια με τα ΜΜΕ, τους αντιπάλους, τους φιλάθλους. Ένας τύπος που δεν διστάζει να την πει δημόσια ακόμη και σε παίκτες της ομάδας του (θυμηθείτε πόσες φορές έβγαλε στη… σέντρα Μίτσιτς, Λάρκιν, Κλάιμπερν και όχι μόνο και θα καταλάβετε τι εννοώ) και να δώσει έτσι έξτρα κίνητρο ακόμη και στους σταρ να τον «διαψεύσουν». Το παιχνίδι αυτό ο Αταμάν το ξέρει όσο λίγοι. Παράλληλα δεν φοβάται να «ανοιχτεί» στις δηλώσεις του, να φτάσει η γλώσσα μακρύτερα απ’ ότι μπορεί να φτάσει η (μπασκετική) λογική υποσχόμενος τίτλους, Final-4 και διακρίσεις κόντρα στα συνηθισμένα και ατάκες τύπου «χρειαζόμαστε υπομονή», «είμαστε μια καινούργια ομάδα» ή παρεμφερείς. Και θυμηθείτε το, δεν πρόκειται να το χρησιμοποιήσει και μέσα στη σεζόν όταν -αναμενόμενα- έρθουν οι πρώτες ήττες ακόμη και οι εκτός προγράμματος.
Πήγε σε μία ομάδα με (τεράστια) ιστορία, απολαμβάνει τις στιγμές και το «πουλάει» όλο αυτό στα ΜΜΕ της πατρίδας του που τον πολιορκούν καθημερινά (σ.σ. έχει ήδη δώσει τρεις συνεντεύξεις όντας μια εβδομάδα και επίσημα προπονητής του Παναθηναϊκού…) και έχει στάση «ο πολλών τοις μετρητοίς» που έλεγαν οι παλαιότεροι.
Γιατί το κάνει αυτό; Γιατί έτσι έχει μάθει να λειτουργεί όπως προανέφερα, σε όλη του την καριέρα και γιατί στο τέλος της ημέρας, επί προσωπικού δεν έχει να χάσει τίποτα. Μέχρι πριν λίγα χρόνια όταν βρισκόταν ακόμη στη Γαλατασαράι (στην οποία εξακολουθεί να λατρεύεται από τους φανατικούς της οπαδούς) το απωθημένο του ήταν η Ευρωλίγκα σε σημείο που είχε φτάσει να του γίνει ψύχωση μετά από απανωτές αποτυχημένες προσπάθειες έστω να την πλησιάσει. Έχοντας δημιουργήσει από τις στάχτες της τελευταίας θέσης της Ευρωλίγκα (2017-18) μόλις ένα χρόνο πιο μετά μία ομάδα (Εφές) που έφτασε στον τελικό και τις επόμενες τρεις σεζόν πήρε δύο τίτλους (και έναν που είχε στο τσεπάκι και τον έχασε λόγω πανδημίας) δεν έχει να αποδείξει τίποτα και σε κανέναν. Πλέον μιλάει εκ του ασφαλούς, από τη θέση του ισχυρού γνωρίζοντας πως ακόμη και αν αποτύχει να ξυπνήσει τον κοιμώμενο πράσινο γίγαντα στην πατρίδα του θα βρει δουλειά και μάλιστα σε τοπ επίπεδο με το ύψωμα της γροθιάς του (σήμα κατατεθέν…) και μόνο.