«Κατά πατέρα κατά κύρη» θυμίζει η περίπτωση του Τζο Γιανγκ, με τον νέο πρωτεργάτη του Προμηθέα να κάνει εκκωφαντική εκκίνηση στην ευρωπαϊκό του βίο, θέλοντας να «απαγκιστρωθεί» μεταξύ άλλων από το δύσκολο έργο της φήμης του επιθέτου του, λόγω του πατέρα του.
Όχι δεν πρόκειται για κάποιο «λαβράκι» μιας και έχει μπει αισίως στην τέταρτη δεκαετία της ζωής του. Άλλωστε έχει εμπειρία από το «μαγικό κόσμο» του NBA και αυτό και μόνο αποτελεί ένα σημαντικότατο αστερίσκο στο βιογραφικό του. Λαμβάνοντας υπόψιν και τα πρώτα δείγματα όμως, φαίνεται ότι ο Προμηθέας πέτυχε το… τζακπότ με την περίπτωση του Τζο Γιανγκ, ανασύροντας ταυτόχρονα μνήμες «σιωπηλού δολοφόνου» στο μυαλό του ελληνικού μπασκετικού κοινού και δη στο «ερυθρόλευκο στρατόπεδο».
ο Τζο Γιανγκ πραγματοποίησε ντεμπούτο που έκανε «κρότο» και στην Basket League, με τον 30χρονο γκαρντ να δείχνει με το… καλημέρα τις προθέσεις του. Ο πρωτοεμφανιζόμενος στο ελληνικό και συνάμα ευρωπαϊκό γίγνεσθαι, «φόρτωσε» το καλάθι του Ιωνικού με 34 πόντους (13/13 βολές, 3/5 τριπ., 6/13 δίπ., δύο ασίστ και κανένα λάθος σε 36 αγωνιστικά λεπτά), δίνοντας ταυτόχρονα συνέχεια στην κομβικότατη παρουσία του στο Τρέντο (20π.) και το σπουδαίο «διπλό» του Προμηθέα στην πρεμιέρα του Eurocup.
30χρονών κι΄ όμως… ρούκι
Ο «σεληνιασμένος» Τζο Γιανγκ… περπάτησε μπασκετικά στους Χιούστον Κούγκαρς, βαδίζοντας στα χνάρια του τρίτου σκόρερ στη λίστα του κολλεγίου, πατέρα του. Έπειτα ακολούθησε το Όρεγκον, εκεί που φοίτησε και ο δικός μας, Τάιλερ Ντόρσεϊ. Επιλέχθηκε το 2015 στο Νο43 του νραφτ και φόρεσε τη φανέλα των Πέισερς για μια τριετία. Στην Ιντιάνα μέτρησε 4 πόντους κατά μέσο όρο σε 127 συμμετοχές, πριν δοκιμάσει αλλού την τύχη του.
Έτσι, πήρε τα ταλέντα του και μετανάστευσε στην μακρινή Κίνα. Στη CBA λίγκα έκανε «πράματα και θάματα», μετρώντας 33 πόντους κατά μέσο όρο στα τρία χρόνια «λάμψης» του, κατέχοντας μάλιστα και την τρίτη θέση στον πίνακα με τους περισσότερους πόντους που έχει βάλει κανείς σε ένα μόνο παιχνίδι (Ιούλιος 2020, 74π.).
Κάπου όμως του έλειψε η πατρίδα του και σε μια προσπάθειά του να διεκδικήσει μία δεύτερη ευκαιρία στο ΝΒΑ, γύρισε στις ΗΠΑ για τους Μπέρμπιγχαμ Σκουάντρον και τη G-League. Οι σχεδόν 17 πόντοι του ανά παιχνίδι φανερώνουν την ποιότητα του και κάπως έτσι ξεπρόβαλλε ο Προμηθέας, ο οποίος τον «τσίμπησε» πριν κάνουν την εμφάνισή τους και άλλοι… κυνηγοί.
Το μήλο που έπεσε κάτω από τη μηλιά
Ο Μάικλ Γιανγκ, μπορεί να μην πέρασε ποτέ από τα μέρη μας, παρά ταύτα ακόμα στοιχειώνει τα «ερυθρόλευκα όνειρα», έστω και αν έχουν περάσει σχεδόν 30 χρόνια. Οι αγώνες ανάμεσα στον Ολυμπιακό και τη Λιμόζ ήταν ένα από τα μεγάλα ντέρμπι της Ευρώπης στο πρώτο μισό της δεκαετίας των 90’ς, με τους Γάλλους ωστόσο να έχουν να καυχιούνται πως είχαν πάρει την… ταυτότητα των Πειραιωτών. Επτά νίκες σε εννιά αναμετρήσει ήταν αυτές. Μάλιστα, στην πιο καθοριστική διασταύρωση τους, με φόντο την πρόκριση στο Final 4 του ΣΕΦ τη σεζόν 1993, η Λιμόζ ήταν αυτή που χαμογέλασε και ο «σιωπηλός δολοφόνος» ο… κινητήριος μοχλός της επίθεσης.
Στο κάτι σαν μπάσκετ και ελληνορωμαϊκή πάλη που έπαιζε η αρμάδα του Μπόζα Μάλκοβιτς τότε, ο Μάικλ Γιανγκ ήταν εκείνος που «καθάριζε τη μπουγάδα» στην επίθεση. Μπορεί τα κατορθώματα της Λιμόζ να στηρίζονταν στην αμυντική της φιλοσοφία, ωστόσο αν δεν είχε και τον πατέρα του παίκτη του Προμηθέα, χλωμό να τα κατάφερνε. Ο πάλαι ποτέ πρωταθλητής Ευρώπης του 1993, πριν ζήσει αυτές τις θριαμβευτικές στιγμές, είχε ήδη κάνει αισθητή την παρουσία του στην Ιταλία, αναδεικνυόμενος MVP για δυο χρονιές με τη φανέλα της Ρέτζιο Καλάμπρια. Ήταν ψηλότερος (2.01) από τον Τζο και αριστερόχειρας, όμως πέρα από το αίμα που τους ενώνει έχουν και έναν ακόμα «συνδετικό κρίκο». Και αυτή είναι η σχέση τους με το αντίπαλο καλάθι, η οποία είναι σχεδόν… ερωτική.
Δεν είναι απίθανο τα διθυραμβικά σχόλια για έναν παίκτη να γυρίσουν «μπούμερανγκ», ειδικά αν πρόκειται για νεοφερμένο σε μια κατάσταση. Άλλωστε ο πρωταθλητισμός δεν διαρκεί ένα μήνα. Ωστόσο, αυτό που «μαρτυρούν» οι αριθμοί του Τζο Γιανγκ και τα πεπραγμένα του σε αυτό το πολύ πρώιμο, για ασφαλή συμπεράσματα, διάστημα είναι πως ο Προμηθέας έχει πετύχει «φλέβα χρυσού». Έχει κάνει την… τύχη του στο χέρι αλφάδι ενός «εκτελεστή», ο οποίος έχει κίνητρο μεταξύ άλλων να αποδείξει ότι αξίζει μια ευκαιρία στο υψηλότερο ευρωπαϊκό επίπεδο με το όνομα Τζο κα όχι Μάικλ, παρά τη δυσκολία του εγχειρήματος και τη βαριά κληρονομιά που «κουβαλά».
Μάνος Φυρογένης